Thursday, May 5, 2011

Πότε μίλησε η Εκκλησία;


Πότε μίλησε η Εκκλησία;

Κύριε διευθυντή,
Συμφωνώ απόλυτα με τις απόψεις του Διευθυντή της Ορθόδοξης Ακαδημίας Κρήτης κ. Παπαδερού, όπως τις διατύπωσε στη συνέντευξή του με το 3ΕΑ την περασμένη Τρίτη (5/3/91). Πραγματικά επιβάλλεται να υπάρχει παντού και πάντοτε ο διάλογος και είναι γενικώς παραδεκτό, πως σε εποχές δικτατοριών επικρατεί ο μονόλογος.
Υποστηρίζω ανεπιφύλαχτα τα λόγια του κ. Παπαδερού, πως ‘’όταν ο λαός αναγκάζεται να σιωπαίνει, οφείλει να ομιλεί η Εκκλησία’’.
Και πράγματι, η Εκκλησία της Ελλάδας κι ολόκληρη σχεδόν η Ιεραρχία της Ορθοδοξίας ‘’μίλησε’’ τον καιρό της χουντικής επταετίας. Τι είπε όμως; Τι είπε τότε, που η ελευθερία του ελληνικού λαού καταπατιόταν και στραγγαλίζονταν και η παγκόσμια κατακραυγή κορυφώνονταν και με τη δριμύτητά της μαστίγωνε τη βία των δικτατόρων και συμπαραστέκονταν με θέρμη κι αποφασιστικότητα στον πάσχοντα ελληνικό λαό; Τότε, ο πατριάρχης Αθηναγόρας ασυγκίνητος συμπαραστέκονταν και ένθερμα ευλογούσε τους δικτάτορες.
Ο προκαθήμενος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με μια δήλωσή του, που έκανε στην Κωνσταντινούπολη στις 15/5/69, αντέκρουε την παγκόσμια κατακραυγή κατά των δικτατόρων λέγοντας: ‘’Εγώ γνωρίζω και βλέπω, ότι ο ελληνικός λαός έχει πλήρη ελευθερία . . .’’
Τα λόγια αυτά του πατριάρχη έφτασαν τότε στα αφτιά του καταδυναστευόμενου ελληνικού λαού σαν απόηχος των λόγων των αρχιερέων της Πόλης, που έζησαν και ‘’έδρασαν’’ στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Οι αγωνιζόμενοι κατά της δικτατορίας Έλληνες τα δέχτηκαν τότε, όπως δέχτηκαν και οι πρόγονοί τους, αγωνιστές του 1821 και 1854, τους αφορισμούς του Γρηγορίου του Ε’ και του Άνθιμου του Στ’.
Ο διάδοχος του Αθηναγόρα, Δημήτριος, μέσω του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Λεωνίδα, στέλνει το Σεπτέμβριο του 1972, με την ευκαιρία της Έκθεσης Θεσσαλονίκης, μήνυμα στη Χούντα με το οποίο ευλογεί και ‘’κατασπάζεται’’ τους συνταγματάρχες.
Ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Βενέδικτος, τον Αύγουστο του 1968, παρασημοφορεί τους δικτάτορες με τα ανώτατα παράσημα του Πατριαρχείου του και τους ονομάζει ‘’Μεγάλους Σταυροφόρους του Τάγματος των Ορθοδόξων Σταυροφόρων του Παναγίου Τάφου’’, εκφωνώντας κολακευτικότατο γι’ αυτούς λόγο.
Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Νικόλαος έρχεται στην Αθήνα στις 6 Μαΐου 1969 σαν ταπεινός προσκυνητής της χούντας. Ο αρχιερέας Νικόλαος δεν είναι ένας απλός ιεράρχης. Είναι μέγας τιτλούχος και πομπώδης μεγιστάνας της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Είναι ο ‘’Μακαριότατος πάπας και πατριάρχης Αλεξανδρείας, της Μεγάλης Πόλης, Λιβύης, Πενταπόλεως, Αιθιοπίαςκαι πάσης Αφρικής –οι τίτλοι συνεχίζονται- Πατήρ Πατέρων, Ποιμήν Ποιμένων και Αρχιερεύς Αρχιερέων –κι ακόμα- Τρίτος και Δέκατος των Αποστόλων και Κριτής της Οικουμένης’’.
Αυτός, λοιπόν, ο πολυτιτλούχος ‘’πρωτοχριστιανός’’ έρχεται στην Αθήνα, προσκυνητής και ικέτης της χούντας και σαν Κριτής της Οικουμένης, κρίνει τα ‘‘θεάρεστα’’ έργα των συνταγματαρχών και, ανάμεσα στους αίνους, στα εγκώμια και στα πολλά θυμιάματα, απονέμει στον Παπαδόπουλο το ‘’Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Λουκά.’’
Στην τελετή της απονομής, ο πατριάρχης είπε μεταξύ άλλων στους δικτάτορες πως ‘’ . . . σύμπασα η Εκκλησία της Αλεξανδρείας και της Ελλάδος αλλά και οι απανταχού Έλληνες Χριστιανοί ευρίσκονται παρά το πλευρόν σας, γιατί ο Θεός σας εξέλεξεν ως όργανόν Του . . . Να φέρετε εις πέρας το έργον το οποίον σας ανέθεσεν η Πρόνοια του Θεού . . .’’
Δεν έβλεπε φαίνεται ο ‘’άγιος’’ πέρα απ’ το μέγαρο του Πατριαρχείου του. Δεν άκουγε τις οιμωγές των χιλιάδων βασανιζόμενων Ελλήνων κι ούτε μάθαινε τίποτα για τα μαζικά συλλαλητήρια του απανταχού της Οικουμένης Ελληνισμού και τις εντονότατες κατά της χούντας διαμαρτυρίες του. Δεν άκουγε τις κραυγές και τις κατακραυγές των άλλων λαών που συνέπασχαν και συναγωνίζονταν με τον ελληνικό και δεν μάθαινε τίποτα για τη στάση της πλειονότητας των κυβερνήσεων της Ευρώπης και των άλλων χωρών του κόσμου.
Για τα έργα και τις ημέρες του ‘’χουντοπρόβλητου’’, όπως τον αποκαλούσε ο Γ. Παπανδρέουαρχιεπισκόπου Ελλάδας Ιερώνυμου, ίσως δεν χρειάζεται να ειπωθεί τίποτα. Το όνομά του λέει πολλά και η πολιτεία του, παρ’ ότι απίστευτη είναι αληθινή και γνωστότατη στον ελληνικό λαό.
Ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Λεωνίδας υπήρξε αναμφίβολα ένας απ’ τους μεγαλύτερους υμνολόγους και στυλοβάτες της δικτατορίας. Τόσο πολύ είχε εξοκείλλει ο ‘’άγιος’’ αυτός τις μέρες εκείνες, θαυμάζοντας και κολακεύοντας τη χούντα, που παρέβαλε τη Δέσποινα του Παπαδόπουλου με την Παναγία. ‘’Δύο Δεσποίνας έχομεν’’, έλεγε. ‘’Μίαν εις τους ουρανούς, την Παναγίαν και άλλην εις την γην την κυρίαν Προέδρου’’.
‘’Ο άγιος Θεσσαλονίκης υπήρξε, χωρίς υπερβολή, ο υπ’ αριθμ. 1 κράχτης εκείνου του καθεστώτος’’, έγραφε η ‘’Χριστιανική’’ στις 5/12/73.
Αλλά την κυρία Παπαδοπούλου δεν ‘’ετίμησε’’ μόνο ο ‘’άγιος’’ Λεωνίδας. Τη Δέσποινα αναγόρευσε σε Παναγία και ο Χαρίτων Κιλκίς, όπως αναφέρει η ίδια εφημερίδα σε άρθρο της, γραμμένο στις 3/8/74.
Και ο μητροπολίτης Ηλείας Αθανάσιος δεν έπεσε παρακάτω σε κολακεία και ραγιαδισμό. Τον Απρίλιο του 1973, στα εγκαίνια της δανειστικής βιβλιοθήκης του Γυμνασίου Θηλέων της Αμαλιάδας, ανακήρυξε ‘’αγία’’ τη γυναίκα του πραξικοπηματία περιφερειακού διοικητή Πελοπονήσου και Δ. Στερεάς και ισοβήτη τώρα Αντ. Λέκκα.
‘’Παιδιά μου’’, είπε ο Αθανάσιος, ‘’δύο Αγίας Αικατερίνας έχομεν. Μίαν την πανεύφημον νύμφην του Χριστού Αικατερίνην και την δευτέραν, την ερίτιμον σύζυγον του αγαπητού και σεβαστού μας, πραγματικού πρωτεργάτου του Γεωργίου Παπαδοπούλου και εμού, κυρίαν Αικατερίνην ή χαϊδευτικώς όπως την φωνάζουμε εμείς οι δικοί της Καιτούλα’’.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της ‘’Μακεδονίας’’ στις 14/10/67, ο Καστοριάς Δωρόθεος ονομάζει τη νύχτα του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών ‘’λαμπροφόρον νύκτα της 21ης Απριλίου, η οποία ήνοιξε την λεωφόρον της ευτυχίας, της γαλήνης, της ευημερίας, της προόδου και της ειρήνης’’. Ξέχασε, όμως, να πει και του ξεπουλήματος της Κύπρου.
Με άλλη εγκύκλιό του, την υπ’ αριθμ. 1849/2-12-69, διακηρύσσει ότι ‘’η Ελλάς δια της εθνικής κυβερνήσεως εύρε την αλήθειαν και το φως. ‘’Πάντες οι Έλληνες’’, λέει ο ιεράρχης, ‘’είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν πνεύμα επουράνιον . . .’’
Κατά πόσο είδαν φως οι Έλληνες την περίοδο εκείνη, το λέει η πραγματικότητα σήμερα και θα το πει πιο ξεκάθαρα η Ιστορία αργότερα.
Ο Δημητριάδος Δαμασκηνός δίνει εντολή να χτυπήσουν οι καμπάνες των εκκλησιών αναστάσιμα το βράδυ της 29ης προς την 30η Σεπτεμβρίου για την επιτυχία του τότε δημοψηφίσματος.
Ο Κρήτης Ευγένιος συνιστά, με εγκύκλιό του σ’ όλους τους κληρικούς της περιοχής του, να συμβάλουν με ζήλο και προσευχή ‘’προς προαγωγήν του σωτηρίου έργου της εθνικής ημών κυβερνήσεως’’.
Ο Σικάγου Μελέτιος δηλώνει ότι ‘’η στρατιωτική κυβέρνηση της Ελλάδος της 21ης Απριλίου 1967 ήτο θεόπεμπτος. Ο Θεός της Ελλάδος’’, είπε, ‘’θαυματοποιών σας επέλεξε και σας έστειλε (τη χούντα) για να σώσετε τη χώρα’’.
Ο Πατρών Κωνσταντίνος αποκαλεί το δικτατορικό πραξικόπημα ‘’εθνοσωτήριον επέμβασιν’’.
Ο Τρίκκης και Σταγών Διονύσιος έσπευσε πρώτοςνα συγχαρεί τηλεγραφικώς τους δικτάτορες για την επικράτησή τους.
Ο Αλεξανδρουπόλεως Κωνσταντίνος εργάζεται ‘’δια την επιτυχίαν του δημοψηφίσματος . . .’’
Ο Λαρίσης και Πλαταμώνος . . .
Ο Καρπάθου Απόστολος . . .
. . . . . . . . . .
Και ο κατάλογος συνεχίζεται και τελειωμό δεν έχει . . .


Αρχιερείς και Άγιον Πνεύμα

Ακούσαμε τη συνέντευξη που έδωσε ο αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας Στυλιανός στο ραδιοφωνικό σταθμός 3ΕΑ την 1η και 2η Νοεμβρίου (1989) και θαυμάσαμε το γεμάτο καλοσύνη ύφος του, τον πλήρη ανθρωπιά τόνο της φωνής του και το χριστιανικότατο και όλο αγάπη λεξιλόγιό του και τραβηχτήκαμε στην άκρη, μην τύχει και απ’ τη χριστιανική αγάπη του μας συντρίψει όλους με τη μαγκούρα του σαν σκεύη κεραμέως.
Βέβαια, δε μας ξάφνιασαν καθόλου τα λεγόμενά του, γιατί δεν περιμέναμε να ακούσουμε και τίποτα άλλο από ισχυρογνωμίες, ετσιθελισμούς, φοβέρες και απειλές, γνωστές ιεραρχών εκδηλώσεις.
Εκείνο που μας έκανε εντύπωση ήταν το ποσοστό των υποτιθέμενων οπαδών του, που ισχυρόγνωμα πάντοτε ανεβάζει στο 99 τοις εκατό. Ένα ποσοστό λαού, που ούτε ο Παπαδόπουλος, ούτε ο Πινοσέτ, ούτε ο Χομεϊνί, ούτε και οι άλλοι ανά τον κόσμο δεσπότες αποτόλμησαν ποτέ να διεκδικήσουν, ούτε κι ο Στάλιν ή ο Χίτλερ και οι όμοιοί τους ισχυρίστηκαν στις μέρες τους, ότι το κοντρολάριζαν. Η αθυροστομία εκείνων σταματούσε λίγο πιο πάνω απ’ το 90 τοις εκατό.
Επίσης, εντύπωση μας έκανε και η επιμονή του ιεράρχη και στον άλλο του ισχυρισμό, ότι δηλαδή η φώτιση του Αγίου Πνεύματος οδήγησε σήμερα τους ιεράρχες της Κωνσταντινούπολης να πάρουν τις αποφάσεις που πήραν για το νέο χαντάκωμα της Παροικίας μας.
Αλήθεια, σε τι πελάγη δεσποτισμού και ισχυρογνωμοσύνης κολυμπούν ακόμα οι σεβάσμιοι ιεράρχες μας; Τι παρωπίδες σκοταδισμού προσπαθούν να φορέσουν σ’ ένα πλήθος σημερινών ανθρώπων και πού πασχίζουν να μας ρίξουν όλους σήμερα; Από συνήθεια άραγε κι από κεκτημένη ταχύτητα επαναλαμβάνουν ακόμα το ίδιο τροπάρι, με το οποίο φοβέριζαν τους ραγιάδες στα χρόνια της τουρκοκρατίας, σκορπώντας παντού απειλές και κατάρες; Από πού έλκουν το δικαίωμα να μεταχειρίζονται τέτοιο ύφος και τέτοια γλώσσα οι άνθρωποι αυτοί προς το συνάνθρωπό τους; Η μόρφωση συνιστά ευγένεια κι ο χριστιανισμός αγάπη, πραότητα και καλοσύνη.
Ο Ανώνυμος Έλληνας στην Ελληνική Νομαρχία έγραφε λίγο πριν απ’ την Επανάσταση του ‘21 πως ‘’η αμάθεια του λαού ακόνισε τόσο τα αρχιερατικά σπαθιά, όπου κανείς δεν τους αντιστέκεται’’ σε αρπαγές και κατάρες. Σ’ αυτό φυσικά συντελούσε τότε και η συνεργασία τους με τον Τούρκο τύραννο και δυνάστη. Μήπως, όμως, σήμερα η αδιαφορία η δική μας αντικατέστησε τον Τούρκο δυνάστη και η αμάθεια των πολλών και ο καιροσκοπισμός μερικών συμπαροίκων μας ακονίζουν και στις μέρες μας το σπαθί του Στυλιανού και του το ετοιμάζουν, για να το στρέψει κοφτερό και βαρύ κατά της δόλιας της Παροικίας μας;
Γιατί του δίνουμε εμείς το δικαίωμα να ενεργεί όπως ενεργεί; Γιατί εμείς, ο λαός, που αποτελούμε την εκκλησία του Χριστού, πρέπει να συμφωνήσουμε ασυζητητί και ραγιαδίστικα με τις όποιες απαιτήσεις του και να μην ακούσει κι αυτός τις δικές μας; Μήπως κι εδώ το Άγιο Πνεύμα του είπε να μας πάρει τα κεφάλια, για να αγιάσουμε εμείς και να επιτελέσει το ‘’θεάρεστο’’ έργο εκείνος;
Συνέλθετε κύριοι κι αφήστε το Άγιο Πνεύμα μακριά απ’ τα λόγια σας, όπως αυτό μένει μακριά απ’ τα έργα σας.
Το Άγιο Πνεύμα φωτίζει και επιλέγει τους ιεράρχες, όπως δημόσια ισχυρίζεσθε ή οι συνωστισμοί των Συνοδικών στους διαδρόμους και τα διασταυρούμενα αρχιερατικά υβρεολόγια στην αίθουσα της Συνόδου προβάλλουν τους εκάστοτε ‘’ημετέρους’’;
Θα παρακολουθήσατε οπωσδήποτε κάποτε κάποια σύναξη αντιμαχόμενων ιεραρχών, θα ακούσατε πιθανόν κάποια σχετική απόρρητη κασέτα ή θα διαβάσατε κάποιο άρθρο ή γράμμα αρχιερέα προς άλλον αρχιερέα αντίπαλό του και θά ‘χετε ιδία αντίληψη των πραγμάτων. Αν δεν έχετε να σας βοηθήσουμε.
Και σας ρωτάμε, σεβασμιότατοι ιεράρχες.Το Άγιο Πνεύμα ζήτησε να γίνει πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης ο νεκροθάφτης Γεννάδιος. Έχετε ακούσει για το χαλασμό της Πόλης ή διαβάσατε μόνο  την ‘’Πατρική Διδασκαλία του Γρηγόριου του Ε’’’;
Το Άγιο Πνεύμα φώτισε τους ιεράρχες να εκλέξουν το 1584 πατριάρχη τον Παχώμιο, για να ξεπουλήσει τα πάντα και να βγάλει ακόμα και τα άγια λείψανα στο σφυρί; Ξέρετε τι γράφει η πράξη της καθαίρεσής του;
Το Άγιον Πνεύμα σύστησε στον πατριάρχη Αλέξιο το 1036, να πάρει 50 λίτρες χρυσού αυτός και 50 οι ακόλουθοί του, για να ευλογήσει τον τρίτο γάμο της αυτοκράτειρας Ζωής με το Μιχαήλ, των δύο δολοφόνων δηλαδή, που πριν από λίγο είχαν πνίξει τον αυτοκράτορα Ρωμανό; Ξέρετε πόσο χρυσάφι έθαψε στο μοναστήρι των Στενών ο Αλέξιος;
Το Άγιο Πνεύμα συνέβαλε στην εκλογή των τουρκολατρών πατριαρχών, σαν τον Άνθιμο τον Ε’ και των προδοτών, σαν τον Ιωακείμ της Κύπρου και τον Παΐσιο Σφακίων; Σας είναι γνωστές πιστεύω οι προδοσίες τους κι ίσως είδατε και το σωρό των κρανίων των δύστυχων γυναικοπαίδων του Αρκαδίου.
Το Άγιο Πνεύμα συνέβαλε στην εκλογή ιεραρχών σαν τον Ιερώνυμο Αθηνών και το Στυλιανό Πρεβέζης;
Το Άγιο Πνεύμα ώθησε τους μητροπολίτες Πατρών, Κεφαλληνίας και Μεσσηνίας στο να δωροδοκήσουν και να εξαγοράσουν υπουργούς της Ελλάδας το 1875, για να προωθήσουν και να εγκρίνουν τη χειροτονία τους και την τοποθέτησή τους στις αντίστοιχες μητροπόλεις ή η εκλογή τους οφείλεται στη δωροδοκία που πρόσφεραν, η οποία και τους οδήγησε τελικά μπροστά στα ελληνικά δικαστήρια;
Πρέπει να γνωρίζετε την περίπτωση.
Το Άγιο Πνεύμα ενήργησε, ώστε να μας στείλουν εδώ αρχιεπίσκοπο τον Ιεζεκιήλ; Θα πρέπει να έχετε ακούσει γι’ αυτόν. Αν όχι, διαβάστε τουλάχιστον το υπόμνημα διαμαρτυρίας που έστειλαν οι εδώ Κοινότητες στην Ελληνική Κυβέρνηση και στο Πατριαρχείο το 1969.
Και το Άγιο Πνεύμα φωτίζει τους σημερινούς ιεράρχες, για να θρυμματίσουν και να διαλύσουν την παροικία μας μια ώρα γρηγορότερα;
Αλλά, αν το Άγιο Πνεύμα συμβάλλει στην υπόδειξη των πράξεων και στην εκτέλεση των έργων των ιεραρχών, τότε σε ποιον ιεράρχη υποδείκνυε να ενεργεί σωστά και σε ποιον λάθος; Στον Ιγνάτιο ή στον Φώτιο; Στον Καλλίνικο ή στον Μελέτιο; Στον Ταράσιο ή στον Κωστάντιο τον Β’; Στον ιεράρχη Ηράκλειας Γερμανό ή στον πατριάρχη Γρηγόριο τον Β’; Στον πατριάρχη Αναστάσιο ή στον πατριάρχη Γερμανό;
Γνωρίζετε τα έργα των παραπάνω και των τόσων και τόσων άλλων ιεραρχών; Πέστε τα αν θέλετε στον ταλαίπωρο λαό, για να τα μάθει. Για να δει ποιους προσκυνούσε, για ποιους δέονταν και τίνων φιλούσε τα χέρια. Αν δεν τα γνωρίζετε εσείς, τα γνωρίζει η Ιστορία και θα τα βρείτε καταχωρημένα και γεμάτα ντροπή και αίσχος στις σελίδες της.
Και πέστε μας, ποιον φωτίζει σήμερα σωστά το Άγιο Πνεύμα; Τον Αυγουστίνο Φλωρίνης ή το Στυλιανό Αυστραλίας;
Όχι, κύριοι. Τα πάντα είναι έργα και κακοδαιμονίες δικές σας και αφήστε το Θεό και το Άγιο Πνεύμα κατά μέρος, γιατί πολλοί από σας δεν έχετε καμιά σχέση μαζί του. Κρύβεστε μόνο πίσω του, για να υποστηρίζετε επίγεια συμφέροντά σας ή το προβάλλετε σαν προπέτασμα, για να κατακεραυνώνετε πίσω απ’ αυτό με δικές σας φρικτές και ακαταλαβίστικες για τους πολλούς φρασεολογίες τους αντιπάλους σας και όσους μιλούν για τα κρίματά σας. Αυτή είναι η τακτική σας κι αυτός είναι ο χριστιανισμός ο δικός σας.
Ο Θεός ας μας συγχωρέσει που υποχρεωθήκαμε να συναναφέρουμε το ιερό και το όσιο όνομα του Αγίου Πνεύματος με τα ανίερα και βέβηλα έργα ανόσιων ιεραρχών.



‘’ΤΟ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΝ’’

Η σκηνή σε κάποιο γραφείο κάποιου δήμου.
Ο κύριος Βάνιας Βανίδης, γέρος κι αξύριστος από μια περίπου εβδομάδα, ανοίγει την πόρτα με συστολή και μπαίνει με κάποιο δέος σ’ ένα γραφείο του Δήμου.
- Καλημέρα σας, λέει χαμηλόφωνα με τη χαρακτηριστική ποντιακή του προφορά, προσέχοντας πάντοτε μην ενοχλήσει τον υπάλληλο που κάθεται στο απέναντι τραπέζι.
Ο υπάλληλος, όμως, αδιαφορεί τελείως για την παρουσία του γέρου και δεν του δίνει καμία απολύτως προσοχή.
- Καλημέρα σας, ξαναλέει δειλά-δειλά ο Βάνιας και κάνει ακόμα ένα διστακτικό βήμα μπροστά.
     Η ίδια όμως και πάλι αδιαφορία απ’ τον υπάλληλο. Ο γερο-Βάνιας δεν κρατιέται.
- Νέπε, καλημέρα είπα σε, λέει με κάποια δόση αγανάκτησης. Ατό, Θεού κουβέντα εν. Έναν απόκρισην γιατί κι διντς με, προσθέτει πειραγμένος απ’ την περιφρόνηση που του δείχνουν.
- Τι θέλεις γέρο; Ρωτά απότομα και θυμωμένα ο υπάλληλος.
- Το πιστοποιητικόν, απαντά εκείνος, ενώ στριφογυρίζει την ξεφτισμένη τραγιάσκα στα χέρια του.
- Ποιο πιστοποιητικό; ρωτάει ο υπάλληλος, σα να μην έχει καν ιδέα περί τίνος πρόκειται.
- Κι α το πιστοποιητικόν τη Δημαρχίας, τονίζει επεξηγηματικά ο γέρος. Νέπε ενέσπαλες; Αίτησιν κι εδέκα σε αδά και δέκα ημέρας; Σεραντάδραχμον χαρτόσημον πα είσεν. Σερανταπέντε επλήρωσα τ’ ευλοημένον σο περίπτερον.
     Επιτάχυνε τα στριφογυρίσματα της τραγιάσκας, έριξε απορημένος απανωτές ματιές ικεσίας γύρω του και συνέχισε.
- Παιδί μ, λελεύω την ψύσ’. Χαρτοσήματα και ούλια ντ’ εδέκα σας εχάσατε;
- Α, ναι, ναι, λέει ο υπάλληλος ύστερα από μικρή σκέψη. Σαν κάτι να ήρθε στη μνήμη μου.
- Ση μνήμησ ντο ήρθε κι θέλα να ξέρω. Εγώ το πιστοποιητικόν αράβω. Ατό δοσ μ και φεύω ση δουλεία μ. Εφτάς και συ πα τεσόν.
- Ναι, ναι, επαναλαμβάνει ο υπάλληλος με περισσότερη σιγουριά. Είναι έτοιμο. Τώρα θυμήθηκα. Εδώ το έχω.
     Και, λέγοντας αυτά, ανοίγει ένα φάκελλο, παίρνει το πιστοποιητικό στα χέρια του και στρεφόμενιος προς το γέρο, στου οποίου το πρόσωπο έχει ήδη απλωθεί κάποια γαλήνη, του λέει. Δώσε μου την ταυτότητά σου.
- Ταυτότητα κι έχω, απαντά ο γέρος. Έχασα ατό.
- Τότε δεν μπορείς να πάρεις το πιστοποιητικό. Για να σου το παραδώσω πρέπει να δω την ταυτότητά σου. Πρέπει να βεβαιωθώ ότι είσαι ο ίδιος. Να βρεις πρώτα την ταυτότητά σου ή να βγάλεις άλλη και μετά να ρθεις να το πάρεις.
     Και, λέγοντας αυτά, αφήνει το πιστοποιητικό πάνω στο τραπέζι.
     Ο γερο-Βάνιας, που έχει ήδη συνοφρυωθεί, δεν ξέρει τι να υποθέσει και πώς να εκδηλωθεί. Άραγε ο υπάλληλος αστειεύεται ή τόσο δεν καταλαβαίνει; Απλώνει το χέρι του προς το τραπέζι και με το δάχτυλο δείχνει σε κάποιο σημείο του πιστοποιητικού λέγοντας.
- Παιδί μ, ακεκά σην άκρην, αφκά σο τελείωμαν, έναν σφραγιδόπον εντόκες κι έναν-δύο λέξεις πα έγραψες. Μίαν κι άλλον διάβασον ατά. Πολλά παρακαλώ σε.
     Ο υπάλληλος σκύβει προς το μέρος του τραπεζιού και διαβάζει.
- “Το παρόν χορηγείται δια την έκδοσιν νέας ταυτότητος εις αντικατάστασιν της απωλεσθείσης”.
- Ελέπς; Αναφωνεί θριαμβευτικά ο Βάνιας κι απλώνει το χέρι του να πάρει το χαρτί.
     Ο υπάλληλος όμως, με μια γρήγορη κίνηση, πατάει με την παλάμη του επιδεικτικά το πιστοποιητικό πάνω στο τραπέζι και από θέση ισχύος δηλώνει τελεσίδικα.
- Χωρίς ταυτότητα πιστοποιητικό δεν μπορώ να σου παραδώσω, κύριε Βανίδη.
- Κι εγώ πα, χωρίς πιστοποιητικόν ταυτότητα κι πορώ να εφτάγω, αναφωνεί ο Βάνιας.
- Ή ταυτότητα ή πιστοποιητικό δεν έχει, επαναλαμβάνει ξερά ο υπάλληλος.
     Ο γερο-Βάνιας σφίγγει νευρικά την τραγιάσκα στα δυο του χέρια και με φωνή γεμάτη αγανάκτηση κι απελπισία λέει στον υπάλληλο.
- Παναΐα! Αβούτο το πιστοποιητικό μ και την ταυτότητα μ έμπλεξες τα δύο και εποίκες ατά αμόν το ωβόν με την κωσσάρα.
     Μη ξέροντας ποιον να λυπηθώ περισσότερο έφυγα απ’ το γραφείο.
Δεν έμαθα τι απόγινε.

ΟΙ ΔΕΚΑ ΕΝΤΟΛΕΣ

Ο Μωυσής σαν πήρε τους Εβραίους απ’ την Αίγυπτο κι αφού τους πέρασε απ’ την Ερυθρά θάλασσα τους οδηγούσε για τη γη Χαναάν.
Όσο βάδιζαν κοντά στις ακτές και μέσα σε ισάδες και χαμηλώματα, έβλεπαν καθαρά πού πήγαιναν και προχωρούσαν καλά. Όταν, όμως, συνάντησαν ρεματιές και ράχες, έχασαν το δρόμο και τον προσανατολισμό τους κι άρχισαν να περιπλανιούνται δώθε-κείθε.
Τότε ο Μωυσής αποφάσισε να φύγει μόνος του ψηλότερα, μήπως κι από κει πάνω δει να ξανοίγεται κάποιος δρόμος κάπου ή μήπως και διακρίνει κάτι που να σημαδεύει τη γη της Επαγγελίας.
Άργησε να γυρίσει και οι Εβραίοι άρχισαν να τον αναζητούν. Έτρεχαν εδώ κι εκεί στις ρεματιές και στις πλαγιές και φώναζαν δυνατά: ‘’Μωυσή, Μωυσή’’.
Οι χαράδρες και τα φαράγγια αχολογούσαν απ’ τις φωνές τους κι ο αέρας παρέσερνε τον αχό βαθιά προς τα κοιλώματα και τις δίπλες του βουνού κι ανέβαζε τον αντίλαλο ψηλά προς τις κορφές και τα μετερίζια του. Ο Μωυσής, όμως, είχε δρασκελίσει απάγγειες πλαγιές κι ανήλιες ράχες και δεν άκουγε τίποτα.
Κάποτε κι ύστερα από μέρες, συνάντησε πάνω  σε μια κορφή έναν τσομπάνο, που έβοσκε τα γελάδια του πίσω από μια χλοερή ράχη.
Είδε τα παχουλά μοσχάρια κι αναλογίστηκε την πείνα του και την πείνα των δικών του κάτω στα ριζά του βουνού κι έτριψε το στομάχι του. Είδε, όμως και το μπόι και τη μαγκούρα του βοσκού κι έσβησε κάθε παρατολμία απ’ τη σκέψη του.
‘’Μωυσή’’, του λέει ο βοσκός με τη βαριά φωνή του. ‘’Ήρθες να μου κλέψεις γελάδια’’;
‘’Όχι’’, του απαντά ο Μωυσής με κομμένη ανάσα απ’ την πείνα, την κούραση και την έκπληξη, που άκουγε να τον καλεί ένας άγνωστος εδώ στην ερημιά με το όνομά του. ‘’Ήρθα να δω από δω ψηλά, μήπως και διακρίνω από πού πάει ο δρόμος για τη Χαναάν. Αλλά, πες μου, εσύ ένας τσομπάνος ολομόναχος εδώ πάνω στην ερημιά των βουνών, πώς ξέρεις το όνομά μου’’;
‘’Το ξέρω’’, του είπε εκείνος κοφτά με τη βαριά φωνή του, ‘’γιατί είμαι ο Θεός’’.
‘’Ο Θεός’’; αναφώνησε ξαφνιασμένος ο Μωυσής κι έπεσε στα γόνατα.
‘’Σήκω’’, του λέει ο τσομπάνος. ‘’Από κει είναι η γη που ζητάς’’ και τού ‘δειξε με τη μαγκούρα του την κατεύθυνση. ‘’Σήκω και πήγαινε πίσω από κει που ήρθες. Οι άνθρωποί σου σε αναζητούν’’.
Ο Μωυσής σηκώθηκε και γύρισε να φύγει, απορώντας πώς ξέρει αυτός εδώ πάνω, ότι οι δικοί του τον αναζητούν χιλιάδες μέτρα χαμηλότερα.
‘’Στάσου’’, του λέει ο τσομπάνος και μπήκε βιαστικός στην καλύβα του, που μισοφαίνονταν κλαδοσκέπαστη πίσω από ένα χαμηλό σύδεντρο.
Ο Μωυσής αναθάρρεσε. Έλπισε πως κάτι θα του φέρει από μέσα να φάει. Μέρες περπατούσε χωρίς να βάλει μπουκιά στο στόμα του.
Οι ελπίδες του μεγάλωσαν καθώς είδε το τσομπάνο να ξεπροβάλει απ’ τα θαμνόδεντρα κρατώντας ένα όγκο σκεπασμένο με την κάπα του.
Βγαίνοντας έτσι με τα χέρια του γεμάτα στο ξάστερο του λέει: ‘’Μωυσή, έχω εδώ κάτι εντολές. Τις σκάλισα σε πέτρες μόνος μου. Δε θα πάρεις καμία’’;
Εδώ πάνω και να πουλάει πραμάτεια! σκέφτηκε με έκπληξη ο Μωυσής. Δικός μας θα πρέπει να είναι, είπε μέσα του, Εβραίος κι έσκυψε απογοητευμένος το κεφάλι του, γιατί εξανεμίζονταν οι προσδοκίες του να απαλύνει λίγο την πείνα του. Κεντρισμένος, όμως, απ’ το εβραϊκό του ένστικτο τον ρώτησε:
‘’Πόσο κάνει η μία’’;
‘’Τίποτα. Τζάμπα είναι’’, του απαντά.
‘’Τζάμπα’’, φωνάζει έκπληκτος ο Μωυσής. ‘’Τότε, βάλε δέκα’’, του λέει χουβαρδάδικα.
Παίρνε, λοιπόν, δέκα εντολές τζάμπα, μαθαίνει και το δρόμο για τη Χαναάν και επιστρέφει χαρούμενος στους Εβραίους του. Από τότε έμεινε η συνήθεια, όταν χανόμαστε έξω στα δάση και στα βουνά, να ρωτάμε κανένα τσομπάνο για να μας δείξει το δρόμο που ζητούμε.
Όσον αφορά για τις εντολές και οι Εβραίοι από τότε αλλά κι εμείς ως σήμερα μια τουλάχιστο απ’ αυτές την τηρούμε κατά γράμμα. Εκείνη που λέει ‘’αγαπάτε τους εχθρούς υμών’’.
Παρ’ ότι μεταξύ μας μαλώνουμε και φαγωνόμαστε, εντούτοις αγαπούμε τους εχθρούς μας με το παραπάνω. Εμείς μάλιστα τους προσπέφτουμε και τους φιλούμε και τα χέρια.






Στυλιανός Χαρκιανάκης κατά Αυγουστίνου Καντιώτη.
‘’Ο Αυγουστίνος είναι ο επίσκοπος των τεσσάρων ψήφων’’.
‘’Είναι πονηρός και μας εξαπάτησε’’.

Πριν λίγες μέρες (στις 31.1.86) μίλησε στην εκκλησία του Αγίου Βασιλείου στο Brunswick της Μελβούρνης ο σεβασμιότατος αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ. Στυλιανός. Τόσο ο τόνος της φωνής του και το ύφος του, όσο και τα έντονα κι απειλητικά λόγια του, έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση στο πολυπληθές σχετικά ακροατήριο, που είχε συγκεντρωθεί από νωρίς για να ακούσει το ‘’κήρυγμα της αγάπης’’, όπως το χαρακτήριζαν ορισμένοι απ’ τους παρευρισκόμενους πριν ακόμα το ακούσουν.
Δε θα σχολιάσουμε την ομιλία του αρχιεπισκόπου. Αυτό ας το κάνουν οι αναγνώστες μας. Εμείς θα αναφερθούμε μόνο σε ορισμένα σημεία, τα οποία δείχνουν ολοκάθαρα, τόσο στον απλό αναγνώστη, όσο και στους άμεσα αρμόδιους κι υπεύθυνους φορείς, το πνεύμα του αρχιεπισκόπου Στυλιανού γύρω απ’ το οποίο ζει και κινείται η ‘’επίσημη’’  Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Αυστραλίας.
Ο αρχιεπίσκοπος Στυλιανός μας ξαναθύμισε προχθές κάποιο Λουδοβίκο της Γαλλίας και μέσα στο ναό του Αγίου Βασιλείου ξαναζωντάνεψε το αυταρχικό και δεσποτικότατο πνεύμα του μεσαίωνα.
«Η Εκκλησία της Αυστραλίας είμαι εγώ», είπε με έντονο ύφος ο δεσπότης των Αντιπόδων. «Κι από μένα εξαρτώνται κληρικοί και λαϊκοί. Οι πάντες. Κι όποιος λέγει διαφορετικά, κηρύσσει άλλο Ευαγγέλιο. Και τότε, ανάθεμα έστω» . . .«Και σεις,αν δεν πιστεύετε στας Συνόδους, να πάτε όπου θέλετε. Να πάτε στο ανάθεμα του Αποστόλου Παύλου» . . .
Η ομιλία έχει προγραμματιστεί για τις 7 το απόγευμα της Παρασκευής 31.1.86. Έχει γίνει σχετική ανακοίνωση πριν από μέρες απ’ τους ιερείς και στις εκκλησίες των άλλων ενοριών της Μελβούρνης, γι’ αυτό και αρκετός κόσμος συνέρευσε από μακρινές περιοχές στο Brunswick και γέμισε το ναό από νωρίς.
Ο αρχιεπίσκοπος έρχεται στις 7 και 30’, συνοδεία του επισκόπου Δέρβης Ιεζεκιήλ και πολλών παπάδων. Γίνεται μια μικρή προσευχή κι αρχίζει η ομιλία.
Στο μικρόφωνο ο Στυλιανός.
«Θα μιλήσουμε για κατεπείγοντα θέματα της Εκκλησίας. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία, τις σχέσεις της με τους πιστούς και με τις άλλες εκκλησίες.
Εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε οι Χριστιανοί. Οι άλλοι δεν έχουν ολόκληρη την αλήθεια, όπως αυτή γράφτηκε απ’ τις 7 Οικουμενικές Συνόδους. Και εκκλησίες που δεν πιστεύουν απόλυτα στις αλήθειες αυτές και δεν τις τηρούν κατά γράμμα καταστρέφονται. Παλαιότερα, οι εκκλησίες της Μ. Ασίας χρεωκόπησαν, γιατί οι επίσκοποί τους δεν έπραξαν σωστά το καθήκον τους. Οι επίσκοποι δεν πρέπει να κάνουν του κεφαλιού τους, αλλά ότι λένε οι Σύνοδοι και να μην αλλάζουν ούτε ένα γιώτα απ’ αυτά. Γι’ αυτό και προσευχόμαστε όλοι μας γι’ αυτούς. Να τους δίνει υγεία, μακροημέρευση και φώτιση ο Θεός».
‘’Εν πρώτοις, μνήσθητι Κύριε του αρχιεπισκόπου ημών, ων χάρισε υγεία, μακροημερεύοντα και ορθοτομούντα τον λόγον της Σης αληθείας’’, λέμε στην προσευχή μας. Φοβερή η στιγμή του σημείου αυτού της προσευχής του ποιμνίου υπέρ του αρχιεπισκόπου του. Κι αυτά δεν τα λέω εγώ επειδή είμαι αρχιεπίσκοπος. Τα είπαν και τά ‘γραψαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Αποστολή του επισκόπου, λοιπόν, είναι να ορθοτομεί τον λόγον του Ευαγγελίου. Του ενός και μόνον Ευαγγελίου. Του Ευαγγελίου του Χριστού, που είναι ένα και μοναδικό Ευαγγέλιο. Αυτό να ορθοτομεί κι όχι άλλο. Κι ο Απόστολος Παύλος είπε: ‘’Όστις φέρει άλλο Ευαγγέλιο ανάθεμα έστω’’. Ένα είναι το Ευαγγέλιο κι ένας είναι κι ο επίσκοπος της κάθε περιοχής, που θα τοκηρύξει και θα το διδάξει. Ένας είναι ο επίσκοπος της κάθε περιοχής, είτε αυτός λέγεται Πατριάρχης, Αρχιεπίσκοπος κλπ.. Όλοι οι ιεράρχες είναι επίσκοποι.
Οι συγκεντρωμένοι γύρω απ’ αυτόν, τον ένα και κανονικό επίσκοπο, αποτελούν την εκκλησία της περιοχής, η οποία είναι αυτοτελής στο χώρο της και που μαζί με τις άλλες όμοιες εκκλησίες αποτελεί τη συγκρότηση της μεγάλης Εκκλησίας του Χριστού. Όλες οι πράξεις και τα έργα της κάθε εκκλησίας είναι συνυφασμένα μεταξύ τους και ενωμένα δίνουν την οντότητα και την πληρότητα της Εκκλησίας. Όλες οι εκδηλώσεις της πίσης και της λατρείας είναι αλληλένδετες και τίποτα δεν γίνεται ξεχωριστό και ξεκομμένο απ’ τον κορμό της χριστιανικής τελετουργίας. Ακόμα και η τέλεση των μυστηρίων είναι τμήμα της θείας λειτουργίας . . .(αναφέρεται για λίγο στην τέλεση των μυστηρίων στη Ρωσία κλπ.).
Ο επίσκοπος, λοιπόν, κάθε εκκλησίας, ο ένας και κανονικός επίσκοπος, νουθετεί και κατευθύνει την εκκλησία, ορθοτομώντας τον λόγον του Θεού. Αυτός και μόνον αυτός, είναι ο χριστιανικός δάσκαλος και κήρυκας του Ευαγγελίου του Χριστού. Μπορεί να έχετε πολλούς παιδαγωγούς και δάσκαλους λαϊκούς. κήρυκας, όμως, του Ευαγγελίου και δάσκαλος της αλήθειας του Χριστού είναι μόνον ένας. Ο επίσκοπος της κάθε περιοχής. Οι λαϊκοί θεολόγοι, που κηρύττουν και εξηγούν το ευαγγέλιο πράττουν προτεσταντισμό. Ο επίσκοπος κηρύττει και ορθοτομεί κι αυτός είναι ο γνωρίζων και ρυθμίζων. Αυτός είναι το επίκεντρο της εκκλησίας της περιοχής του και κανείς άλλος. Η Εκκλησία της Αυστραλίας είμαι εγώ κι όλοι εξαρτώνται από μένα. Κληρικοί και λαϊκοί. Οι πάντες. Και όποιος λέγει διαφορετικά κηρύσσει άλλο Ευαγγέλιο. Και τότε ανάθεμα έστω.
Ρυθμιστές της εκκλησίας είναι οι επίσκοποι κι αυτοί προήγαγαν και λάμπρυναν την εκκλησία στους αιώνες. Οι επισκοπικοί κατάλογοι είναι πνευματική συνέχεια κι αποτελούν την ιστορία και το παρελθόν της Εκκλησίας, η οποία πιστεύει ένα και μόνο Θεό. Ο Θεός είναι ένας. ‘’Πιστεύω σε ένα Θεό, πατέρα, παντοκράτορα . . ., λέγει το Πιστεύω μας. Σε ένα Θεό, τριαδικό όμως. Στην Αγία Τριάδα, που αποτελείται από τρία πρόσωπα. Όχι μορφές ή όψεις. Τρία πρόσωπα αυτόνομα, που συνυπάρχουν και αποτελούν τον ένα Θεό. Τα πρόσωπα αυτά είναι ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Ο Πατήρ γεννά. Ο Υιός γεννιέται και το Πνεύμα πέμπεται. Κανένα πρόσωπο δεν είναι μεγαλύτερο ή μικρότερο απ’ το άλλο. Όλα είναι ίσα κι όλα δρουν και ενεργούν σαν ένα πρόσωπο. Και η Εκκλησία είπε, ότι τα τρία πρόσωπα είναι ένα κατά την ουσία. Με κέντρο της ουσίας την αγάπη. Απέραντη αγάπη είναι ο Θεός. Γι’ αυτό κι αγάπη πρέπει να δεσπόζει την Εκκλησία.
Εκκλησία δεν είναι μόνον οι πιστοί, ούτε μόνον οι άνθρωποι. Εκκλησία είναι τα πάντα. Έμψυχα και άψυχα, τα οποία συνυπάρχουν στη δημιουργία του Θεού και τα οποία θα πρέπει εν καιρώ να ενωθούν. Να ξαναγυρίσουν στην αγκαλιά του Θεού, γιατί είναι η περιουσία του. Πρέπει να ξαναεπιστρέψουν όλα σ’ αυτό, για να τα καταστήσει κοινωνούς της θέωσής του. Έτσι κι ο τελευταίος κόκκος της κτιστής και της άκτιστης ύλης θα πρέπει να ξαναγυρίσει στην αγκαλιά του Θεού.
Ο Ορθόδοξος Χριστιανός δεν κρατάει τη χάρη του Θεού και το Πνεύμα και το φως της σωστής χριστιανοσύνης μόνον για τον εαυτό του. Το μεταδίδει και στους άλλους, για να τραφεί και να φωτιστεί ολόκληρο το σώμα της Εκκλησίας και των δημιουργημάτων του Θεού. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος είπε ότι, αν το στομάχι κρατήσει όλη την τροφή για τον εαυτό του και αν το μάτι δεσμεύσει για λογαριασμό του όλο το φως που συλλαμβάνει, τότε το υπόλοιπο σώμα δεν θα τραφεί και δεν θα φωτιστεί. Έτσι κι ο ορθόδοξος χριστιανός πρέπει να μεταδίδει την αλήθεια του υαγγελίου και των Συνόδων στους άλλους ανθρώπους. Στον κάθε άνθρωπο. Κι όποιος δεν πιστεύει στην αλήθεια του Ευαγγελίου δεν είναι χριστιανός. Κι ας πάει όπου θέλει. Και σεις, αν δεν πιστεύετε στας Συνόδους, να πάτε όπου θέλετε. Να πάτε στο ανάθεμα του Αποστόλου Παύλου.
Πολλοί κάνουν τον ιερέα και τον ιερωμένο. Φοράνε τα ίδια (με μας) ρούχα και νομίζουν πως είναι ιερείς, διατηρώντας ακόμα και εκκλησίες και κάνοντας και μυστήρια. Αν κοινωνήσετε σε άλλη εκκλησία εκτός απ’ την κανονική παίρνετε φωτιά κι όχι Χριστού Κοινωνία.
Ο επίσκοπος είναι εκείνος που θα δώσει τη σωστή ερμηνεία της Γραφής. Ο καθένας σήμερα, ακόμα κι ο πιο άσχετος σαν και σας, δίνει τη δική του ερμηνεία. Γι’ αυτό είπαν, ότι η Αγία Γραφή ενώνει όλους όταν είναι κλειστή. Τους διασκορπίζει δε μόλις ανοιχτεί. Η εκκλησία θα σου πει τι λέγει η Αγία Γραφή κι όχι εσύ μόνος σου. Και τη σωστή ερμηνεία την δίνει η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελείται από 14 αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Πολλές προσπάθειες έγιναν για την ένωση των Εκκλησιών. Όλων των Εκκλησιών που πιστεύουν στο Χριστό. Κι όλες αυτές οι προσπάθειες ξεκίνησαν απ’ την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Το 1902, το Οικουμενικό Πατριαρχείο έβγαλε την πρώτη περί ένωσης εγκύκλιο. το 1905 τη δεύτερη. Το 1920 την τρίτη, που απευθύνονταν προς όλες τις εκκλησίες του Χριστού και ζητούσε απ’ αυτές να ενωθούν. Και σήμερα συζητούμε την ένωση. Ένωση, όμως, κατά το πνεύμα του Χριστού κι όχι με συμβιβασμούς και παζάρια.
Το 1947 έγινε το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, κάτι σαν τον ΟΗΕ των κρατών, με πρωτοστάτη και πάλι την Ορθόδοξη Εκκλησία. Οι ιεράρχες μας είδαν, ότι οι πολιτικοί έκαμαν την ΚΤΕ αρχικά κι ύστερα τον ΟΗΕ και είπαν: Αυτοί κατάφεραν και ενώθηκαν. Γιατί να μην ενωθούμε και μεις;
{Σημείωση δική μας: Οι κηρύττοντες ανταγωνισμούς κοινωνικών και πολιτικών συστημάτων και πάλες τάξεων κατάφεραν και ενώθηκαν κάπως. Οι κηρύττοντες αγάπη διχάζονται από αιώνες}.
Από το 1980κι εδώ, γίνονται νέες προσπάθειες συνεννόησης, αλλά η Καθολική Εκκλησία επιμένει στις απόψεις της, παρ’ ότι εμείς οι Ορθόδοξοι τους βοηθήσαμε να δουν πολλές αλήθειες. Στις προσπάθειες αυτές της Εκκλησίας μας πήραμε και μεις (εννοεί τον εαυτό του) ενεργό μέρος.
Ταξιδάψαμε πολύ στην Ουψάλα, στο Βανκούβερ, στη Γενεύη κι αλλού. Αλλά, τα ταξίδια αυτά δεν είναι ταξίδια αναψυχής. Είναι ταξίδια επίπονα και κουραστικά. Ταξίδια προσπαθειών και εγρήγορσης. Ταξίδια που προσθέτουν νέες φροντίδες και νέα βάρη στα πολλαπλά καθήκοντά μας. Δεν είμαι ιεράρχης μιας μικρής και πανομοιογενούς περιοχής χωρίς προβλήματα, χωρίς αλλόδοξους, χωρίς την ύπαρξη ούτε ενός καθολικού. (Μάλλον εννοεί την περιοχή του Καντιώτη). Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ευρύτατη αρχιεπισκοπή και να παλαίψουμε με πολλά εμπόδια.
Ο Μάρκος ο Ευγενικός, ο μεγάλος εκείνος θεολόγος, που επ’ ουδένα λόγω δέχτηκε να υπογράψει το Σύμφωνο της Ένωσης των Εκκλησιών με τους όρους του πάπα . . . (εδώ το μικρόφωνο παθαίνει έντονες διαλείψεις και δεν ακούγεται καλά). . . Έτσι το έκριναν τότε οι Σύνοδοι. Τίποτα δεν θα κρίνετε εσείς οι άσχετοι. Θα το κρίνει η Σύνοδος (ομιλεί προκλητικά και απειλεί). Μεταννοείτε πριν μ’ αναγκάσετε να σας κόψω την επαφή με την εκκλησία και την θεία Κοινωνία. Ό,τι κάνετε θα πρέπει να είναι εν γνώσει του επισκόπου σας. ‘’Ο πράττων τι λάθρα του επισκόπου του, τον διάβολον διακονεί’’.

Εδώ κάπου τελειώνει η ομιλία του αρχιεπισκόπου κι αρχίζουν οι ερωτήσεις, τις οποίες προδηλώνει πως θα δεχθεί ευχαρίστως και στις οποίες προτίθεται να απαντήσει.
Στο μικρόφωνο έρχεται μια γυναίκα, που απ’ τα λεγόμενά της βγαίνει, πως κάποτε έκανε κατηχητικό σε κάποια περιοχή κι όλως τυχαία βρήκε ένα βιβλίο του Καντιώτη, βοήθημα στο μάθημά της κλπ.. Αναφέρεται στον Καντιώτη χωρίς να κάνει καμιά συγκεκριμένη ερώτηση.
Ο Στυλιανός απαντά: ‘’Αναφέρθηκες στον Καντιώτη, στο βθβλίο του κλπ. κλπ.. Ο Αυγουστίνος, όταν ήταν αρχιμανδρίτης, αρνήθηκε τότε που του έγινε πρόταση να βάλει υποψηφιότητα επισκόπου, γιατί έλεγε δεν ήταν κατά τη γνώμη του αρκετοί οι δώδεκα στην αρχή και τριάντα κατόπι επίσκοποι της Συνόδου που θα έκαμναν την εκλογή. Μάλιστα είχε πει, ότι θα πρέπει οι εκλογές των επισκόπων να γίνονται όχι μόνο από κληρικούς αλλά και από λαϊκούς. Αυτό μας εντυπωσίασε στην αρχή και θαυμάσαμε την δημοκρατική του ευαισθησία. Ύστερα από λίγο, όμως, τον καιρό της χούντας, δέχτηκε την απόφαση της αριστίνδην Συνόδου των δικτατόρων, που αποτελούνταν από 7 διαλλεγμένους από τη χούντα αρχιερείς και βγήκε επίσκοπος με 4 ψήφους. Αυτός είναι ο Αυγουστίνος. Είναι ο επίσκοπος των 4 ψήφων. Κι αν θέλετε να του το πείτε και να του το γράψετε.
Ο Αυγουστίνος είναι πονηρός. Ζητάει βοήθειες και του τις δίνουμε. Του ζητάμε έναν ιερέα που δεν τον χρειάζεται στην περιφέρειά του κι ούτε απαντά στα γράμματά μας. Δεν έχει καιρό να απαντήσει ο Καντιώτης στα γράμματα της αρχιεπισκοπής της Αυστραλίας. Έχει, όμως, καιρό να ξεσηκώνει με τα τηλεφωνήματά του τους παπάδες της Αυστραλίας.
Ο Καντιώτης είναι πονηρός και μας εξαπάτησε.
{Σημείωση δική μας: Δηλαδή είναι πονηρός, διαβολέας και απατεώνας. Να χαρακτηρισμοί από ιεράρχη προς ‘’άγιον αδελφόν’’ και να αρετές για ιεράρχη. Αυτά τα τρομερά κουσούρια πώς άραγε ξέφυγαν απ’ την προσοχή του Αγίου Πνεύματος την ώρα της εκλογής του Αυγουστίνου και της επιφοίτησής του επί της κεφαλής του ‘’Θεοπρόβλητου’’ Ιεράρχη;}.
Στη συνέχεια το λόγο παίρνει ένας νεαρός, ονόματι Διαμαντής, κουνιάδος όπως λένε του παπα-Ηλία απ’ την εκκλησία του Coburg. Ο Διαμαντής λέει ότι γνώρισε το σεβασμιότατο Στυλιανό στη Θεσσαλονίκη και θαύμασε την ανθρωπιά και το ήθος του κλπ. κλπ. και του ψάλλει αίνους και εγκώμια για αρκετή ώρα. Το ακροατήριο διαμαρτύρεται και ζητάει απ’ το νεαρό να σταματήσει τα θυμιάματα και να κάνει την ερώτησή του, αν έχει καμιά.
Ο νεαρός επιμένει στο χαβά του, παρ’ ότι οι γύρω του κληρικοί του συνιστούν να σταματήσει. Κάποτε κι ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος, ενοχλημένος ίσως απ’ τους ασταμάτητους επαίνους του Διαμαντή, νιώθει την ανάγκη να επέμβει και σηκώνεται όρθιος. Πλησιάζει σιγά-σιγά στο μικρόφωνο, προσπαθώντας να εκτοπίσει το θερμόαιμο μελωδό του απ’ αυτό, γιατί οι αίνοι τράβηξαν πολύ. Ο νεαρός φεύγει κι ο αρχιεπίσκοπος με τη σειρά του λέει λίγα κολακευτικά λόγια για το Διαμαντή (τον απροσδόκητο ίσως υμνωδό του) και τον ευχαριστεί.
Πολλοί ζητούν το λόγο κι ορισμένοι επιμένουν. Σε κάποιον, που όρθιος επιμένει έντονα να μιλήσει, ο σεβασμιότατος του λέει νευρικά.
- Δεν σου δίνω το λόγο εσένα.
- Μα πρέπει να μιλήσω κι εγώ, λέει δυνατά για να ακουστεί ο λαϊκός.
- Δεν σου δίνω το λόγο, επαναλαμβάνει έντονα ο αρχιεπίσκοπος και προσθέτει νευρικά. Ο ναός είναι της Ιεράς Αρχιεπισκοπής. Είναι δικός μου. Κι εγώ κάνω κουμάντο εδώ μέσα. Κάθισε κάτω αλλιώς θα σε βγάλω έξω.
Οι διαμαρτυρίες απ’ το πλήθος γίνονται εντονότερες. Ένας σηκώνεται κι ομιλεί για το Μάρκο τον Ευγενικό. Ο επίσκοπος Δέρβης, όμως, πληροφορεί το Στυλιανό, ότι ο ομιλών είναι παλιοημερολογίτης κι ο αρχιεπίσκοπος του αφαιρεί το λόγο, τον οποίο δεν του είχε δώσει. Εκείνος κατηγορεί το Ιερατείο. Ο αρχιεπίσκοπος τον διακόπτει προσθέτοντας.
- Ο αξιωματικός που φοράει το χακί δεν ελέγχεται για το τι κάνει όταν πάει σαν απεσταλμένος στο ΝΑΤΟ και σ’ άλλες αποστολές. (Ίσως να εννοεί, δεν ελέγχετε από σας). Εσείς γιατί θέλετε να ελέγχετε τους αρχιερείς;
Κάτι είπε κάποιος που δεν ακούστηκα καθαρά. Πολλοί χειροκροτούν.
- Όχι χειροκροτήματα προς τους ομιλητές μέσα στο ναό. (Φωνάζει ο αρχιεπίσκοπος).
- Δεν χειροκροτούμε τον ομιλητή, απαντά κάποιος δειλά, αλλά την αλήθεια.
Νέα χειροκροτήματα ξεσπούν. Πιο έντονα τώρα.
Ο αρχιεπίσκοπος κατηγορεί το ακροατήριό του σαν όχλο που κάνει φασαρία κατά σύστημα.
- Έχω να κάμω με κακόγνωσσους και κακοπροαίρετους, φωνάζει δυνατά και προσθέτει. Εγώ είμαι η Εκκλησία της Αυστραλίας κι όσοι δεν συμφωνούν, να κάμουν, αν θέλουν, έγγραφο στο Πατριαρχείο και να αναφέρουν τις απόψεις τους. Και συνεχίζει δυνατά. Παρ’ όλη τη ζέστη και παρ’ ότι ίδρωσα, επειδή επιμένω να φορώ το πατροπαράδοτο τιμημένο κι ιερό ράσο, θα ήθελα να μιλήσουμε ακόμα. Με τέτοιο πνεύμα, όμως, δεν μπορώ να συνεχίσω τη συζήτηση.
 Μ’ αυτά τα λόγια φεύγει ο αρχιεπίσκοπος απ’ το μικρόφωνο κι ο κόσμος φεύγει απ’ την εκκλησία. Έξω απ’ το ναό, συγκεντρωμένοι σε μεγάλα γκρουπς οι μέχρι προ ολίγου ακροατές, κρίνουν και επικρίνουν τα λόγια και τη στάση του αρχιεπισκόπου τους. Κάποιος παρατηρεί το συνομιλητή του για τα καυστικά επίθετα που μεταχειρίζεται χαρακτηρίζοντας το Στυλιανό και του συνιστά να χρησιμοποιεί ηπιότερη γλώσσα. Κι εκείνος του απαντά.
- Εδώ άγιος ιεράρχης αποκάτελε πονηρό και απατεόνα άγιο ιεράρχη και μάλιστα μέσα στο ναό και συ ζητάς ψύλλους στ’ άχυρα έξω απ’ το ναό;


ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 1988 ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

ΣΑΛΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ στο πανελλήνιο η αρχική στάση της αυστραλέζικης κυβέρνησης και ιδιαίτερα του υπουργού Πολιτισμού της μακρινής Ηπείρου, σχετικά με την εκεί προγραμματισμένη έκθεση των ευρυμάτων της αρχαίας Μακεδονίας. Ο χαρακτηρισμός αυτός των σπουδαίων και βαρυσήμαντων από κάθε άποψη αρχαιοτήτων, φαίνεται πως ξένισε τον Αυστραλό υπουργό Πολιτισμού και τον ώθησε, ώστε να εκδηλώσει τόσο έντονα και τόσο ανεδαφικά τις άδικες και αδικαιολόγητες αντιρρήσεις του. Το όλο θέμα προέκυψε από την παράβλεψη από μέρους του κυρίου υπουργού, μιας βασικής και ουσιωδέστατης ιστορικής αλήθειας.
Θα θέλαμε να πιστεύουμε, πως η άγνοια της ιστορικής αυτής πραγματικότητας και όχι κάποια πολιτική, κομματική ή άλλη παρεμφερής σκοπιμότητα ώθησε τους αρμόδιους της αυστραλέζικης κυβέρνησης στο να πάρουν αρχικά τη λανθασμένη και απαράδεκτη θέση που πήραν.
Είναι φανερό, για όσους γνωρίζουν από κοντά τα πράγματα, πως, εκτός από την άγνοια, την οποία εμείς δύσκολα θα μπορούσαμε να παραδεχτούμε σα μοναδικό και απόλυτο παράγοντα και άλλοι λόγοι και πιέσεις συνέβαλαν στο να πάρει ο κ. υπουργός της κατά τα άλλα φιλικής Αυστραλίας την τόσο εχθρική προς την ιστορία στάση του.
Οι λεπτομέρειες και τα επακόλουθα της πρόσκαιρης κρίσης είναι γνωστά σχεδόν σε όλους από τα πρόσφατα δημοσιεύματα των εφημερίδων και από τα σχετικά δελτία της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου, γι’ αυτό και δε θα ασχοληθούμε μ’ αυτά. Εκείνο που θα μας απασχολήσει, είναι τα αίτια που συνέβαλαν στο να φτάσουν τα πράγματα εκεί που έφτασαν και οι υπεύθυνοι για την τόσο χονδροειδή «ενημέρωση» του κ. υπουργού, σε ό,τι αφορά την πραγματικότητα του πανάρχαιου αυτού μακεδονικού χώρου.
Σπασμωδικές προσπάθειες της τελευταίας στιγμής για την απόδειξη (αν χρειάζεται!!) της ελληνικότητας και της προβολής της πραγματικής ιστορίας της Μακεδονίας, αρχαιολόγων και αρθρογράφων είδαν το φως της δημοσιότητας μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Βέβαια και νωρίτερα έγιναν, από ελληνικής πλευράς και άλλες αξιόλογες, πιο συστηματικές και πιο επιστάμενες απόπειρες αντικειμενικής διαφώτισης της κοινής γνώμης και ιδιαίτερα της ξένης, για το σοβαρό αυτό εθνικό θέμα και καταβλήθηκαν προσπάθειες, ώστε να χυθεί άπλετο επιστημονικό φως από Έλληνες, Αυστραλούς και άλλους ξένους επιστήμονες στο τόσο μεθοδικά διαστρεβλωμένο και έντεχνα συσκοτιζόμενο καθημερινά «μακεδονικό θέμα.» Και έντονα παραδείγματα αυτών των προσπαθειών, είναι το πρόσφατο (Φεβρουάριος 1988) επιστημονικό συνέδρειο, που έγινε στη Μελβούρνη, η ίδρυση στην ίδια πόλη, Ινστιτούτου Μακεδονικών Μελετών, τα τόσα ιστορικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν σ’ αυτό ή γράφτηκαν κατά καιρούς στον ελληνικό και ξένο Τύπο της Αυστραλίας.
ΟΛΕΣ ΟΜΩΣ ΑΥΤΕΣ τις καλές –αν και καθυστερημένες- προσπάθειες μιας αξιόλογης μερίδας Ελλήνων, επισκιάζει και αποδυναμώνει η συστηματικά, εγωιστικά και επίμονα καλλιεργούμενη διαίρεση των απόδημων, η οποία από πολλές σκοπιές κινούμενη, μεθοδεύεται από άγνωστες αλλά και ταυτόχρονα γνωστές δυνάμεις, που θρονιάστηκαν στην ελληνική παροικία της Αυστραλίας και επιμένουν εγωιστικά και με πείσμα να παίζουν το ρόλο του ηνίοχου και του οδηγητή δήθεν των 750 χιλιάδων Ελλήνων των Αντιπόδων. Στα κυκλώματα αυτά και στη διαίρεση Εκκλησίας και λαού, θα πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια της αδυναμίας της πολυάνθρωπης μεν, αλλά κατακερματισμένης, ελληνικής παροικίας, να προβάλει σθεναρή και προς όλες τις κατευθύνσεις αντίσταση στις ξενοκίνητες και αντεθνικές προπαγάνδες, οι οποίες, ούτε λίγο ούτε πολύ, έχουν το θράσος να επιχειρούν να ανατρέψουν ακόμα και αδιάσειστα ιστορικά στοιχεία, θεμελιωμένα από πληθώρα αδιάβλητων τεκμηρίων, που μας άφησαν διάσπαρτα και ριζωμένα στη μακεδονική γη τα προγονικά ελληνικά φύλα, που πέρασαν και έζησαν για χιλιετίες σ’ αυτήν.
Οι ισχυρογνωμίες, όμως, ο ετσιθελισμός και τα καμώματα ορισμένων «άνωθεν πεμφθέντων» «ηγετών» της παροικίας, διάβρωσαν και διαβρώνουν τη συνοχή του απόδημου Ελληνισμού της Αυστραλίας, άμβλυναν και αμβλύνουν το σθένος και την αντοχή του και μείωσαν και μειώνουν κάθε μέρα την ανθεκτικότητά του στα ορμητικά και στα καθημερινά εξογκούμενα κύματα της ξένης προπαγάνδας.
Τη διαβρωτική αυτή τακτική της ηγεσίας του απόδημου Ελληνισμού της Αυστραλίας τη γνωρίζουμε εμείς οι απόδημοι σε όλο της το μέγεθος, γιατί τη ζήσαμε σε όλη της την εξέλιξη και τη ζούμε σε όλη της την ένταση κάθε μέρα. Την είδαν από κοντά, όμως, και την έζησαν ως ένα βαθμό και στις λεπτομέρειές της και πολλοί αρμόδιοι της ελληνικής κυβέρνησης που επισκέφθηκαν την Αυστραλία τα τελευταία 5-6 χρόνια. Ιδιαίτερα ο σημερινός υπουργός Μακεδονίας – Θράκης κ. Σ. Παπαθεμελής, οι Έλληνες ακαδημαϊκοί και οι καθηγητές των πανεπιστημίων μας, που πήραν μέρος στο τελευταίο επιστημονικό συνέδριο, που έγινε στη Μελβούρνη και το οποίο προανέφερα –των οποίων ο κατάλογος είναι μακροσκελής, γι’ αυτό και δε θα τον αναφέρω- γνώρισαν και γεύτηκαν και οι ίδιοι την επικρατούσα εκεί θλιβερή κατάσταση των αυτοτιτλοφορούμενων «ηγετών» της παροικίας και είδαν απογοητευμένοι την αρνητική τους θέση, τις ασχήμιες των ενεργειών τους και την κατάπτωση του ήθους των τάχα πρωτοπόρων της πολυπληθούς αλλά εξαιτίας τους δεινοπαθούσας παροικίας μας.
ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΠΕΡΙΠΟΥ γεύση πήραν και οι υπουργοί Π. Βάλβης, Φ. Πετσάλνικος, Γ. Παπανδρέου, η Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού, οι κύριοι Γ. Ζίγδης, Ν. Ψαρουδάκης και άλλοι πολλοί, που επισκέφθηκαν παλαιότερα τη Μελβούρνη. Μάλιστα, ορισμένους από τους παραπάνω επισήμους είχαμε την ευκαιρία να τους ενημερώσουμε, όχι μόνο προφορικά αλλά και εγγράφως και να τους δώσουμε συγκεκριμένα στοιχεία για τα διαδραματιζόμενα στην Αυστραλία. Σχετική εικόνα μας δόθηκε η ευκαιρία να δώσουμε και στους άλλοτε  ή τώρα υπουργούς Γ. Γεννηματά, Α. Τρίτση, Ε. Κουλουμπή και λοιπούς.
Τι έκαμαν, όμως, για όλα αυτά ως τώρα οι αρμόδιοι; Στην ουσία τίποτα. Ποια μέτρα πήρε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Εκκλησία της Ελλάδας για να προλάβει, ή έστω να σταματήσει τη διάσυρση του ελληνικού και του ορθόδοξου ονόματος στο εξωτερικό, που τόσο έγκαιρα προβλέψαμε; Μάλλον κανένα. Έτσι, Πολιτεία και Εκκλησία, για να μη δυσαρεστήσουν «προσωπικότητες» (διάβαζε πέτρες σκανδάλων), αντί να αντιμετωπίσουν το τόσο οξύ και τόσο σοβαρό θέμα σθεναρά και κατά πρόσωπο, λοξοδρόμησαν.
Παρέκαμψαν έντεχνα τα εμπόδια, αντί να τα ισοπεδώσουν και αγνόησαν τα πάντα. Τώρα, φάνηκαν ξαφνιασμένοι και ενοχλημένοι από τη σφοδρότητα της ξένης προπαγάνδας και την ηθελημένη ιστορική άγνοια ξένων υπουργών. Ίσως μάλιστα, να ρίχνουν και ένα μέρος της ευθύνης στη μάζα των ξενητεμένων Ελλήνων της Αυστραλίας. Η μάζα, όμως, εγκαταλειμμένη συστηματικά στους ετσιθελισμούς ορισμένων, διαβρωμένη μεθοδικά και θρυμματισμένη σκόπιμα, χάνει τη συνοχή και το βάρος της. Η αντίστασή της γίνεται μικρή και η αντοχή της ελαττώνεται επικίνδυνα. Γι’ αυτό και επιβάλλεται, έστω και τη δωδεκάτη ώρα, πριν η αντοχή της εξανεμισθεί τελείως, να σπεύσουν να συμβάλουν οι αρμόδιοι της Ελλάδας στην ανασυγκρότηση και ανασύνταξη των τάξεων των ξενιτεμένων Ελλήνων και να τις παρατάξουν αχρωμάτιστες και ακομμάτιστες στις επάλξεις του έθνους. Και η ανασυγκρότηση πρέπει ν’ αρχίσει από τους υποτιθέμενους αρχηγούς της εκεί παροικίας.
Εμείς, η μάζα, είπαμε το παράπονό μας πολλές φορές ως τώρα. Το ξαναλέμε πάλι με περισσότερη ένταση και μεγαλύτερο πόνο, τώρα, μάλιστα, που μας δικαίωσαν, δυστυχώς, τα πράγματα. Οι σημερινοί ρυθμιστές της πορείας και του μέλλοντος της φυλής ας το ακούσουν και ας το προσέξουν. Αν κάποιος από αυτούς συγκινηθεί πραγματικά –κι ελπίζουμε πως σήμερα θα συγκινηθούν πολλοί- και θελήσει περισσότερα και πιο συγκεκριμένα στοιχεία, θα είμαστε στη διάθεσή του όσον καιρό βρισκόμαστε στην Ελλάδα και, για το καλό της ομογένειας, θα του τα προσφέρουμε ευχαρίστως και με κάθε γνωστή μας λεπτομέρεια.

Κύριε διευθυντή,
Συμφωνώ απόλυτα με τις απόψεις του Διευθυντή της Ορθόδοξης Ακαδημίας Κρήτης κ. Παπαδερού, όπως τις διατύπωσε στη συνέντευξή του με το 3ΕΑ την περασμένη Τρίτη (5/3/91). Πραγματικά επιβάλλεται να υπάρχει παντού και πάντοτε ο διάλογος και είναι γενικώς παραδεκτό, πως σε εποχές δικτατοριών επικρατεί ο μονόλογος.
Υποστηρίζω ανεπιφύλαχτα τα λόγια του κ. Παπαδερού, πως ‘’όταν ο λαός αναγκάζεται να σιωπαίνει, οφείλει να ομιλεί η Εκκλησία’’.
Και πράγματι, η Εκκλησία της Ελλάδας κι ολόκληρη σχεδόν η Ιεραρχία της Ορθοδοξίας ‘’μίλησε’’ τον καιρό της χουντικής επταετίας. Τι είπε όμως; Τι είπε τότε, που η ελευθερία του ελληνικού λαού καταπατιόταν και στραγγαλίζονταν και η παγκόσμια κατακραυγή κορυφώνονταν και με τη δριμύτητά της μαστίγωνε τη βία των δικτατόρων και συμπαραστέκονταν με θέρμη κι αποφασιστικότητα στον πάσχοντα ελληνικό λαό; Τότε, ο πατριάρχης Αθηναγόρας ασυγκίνητος συμπαραστέκονταν και ένθερμα ευλογούσε τους δικτάτορες.
Ο προκαθήμενος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με μια δήλωσή του, που έκανε στην Κωνσταντινούπολη στις 15/5/69, αντέκρουε την παγκόσμια κατακραυγή κατά των δικτατόρων λέγοντας: ‘’Εγώ γνωρίζω και βλέπω, ότι ο ελληνικός λαός έχει πλήρη ελευθερία . . .’’
Τα λόγια αυτά του πατριάρχη έφτασαν τότε στα αφτιά του καταδυναστευόμενου ελληνικού λαού σαν απόηχος των λόγων των αρχιερέων της Πόλης, που έζησαν και ‘’έδρασαν’’ στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Οι αγωνιζόμενοι κατά της δικτατορίας Έλληνες τα δέχτηκαν τότε, όπως δέχτηκαν και οι πρόγονοί τους, αγωνιστές του 1821 και 1854, τους αφορισμούς του Γρηγορίου του Ε’ και του Άνθιμου του Στ’.
Ο διάδοχος του Αθηναγόρα, Δημήτριος, μέσω του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Λεωνίδα, στέλνει το Σεπτέμβριο του 1972, με την ευκαιρία της Έκθεσης Θεσσαλονίκης, μήνυμα στη Χούντα με το οποίο ευλογεί και ‘’κατασπάζεται’’ τους συνταγματάρχες.
Ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Βενέδικτος, τον Αύγουστο του 1968, παρασημοφορεί τους δικτάτορες με τα ανώτατα παράσημα του Πατριαρχείου του και τους ονομάζει ‘’Μεγάλους Σταυροφόρους του Τάγματος των Ορθοδόξων Σταυροφόρων του Παναγίου Τάφου’’, εκφωνώντας κολακευτικότατο γι’ αυτούς λόγο.
Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Νικόλαος έρχεται στην Αθήνα στις 6 Μαΐου 1969 σαν ταπεινός προσκυνητής της χούντας. Ο αρχιερέας Νικόλαος δεν είναι ένας απλός ιεράρχης. Είναι μέγας τιτλούχος και πομπώδης μεγιστάνας της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Είναι ο ‘’Μακαριότατος πάπας και πατριάρχης Αλεξανδρείας, της Μεγάλης Πόλης, Λιβύης, Πενταπόλεως, Αιθιοπίαςκαι πάσης Αφρικής –οι τίτλοι συνεχίζονται- Πατήρ Πατέρων, Ποιμήν Ποιμένων και Αρχιερεύς Αρχιερέων –κι ακόμα- Τρίτος και Δέκατος των Αποστόλων και Κριτής της Οικουμένης’’.
Αυτός, λοιπόν, ο πολυτιτλούχος ‘’πρωτοχριστιανός’’ έρχεται στην Αθήνα, προσκυνητής και ικέτης της χούντας και σαν Κριτής της Οικουμένης, κρίνει τα ‘‘θεάρεστα’’ έργα των συνταγματαρχών και, ανάμεσα στους αίνους, στα εγκώμια και στα πολλά θυμιάματα, απονέμει στον Παπαδόπουλο το ‘’Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Λουκά.’’
Στην τελετή της απονομής, ο πατριάρχης είπε μεταξύ άλλων στους δικτάτορες πως ‘’ . . . σύμπασα η Εκκλησία της Αλεξανδρείας και της Ελλάδος αλλά και οι απανταχού Έλληνες Χριστιανοί ευρίσκονται παρά το πλευρόν σας, γιατί ο Θεός σας εξέλεξεν ως όργανόν Του . . . Να φέρετε εις πέρας το έργον το οποίον σας ανέθεσεν η Πρόνοια του Θεού . . .’’
Δεν έβλεπε φαίνεται ο ‘’άγιος’’ πέρα απ’ το μέγαρο του Πατριαρχείου του. Δεν άκουγε τις οιμωγές των χιλιάδων βασανιζόμενων Ελλήνων κι ούτε μάθαινε τίποτα για τα μαζικά συλλαλητήρια του απανταχού της Οικουμένης Ελληνισμού και τις εντονότατες κατά της χούντας διαμαρτυρίες του. Δεν άκουγε τις κραυγές και τις κατακραυγές των άλλων λαών που συνέπασχαν και συναγωνίζονταν με τον ελληνικό και δεν μάθαινε τίποτα για τη στάση της πλειονότητας των κυβερνήσεων της Ευρώπης και των άλλων χωρών του κόσμου.
Για τα έργα και τις ημέρες του ‘’χουντοπρόβλητου’’, όπως τον αποκαλούσε ο Γ. Παπανδρέουαρχιεπισκόπου Ελλάδας Ιερώνυμου, ίσως δεν χρειάζεται να ειπωθεί τίποτα. Το όνομά του λέει πολλά και η πολιτεία του, παρ’ ότι απίστευτη είναι αληθινή και γνωστότατη στον ελληνικό λαό.
Ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Λεωνίδας υπήρξε αναμφίβολα ένας απ’ τους μεγαλύτερους υμνολόγους και στυλοβάτες της δικτατορίας. Τόσο πολύ είχε εξοκείλλει ο ‘’άγιος’’ αυτός τις μέρες εκείνες, θαυμάζοντας και κολακεύοντας τη χούντα, που παρέβαλε τη Δέσποινα του Παπαδόπουλου με την Παναγία. ‘’Δύο Δεσποίνας έχομεν’’, έλεγε. ‘’Μίαν εις τους ουρανούς, την Παναγίαν και άλλην εις την γην την κυρίαν Προέδρου’’.
‘’Ο άγιος Θεσσαλονίκης υπήρξε, χωρίς υπερβολή, ο υπ’ αριθμ. 1 κράχτης εκείνου του καθεστώτος’’, έγραφε η ‘’Χριστιανική’’ στις 5/12/73.
Αλλά την κυρία Παπαδοπούλου δεν ‘’ετίμησε’’ μόνο ο ‘’άγιος’’ Λεωνίδας. Τη Δέσποινα αναγόρευσε σε Παναγία και ο Χαρίτων Κιλκίς, όπως αναφέρει η ίδια εφημερίδα σε άρθρο της, γραμμένο στις 3/8/74.
Και ο μητροπολίτης Ηλείας Αθανάσιος δεν έπεσε παρακάτω σε κολακεία και ραγιαδισμό. Τον Απρίλιο του 1973, στα εγκαίνια της δανειστικής βιβλιοθήκης του Γυμνασίου Θηλέων της Αμαλιάδας, ανακήρυξε ‘’αγία’’ τη γυναίκα του πραξικοπηματία περιφερειακού διοικητή Πελοπονήσου και Δ. Στερεάς και ισοβήτη τώρα Αντ. Λέκκα.
‘’Παιδιά μου’’, είπε ο Αθανάσιος, ‘’δύο Αγίας Αικατερίνας έχομεν. Μίαν την πανεύφημον νύμφην του Χριστού Αικατερίνην και την δευτέραν, την ερίτιμον σύζυγον του αγαπητού και σεβαστού μας, πραγματικού πρωτεργάτου του Γεωργίου Παπαδοπούλου και εμού, κυρίαν Αικατερίνην ή χαϊδευτικώς όπως την φωνάζουμε εμείς οι δικοί της Καιτούλα’’.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της ‘’Μακεδονίας’’ στις 14/10/67, ο Καστοριάς Δωρόθεος ονομάζει τη νύχτα του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών ‘’λαμπροφόρον νύκτα της 21ης Απριλίου, η οποία ήνοιξε την λεωφόρον της ευτυχίας, της γαλήνης, της ευημερίας, της προόδου και της ειρήνης’’. Ξέχασε, όμως, να πει και του ξεπουλήματος της Κύπρου.
Με άλλη εγκύκλιό του, την υπ’ αριθμ. 1849/2-12-69, διακηρύσσει ότι ‘’η Ελλάς δια της εθνικής κυβερνήσεως εύρε την αλήθειαν και το φως. ‘’Πάντες οι Έλληνες’’, λέει ο ιεράρχης, ‘’είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν πνεύμα επουράνιον . . .’’
Κατά πόσο είδαν φως οι Έλληνες την περίοδο εκείνη, το λέει η πραγματικότητα σήμερα και θα το πει πιο ξεκάθαρα η Ιστορία αργότερα.
Ο Δημητριάδος Δαμασκηνός δίνει εντολή να χτυπήσουν οι καμπάνες των εκκλησιών αναστάσιμα το βράδυ της 29ης προς την 30η Σεπτεμβρίου για την επιτυχία του τότε δημοψηφίσματος.
Ο Κρήτης Ευγένιος συνιστά, με εγκύκλιό του σ’ όλους τους κληρικούς της περιοχής του, να συμβάλουν με ζήλο και προσευχή ‘’προς προαγωγήν του σωτηρίου έργου της εθνικής ημών κυβερνήσεως’’.
Ο Σικάγου Μελέτιος δηλώνει ότι ‘’η στρατιωτική κυβέρνηση της Ελλάδος της 21ης Απριλίου 1967 ήτο θεόπεμπτος. Ο Θεός της Ελλάδος’’, είπε, ‘’θαυματοποιών σας επέλεξε και σας έστειλε (τη χούντα) για να σώσετε τη χώρα’’.
Ο Πατρών Κωνσταντίνος αποκαλεί το δικτατορικό πραξικόπημα ‘’εθνοσωτήριον επέμβασιν’’.
Ο Τρίκκης και Σταγών Διονύσιος έσπευσε πρώτοςνα συγχαρεί τηλεγραφικώς τους δικτάτορες για την επικράτησή τους.
Ο Αλεξανδρουπόλεως Κωνσταντίνος εργάζεται ‘’δια την επιτυχίαν του δημοψηφίσματος . . .’’
Ο Λαρίσης και Πλαταμώνος . . .
Ο Καρπάθου Απόστολος . . .
. . . . . . . . . .
Και ο κατάλογος συνεχίζεται και τελειωμό δεν έχει . . .


Αρχιερείς και Άγιον Πνεύμα

Ακούσαμε τη συνέντευξη που έδωσε ο αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας Στυλιανός στο ραδιοφωνικό σταθμός 3ΕΑ την 1η και 2η Νοεμβρίου (1989) και θαυμάσαμε το γεμάτο καλοσύνη ύφος του, τον πλήρη ανθρωπιά τόνο της φωνής του και το χριστιανικότατο και όλο αγάπη λεξιλόγιό του και τραβηχτήκαμε στην άκρη, μην τύχει και απ’ τη χριστιανική αγάπη του μας συντρίψει όλους με τη μαγκούρα του σαν σκεύη κεραμέως.
Βέβαια, δε μας ξάφνιασαν καθόλου τα λεγόμενά του, γιατί δεν περιμέναμε να ακούσουμε και τίποτα άλλο από ισχυρογνωμίες, ετσιθελισμούς, φοβέρες και απειλές, γνωστές ιεραρχών εκδηλώσεις.
Εκείνο που μας έκανε εντύπωση ήταν το ποσοστό των υποτιθέμενων οπαδών του, που ισχυρόγνωμα πάντοτε ανεβάζει στο 99 τοις εκατό. Ένα ποσοστό λαού, που ούτε ο Παπαδόπουλος, ούτε ο Πινοσέτ, ούτε ο Χομεϊνί, ούτε και οι άλλοι ανά τον κόσμο δεσπότες αποτόλμησαν ποτέ να διεκδικήσουν, ούτε κι ο Στάλιν ή ο Χίτλερ και οι όμοιοί τους ισχυρίστηκαν στις μέρες τους, ότι το κοντρολάριζαν. Η αθυροστομία εκείνων σταματούσε λίγο πιο πάνω απ’ το 90 τοις εκατό.
Επίσης, εντύπωση μας έκανε και η επιμονή του ιεράρχη και στον άλλο του ισχυρισμό, ότι δηλαδή η φώτιση του Αγίου Πνεύματος οδήγησε σήμερα τους ιεράρχες της Κωνσταντινούπολης να πάρουν τις αποφάσεις που πήραν για το νέο χαντάκωμα της Παροικίας μας.
Αλήθεια, σε τι πελάγη δεσποτισμού και ισχυρογνωμοσύνης κολυμπούν ακόμα οι σεβάσμιοι ιεράρχες μας; Τι παρωπίδες σκοταδισμού προσπαθούν να φορέσουν σ’ ένα πλήθος σημερινών ανθρώπων και πού πασχίζουν να μας ρίξουν όλους σήμερα; Από συνήθεια άραγε κι από κεκτημένη ταχύτητα επαναλαμβάνουν ακόμα το ίδιο τροπάρι, με το οποίο φοβέριζαν τους ραγιάδες στα χρόνια της τουρκοκρατίας, σκορπώντας παντού απειλές και κατάρες; Από πού έλκουν το δικαίωμα να μεταχειρίζονται τέτοιο ύφος και τέτοια γλώσσα οι άνθρωποι αυτοί προς το συνάνθρωπό τους; Η μόρφωση συνιστά ευγένεια κι ο χριστιανισμός αγάπη, πραότητα και καλοσύνη.
Ο Ανώνυμος Έλληνας στην Ελληνική Νομαρχία έγραφε λίγο πριν απ’ την Επανάσταση του ‘21 πως ‘’η αμάθεια του λαού ακόνισε τόσο τα αρχιερατικά σπαθιά, όπου κανείς δεν τους αντιστέκεται’’ σε αρπαγές και κατάρες. Σ’ αυτό φυσικά συντελούσε τότε και η συνεργασία τους με τον Τούρκο τύραννο και δυνάστη. Μήπως, όμως, σήμερα η αδιαφορία η δική μας αντικατέστησε τον Τούρκο δυνάστη και η αμάθεια των πολλών και ο καιροσκοπισμός μερικών συμπαροίκων μας ακονίζουν και στις μέρες μας το σπαθί του Στυλιανού και του το ετοιμάζουν, για να το στρέψει κοφτερό και βαρύ κατά της δόλιας της Παροικίας μας;
Γιατί του δίνουμε εμείς το δικαίωμα να ενεργεί όπως ενεργεί; Γιατί εμείς, ο λαός, που αποτελούμε την εκκλησία του Χριστού, πρέπει να συμφωνήσουμε ασυζητητί και ραγιαδίστικα με τις όποιες απαιτήσεις του και να μην ακούσει κι αυτός τις δικές μας; Μήπως κι εδώ το Άγιο Πνεύμα του είπε να μας πάρει τα κεφάλια, για να αγιάσουμε εμείς και να επιτελέσει το ‘’θεάρεστο’’ έργο εκείνος;
Συνέλθετε κύριοι κι αφήστε το Άγιο Πνεύμα μακριά απ’ τα λόγια σας, όπως αυτό μένει μακριά απ’ τα έργα σας.
Το Άγιο Πνεύμα φωτίζει και επιλέγει τους ιεράρχες, όπως δημόσια ισχυρίζεσθε ή οι συνωστισμοί των Συνοδικών στους διαδρόμους και τα διασταυρούμενα αρχιερατικά υβρεολόγια στην αίθουσα της Συνόδου προβάλλουν τους εκάστοτε ‘’ημετέρους’’;
Θα παρακολουθήσατε οπωσδήποτε κάποτε κάποια σύναξη αντιμαχόμενων ιεραρχών, θα ακούσατε πιθανόν κάποια σχετική απόρρητη κασέτα ή θα διαβάσατε κάποιο άρθρο ή γράμμα αρχιερέα προς άλλον αρχιερέα αντίπαλό του και θά ‘χετε ιδία αντίληψη των πραγμάτων. Αν δεν έχετε να σας βοηθήσουμε.
Και σας ρωτάμε, σεβασμιότατοι ιεράρχες.Το Άγιο Πνεύμα ζήτησε να γίνει πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης ο νεκροθάφτης Γεννάδιος. Έχετε ακούσει για το χαλασμό της Πόλης ή διαβάσατε μόνο  την ‘’Πατρική Διδασκαλία του Γρηγόριου του Ε’’’;
Το Άγιο Πνεύμα φώτισε τους ιεράρχες να εκλέξουν το 1584 πατριάρχη τον Παχώμιο, για να ξεπουλήσει τα πάντα και να βγάλει ακόμα και τα άγια λείψανα στο σφυρί; Ξέρετε τι γράφει η πράξη της καθαίρεσής του;
Το Άγιον Πνεύμα σύστησε στον πατριάρχη Αλέξιο το 1036, να πάρει 50 λίτρες χρυσού αυτός και 50 οι ακόλουθοί του, για να ευλογήσει τον τρίτο γάμο της αυτοκράτειρας Ζωής με το Μιχαήλ, των δύο δολοφόνων δηλαδή, που πριν από λίγο είχαν πνίξει τον αυτοκράτορα Ρωμανό; Ξέρετε πόσο χρυσάφι έθαψε στο μοναστήρι των Στενών ο Αλέξιος;
Το Άγιο Πνεύμα συνέβαλε στην εκλογή των τουρκολατρών πατριαρχών, σαν τον Άνθιμο τον Ε’ και των προδοτών, σαν τον Ιωακείμ της Κύπρου και τον Παΐσιο Σφακίων; Σας είναι γνωστές πιστεύω οι προδοσίες τους κι ίσως είδατε και το σωρό των κρανίων των δύστυχων γυναικοπαίδων του Αρκαδίου.
Το Άγιο Πνεύμα συνέβαλε στην εκλογή ιεραρχών σαν τον Ιερώνυμο Αθηνών και το Στυλιανό Πρεβέζης;
Το Άγιο Πνεύμα ώθησε τους μητροπολίτες Πατρών, Κεφαλληνίας και Μεσσηνίας στο να δωροδοκήσουν και να εξαγοράσουν υπουργούς της Ελλάδας το 1875, για να προωθήσουν και να εγκρίνουν τη χειροτονία τους και την τοποθέτησή τους στις αντίστοιχες μητροπόλεις ή η εκλογή τους οφείλεται στη δωροδοκία που πρόσφεραν, η οποία και τους οδήγησε τελικά μπροστά στα ελληνικά δικαστήρια;
Πρέπει να γνωρίζετε την περίπτωση.
Το Άγιο Πνεύμα ενήργησε, ώστε να μας στείλουν εδώ αρχιεπίσκοπο τον Ιεζεκιήλ; Θα πρέπει να έχετε ακούσει γι’ αυτόν. Αν όχι, διαβάστε τουλάχιστον το υπόμνημα διαμαρτυρίας που έστειλαν οι εδώ Κοινότητες στην Ελληνική Κυβέρνηση και στο Πατριαρχείο το 1969.
Και το Άγιο Πνεύμα φωτίζει τους σημερινούς ιεράρχες, για να θρυμματίσουν και να διαλύσουν την παροικία μας μια ώρα γρηγορότερα;
Αλλά, αν το Άγιο Πνεύμα συμβάλλει στην υπόδειξη των πράξεων και στην εκτέλεση των έργων των ιεραρχών, τότε σε ποιον ιεράρχη υποδείκνυε να ενεργεί σωστά και σε ποιον λάθος; Στον Ιγνάτιο ή στον Φώτιο; Στον Καλλίνικο ή στον Μελέτιο; Στον Ταράσιο ή στον Κωστάντιο τον Β’; Στον ιεράρχη Ηράκλειας Γερμανό ή στον πατριάρχη Γρηγόριο τον Β’; Στον πατριάρχη Αναστάσιο ή στον πατριάρχη Γερμανό;
Γνωρίζετε τα έργα των παραπάνω και των τόσων και τόσων άλλων ιεραρχών; Πέστε τα αν θέλετε στον ταλαίπωρο λαό, για να τα μάθει. Για να δει ποιους προσκυνούσε, για ποιους δέονταν και τίνων φιλούσε τα χέρια. Αν δεν τα γνωρίζετε εσείς, τα γνωρίζει η Ιστορία και θα τα βρείτε καταχωρημένα και γεμάτα ντροπή και αίσχος στις σελίδες της.
Και πέστε μας, ποιον φωτίζει σήμερα σωστά το Άγιο Πνεύμα; Τον Αυγουστίνο Φλωρίνης ή το Στυλιανό Αυστραλίας;
Όχι, κύριοι. Τα πάντα είναι έργα και κακοδαιμονίες δικές σας και αφήστε το Θεό και το Άγιο Πνεύμα κατά μέρος, γιατί πολλοί από σας δεν έχετε καμιά σχέση μαζί του. Κρύβεστε μόνο πίσω του, για να υποστηρίζετε επίγεια συμφέροντά σας ή το προβάλλετε σαν προπέτασμα, για να κατακεραυνώνετε πίσω απ’ αυτό με δικές σας φρικτές και ακαταλαβίστικες για τους πολλούς φρασεολογίες τους αντιπάλους σας και όσους μιλούν για τα κρίματά σας. Αυτή είναι η τακτική σας κι αυτός είναι ο χριστιανισμός ο δικός σας.
Ο Θεός ας μας συγχωρέσει που υποχρεωθήκαμε να συναναφέρουμε το ιερό και το όσιο όνομα του Αγίου Πνεύματος με τα ανίερα και βέβηλα έργα ανόσιων ιεραρχών.



‘’ΤΟ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΝ’’

Η σκηνή σε κάποιο γραφείο κάποιου δήμου.
Ο κύριος Βάνιας Βανίδης, γέρος κι αξύριστος από μια περίπου εβδομάδα, ανοίγει την πόρτα με συστολή και μπαίνει με κάποιο δέος σ’ ένα γραφείο του Δήμου.
- Καλημέρα σας, λέει χαμηλόφωνα με τη χαρακτηριστική ποντιακή του προφορά, προσέχοντας πάντοτε μην ενοχλήσει τον υπάλληλο που κάθεται στο απέναντι τραπέζι.
Ο υπάλληλος, όμως, αδιαφορεί τελείως για την παρουσία του γέρου και δεν του δίνει καμία απολύτως προσοχή.
- Καλημέρα σας, ξαναλέει δειλά-δειλά ο Βάνιας και κάνει ακόμα ένα διστακτικό βήμα μπροστά.
     Η ίδια όμως και πάλι αδιαφορία απ’ τον υπάλληλο. Ο γερο-Βάνιας δεν κρατιέται.
- Νέπε, καλημέρα είπα σε, λέει με κάποια δόση αγανάκτησης. Ατό, Θεού κουβέντα εν. Έναν απόκρισην γιατί κι διντς με, προσθέτει πειραγμένος απ’ την περιφρόνηση που του δείχνουν.
- Τι θέλεις γέρο; Ρωτά απότομα και θυμωμένα ο υπάλληλος.
- Το πιστοποιητικόν, απαντά εκείνος, ενώ στριφογυρίζει την ξεφτισμένη τραγιάσκα στα χέρια του.
- Ποιο πιστοποιητικό; ρωτάει ο υπάλληλος, σα να μην έχει καν ιδέα περί τίνος πρόκειται.
- Κι α το πιστοποιητικόν τη Δημαρχίας, τονίζει επεξηγηματικά ο γέρος. Νέπε ενέσπαλες; Αίτησιν κι εδέκα σε αδά και δέκα ημέρας; Σεραντάδραχμον χαρτόσημον πα είσεν. Σερανταπέντε επλήρωσα τ’ ευλοημένον σο περίπτερον.
     Επιτάχυνε τα στριφογυρίσματα της τραγιάσκας, έριξε απορημένος απανωτές ματιές ικεσίας γύρω του και συνέχισε.
- Παιδί μ, λελεύω την ψύσ’. Χαρτοσήματα και ούλια ντ’ εδέκα σας εχάσατε;
- Α, ναι, ναι, λέει ο υπάλληλος ύστερα από μικρή σκέψη. Σαν κάτι να ήρθε στη μνήμη μου.
- Ση μνήμησ ντο ήρθε κι θέλα να ξέρω. Εγώ το πιστοποιητικόν αράβω. Ατό δοσ μ και φεύω ση δουλεία μ. Εφτάς και συ πα τεσόν.
- Ναι, ναι, επαναλαμβάνει ο υπάλληλος με περισσότερη σιγουριά. Είναι έτοιμο. Τώρα θυμήθηκα. Εδώ το έχω.
     Και, λέγοντας αυτά, ανοίγει ένα φάκελλο, παίρνει το πιστοποιητικό στα χέρια του και στρεφόμενιος προς το γέρο, στου οποίου το πρόσωπο έχει ήδη απλωθεί κάποια γαλήνη, του λέει. Δώσε μου την ταυτότητά σου.
- Ταυτότητα κι έχω, απαντά ο γέρος. Έχασα ατό.
- Τότε δεν μπορείς να πάρεις το πιστοποιητικό. Για να σου το παραδώσω πρέπει να δω την ταυτότητά σου. Πρέπει να βεβαιωθώ ότι είσαι ο ίδιος. Να βρεις πρώτα την ταυτότητά σου ή να βγάλεις άλλη και μετά να ρθεις να το πάρεις.
     Και, λέγοντας αυτά, αφήνει το πιστοποιητικό πάνω στο τραπέζι.
     Ο γερο-Βάνιας, που έχει ήδη συνοφρυωθεί, δεν ξέρει τι να υποθέσει και πώς να εκδηλωθεί. Άραγε ο υπάλληλος αστειεύεται ή τόσο δεν καταλαβαίνει; Απλώνει το χέρι του προς το τραπέζι και με το δάχτυλο δείχνει σε κάποιο σημείο του πιστοποιητικού λέγοντας.
- Παιδί μ, ακεκά σην άκρην, αφκά σο τελείωμαν, έναν σφραγιδόπον εντόκες κι έναν-δύο λέξεις πα έγραψες. Μίαν κι άλλον διάβασον ατά. Πολλά παρακαλώ σε.
     Ο υπάλληλος σκύβει προς το μέρος του τραπεζιού και διαβάζει.
- “Το παρόν χορηγείται δια την έκδοσιν νέας ταυτότητος εις αντικατάστασιν της απωλεσθείσης”.
- Ελέπς; Αναφωνεί θριαμβευτικά ο Βάνιας κι απλώνει το χέρι του να πάρει το χαρτί.
     Ο υπάλληλος όμως, με μια γρήγορη κίνηση, πατάει με την παλάμη του επιδεικτικά το πιστοποιητικό πάνω στο τραπέζι και από θέση ισχύος δηλώνει τελεσίδικα.
- Χωρίς ταυτότητα πιστοποιητικό δεν μπορώ να σου παραδώσω, κύριε Βανίδη.
- Κι εγώ πα, χωρίς πιστοποιητικόν ταυτότητα κι πορώ να εφτάγω, αναφωνεί ο Βάνιας.
- Ή ταυτότητα ή πιστοποιητικό δεν έχει, επαναλαμβάνει ξερά ο υπάλληλος.
     Ο γερο-Βάνιας σφίγγει νευρικά την τραγιάσκα στα δυο του χέρια και με φωνή γεμάτη αγανάκτηση κι απελπισία λέει στον υπάλληλο.
- Παναΐα! Αβούτο το πιστοποιητικό μ και την ταυτότητα μ έμπλεξες τα δύο και εποίκες ατά αμόν το ωβόν με την κωσσάρα.
     Μη ξέροντας ποιον να λυπηθώ περισσότερο έφυγα απ’ το γραφείο.
Δεν έμαθα τι απόγινε.

ΟΙ ΔΕΚΑ ΕΝΤΟΛΕΣ

Ο Μωυσής σαν πήρε τους Εβραίους απ’ την Αίγυπτο κι αφού τους πέρασε απ’ την Ερυθρά θάλασσα τους οδηγούσε για τη γη Χαναάν.
Όσο βάδιζαν κοντά στις ακτές και μέσα σε ισάδες και χαμηλώματα, έβλεπαν καθαρά πού πήγαιναν και προχωρούσαν καλά. Όταν, όμως, συνάντησαν ρεματιές και ράχες, έχασαν το δρόμο και τον προσανατολισμό τους κι άρχισαν να περιπλανιούνται δώθε-κείθε.
Τότε ο Μωυσής αποφάσισε να φύγει μόνος του ψηλότερα, μήπως κι από κει πάνω δει να ξανοίγεται κάποιος δρόμος κάπου ή μήπως και διακρίνει κάτι που να σημαδεύει τη γη της Επαγγελίας.
Άργησε να γυρίσει και οι Εβραίοι άρχισαν να τον αναζητούν. Έτρεχαν εδώ κι εκεί στις ρεματιές και στις πλαγιές και φώναζαν δυνατά: ‘’Μωυσή, Μωυσή’’.
Οι χαράδρες και τα φαράγγια αχολογούσαν απ’ τις φωνές τους κι ο αέρας παρέσερνε τον αχό βαθιά προς τα κοιλώματα και τις δίπλες του βουνού κι ανέβαζε τον αντίλαλο ψηλά προς τις κορφές και τα μετερίζια του. Ο Μωυσής, όμως, είχε δρασκελίσει απάγγειες πλαγιές κι ανήλιες ράχες και δεν άκουγε τίποτα.
Κάποτε κι ύστερα από μέρες, συνάντησε πάνω  σε μια κορφή έναν τσομπάνο, που έβοσκε τα γελάδια του πίσω από μια χλοερή ράχη.
Είδε τα παχουλά μοσχάρια κι αναλογίστηκε την πείνα του και την πείνα των δικών του κάτω στα ριζά του βουνού κι έτριψε το στομάχι του. Είδε, όμως και το μπόι και τη μαγκούρα του βοσκού κι έσβησε κάθε παρατολμία απ’ τη σκέψη του.
‘’Μωυσή’’, του λέει ο βοσκός με τη βαριά φωνή του. ‘’Ήρθες να μου κλέψεις γελάδια’’;
‘’Όχι’’, του απαντά ο Μωυσής με κομμένη ανάσα απ’ την πείνα, την κούραση και την έκπληξη, που άκουγε να τον καλεί ένας άγνωστος εδώ στην ερημιά με το όνομά του. ‘’Ήρθα να δω από δω ψηλά, μήπως και διακρίνω από πού πάει ο δρόμος για τη Χαναάν. Αλλά, πες μου, εσύ ένας τσομπάνος ολομόναχος εδώ πάνω στην ερημιά των βουνών, πώς ξέρεις το όνομά μου’’;
‘’Το ξέρω’’, του είπε εκείνος κοφτά με τη βαριά φωνή του, ‘’γιατί είμαι ο Θεός’’.
‘’Ο Θεός’’; αναφώνησε ξαφνιασμένος ο Μωυσής κι έπεσε στα γόνατα.
‘’Σήκω’’, του λέει ο τσομπάνος. ‘’Από κει είναι η γη που ζητάς’’ και τού ‘δειξε με τη μαγκούρα του την κατεύθυνση. ‘’Σήκω και πήγαινε πίσω από κει που ήρθες. Οι άνθρωποί σου σε αναζητούν’’.
Ο Μωυσής σηκώθηκε και γύρισε να φύγει, απορώντας πώς ξέρει αυτός εδώ πάνω, ότι οι δικοί του τον αναζητούν χιλιάδες μέτρα χαμηλότερα.
‘’Στάσου’’, του λέει ο τσομπάνος και μπήκε βιαστικός στην καλύβα του, που μισοφαίνονταν κλαδοσκέπαστη πίσω από ένα χαμηλό σύδεντρο.
Ο Μωυσής αναθάρρεσε. Έλπισε πως κάτι θα του φέρει από μέσα να φάει. Μέρες περπατούσε χωρίς να βάλει μπουκιά στο στόμα του.
Οι ελπίδες του μεγάλωσαν καθώς είδε το τσομπάνο να ξεπροβάλει απ’ τα θαμνόδεντρα κρατώντας ένα όγκο σκεπασμένο με την κάπα του.
Βγαίνοντας έτσι με τα χέρια του γεμάτα στο ξάστερο του λέει: ‘’Μωυσή, έχω εδώ κάτι εντολές. Τις σκάλισα σε πέτρες μόνος μου. Δε θα πάρεις καμία’’;
Εδώ πάνω και να πουλάει πραμάτεια! σκέφτηκε με έκπληξη ο Μωυσής. Δικός μας θα πρέπει να είναι, είπε μέσα του, Εβραίος κι έσκυψε απογοητευμένος το κεφάλι του, γιατί εξανεμίζονταν οι προσδοκίες του να απαλύνει λίγο την πείνα του. Κεντρισμένος, όμως, απ’ το εβραϊκό του ένστικτο τον ρώτησε:
‘’Πόσο κάνει η μία’’;
‘’Τίποτα. Τζάμπα είναι’’, του απαντά.
‘’Τζάμπα’’, φωνάζει έκπληκτος ο Μωυσής. ‘’Τότε, βάλε δέκα’’, του λέει χουβαρδάδικα.
Παίρνε, λοιπόν, δέκα εντολές τζάμπα, μαθαίνει και το δρόμο για τη Χαναάν και επιστρέφει χαρούμενος στους Εβραίους του. Από τότε έμεινε η συνήθεια, όταν χανόμαστε έξω στα δάση και στα βουνά, να ρωτάμε κανένα τσομπάνο για να μας δείξει το δρόμο που ζητούμε.
Όσον αφορά για τις εντολές και οι Εβραίοι από τότε αλλά κι εμείς ως σήμερα μια τουλάχιστο απ’ αυτές την τηρούμε κατά γράμμα. Εκείνη που λέει ‘’αγαπάτε τους εχθρούς υμών’’.
Παρ’ ότι μεταξύ μας μαλώνουμε και φαγωνόμαστε, εντούτοις αγαπούμε τους εχθρούς μας με το παραπάνω. Εμείς μάλιστα τους προσπέφτουμε και τους φιλούμε και τα χέρια.






Στυλιανός Χαρκιανάκης κατά Αυγουστίνου Καντιώτη.
‘’Ο Αυγουστίνος είναι ο επίσκοπος των τεσσάρων ψήφων’’.
‘’Είναι πονηρός και μας εξαπάτησε’’.

Πριν λίγες μέρες (στις 31.1.86) μίλησε στην εκκλησία του Αγίου Βασιλείου στο Brunswick της Μελβούρνης ο σεβασμιότατος αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ. Στυλιανός. Τόσο ο τόνος της φωνής του και το ύφος του, όσο και τα έντονα κι απειλητικά λόγια του, έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση στο πολυπληθές σχετικά ακροατήριο, που είχε συγκεντρωθεί από νωρίς για να ακούσει το ‘’κήρυγμα της αγάπης’’, όπως το χαρακτήριζαν ορισμένοι απ’ τους παρευρισκόμενους πριν ακόμα το ακούσουν.
Δε θα σχολιάσουμε την ομιλία του αρχιεπισκόπου. Αυτό ας το κάνουν οι αναγνώστες μας. Εμείς θα αναφερθούμε μόνο σε ορισμένα σημεία, τα οποία δείχνουν ολοκάθαρα, τόσο στον απλό αναγνώστη, όσο και στους άμεσα αρμόδιους κι υπεύθυνους φορείς, το πνεύμα του αρχιεπισκόπου Στυλιανού γύρω απ’ το οποίο ζει και κινείται η ‘’επίσημη’’  Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Αυστραλίας.
Ο αρχιεπίσκοπος Στυλιανός μας ξαναθύμισε προχθές κάποιο Λουδοβίκο της Γαλλίας και μέσα στο ναό του Αγίου Βασιλείου ξαναζωντάνεψε το αυταρχικό και δεσποτικότατο πνεύμα του μεσαίωνα.
«Η Εκκλησία της Αυστραλίας είμαι εγώ», είπε με έντονο ύφος ο δεσπότης των Αντιπόδων. «Κι από μένα εξαρτώνται κληρικοί και λαϊκοί. Οι πάντες. Κι όποιος λέγει διαφορετικά, κηρύσσει άλλο Ευαγγέλιο. Και τότε, ανάθεμα έστω» . . .«Και σεις,αν δεν πιστεύετε στας Συνόδους, να πάτε όπου θέλετε. Να πάτε στο ανάθεμα του Αποστόλου Παύλου» . . .
Η ομιλία έχει προγραμματιστεί για τις 7 το απόγευμα της Παρασκευής 31.1.86. Έχει γίνει σχετική ανακοίνωση πριν από μέρες απ’ τους ιερείς και στις εκκλησίες των άλλων ενοριών της Μελβούρνης, γι’ αυτό και αρκετός κόσμος συνέρευσε από μακρινές περιοχές στο Brunswick και γέμισε το ναό από νωρίς.
Ο αρχιεπίσκοπος έρχεται στις 7 και 30’, συνοδεία του επισκόπου Δέρβης Ιεζεκιήλ και πολλών παπάδων. Γίνεται μια μικρή προσευχή κι αρχίζει η ομιλία.
Στο μικρόφωνο ο Στυλιανός.
«Θα μιλήσουμε για κατεπείγοντα θέματα της Εκκλησίας. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία, τις σχέσεις της με τους πιστούς και με τις άλλες εκκλησίες.
Εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε οι Χριστιανοί. Οι άλλοι δεν έχουν ολόκληρη την αλήθεια, όπως αυτή γράφτηκε απ’ τις 7 Οικουμενικές Συνόδους. Και εκκλησίες που δεν πιστεύουν απόλυτα στις αλήθειες αυτές και δεν τις τηρούν κατά γράμμα καταστρέφονται. Παλαιότερα, οι εκκλησίες της Μ. Ασίας χρεωκόπησαν, γιατί οι επίσκοποί τους δεν έπραξαν σωστά το καθήκον τους. Οι επίσκοποι δεν πρέπει να κάνουν του κεφαλιού τους, αλλά ότι λένε οι Σύνοδοι και να μην αλλάζουν ούτε ένα γιώτα απ’ αυτά. Γι’ αυτό και προσευχόμαστε όλοι μας γι’ αυτούς. Να τους δίνει υγεία, μακροημέρευση και φώτιση ο Θεός».
‘’Εν πρώτοις, μνήσθητι Κύριε του αρχιεπισκόπου ημών, ων χάρισε υγεία, μακροημερεύοντα και ορθοτομούντα τον λόγον της Σης αληθείας’’, λέμε στην προσευχή μας. Φοβερή η στιγμή του σημείου αυτού της προσευχής του ποιμνίου υπέρ του αρχιεπισκόπου του. Κι αυτά δεν τα λέω εγώ επειδή είμαι αρχιεπίσκοπος. Τα είπαν και τά ‘γραψαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Αποστολή του επισκόπου, λοιπόν, είναι να ορθοτομεί τον λόγον του Ευαγγελίου. Του ενός και μόνον Ευαγγελίου. Του Ευαγγελίου του Χριστού, που είναι ένα και μοναδικό Ευαγγέλιο. Αυτό να ορθοτομεί κι όχι άλλο. Κι ο Απόστολος Παύλος είπε: ‘’Όστις φέρει άλλο Ευαγγέλιο ανάθεμα έστω’’. Ένα είναι το Ευαγγέλιο κι ένας είναι κι ο επίσκοπος της κάθε περιοχής, που θα τοκηρύξει και θα το διδάξει. Ένας είναι ο επίσκοπος της κάθε περιοχής, είτε αυτός λέγεται Πατριάρχης, Αρχιεπίσκοπος κλπ.. Όλοι οι ιεράρχες είναι επίσκοποι.
Οι συγκεντρωμένοι γύρω απ’ αυτόν, τον ένα και κανονικό επίσκοπο, αποτελούν την εκκλησία της περιοχής, η οποία είναι αυτοτελής στο χώρο της και που μαζί με τις άλλες όμοιες εκκλησίες αποτελεί τη συγκρότηση της μεγάλης Εκκλησίας του Χριστού. Όλες οι πράξεις και τα έργα της κάθε εκκλησίας είναι συνυφασμένα μεταξύ τους και ενωμένα δίνουν την οντότητα και την πληρότητα της Εκκλησίας. Όλες οι εκδηλώσεις της πίσης και της λατρείας είναι αλληλένδετες και τίποτα δεν γίνεται ξεχωριστό και ξεκομμένο απ’ τον κορμό της χριστιανικής τελετουργίας. Ακόμα και η τέλεση των μυστηρίων είναι τμήμα της θείας λειτουργίας . . .(αναφέρεται για λίγο στην τέλεση των μυστηρίων στη Ρωσία κλπ.).
Ο επίσκοπος, λοιπόν, κάθε εκκλησίας, ο ένας και κανονικός επίσκοπος, νουθετεί και κατευθύνει την εκκλησία, ορθοτομώντας τον λόγον του Θεού. Αυτός και μόνον αυτός, είναι ο χριστιανικός δάσκαλος και κήρυκας του Ευαγγελίου του Χριστού. Μπορεί να έχετε πολλούς παιδαγωγούς και δάσκαλους λαϊκούς. κήρυκας, όμως, του Ευαγγελίου και δάσκαλος της αλήθειας του Χριστού είναι μόνον ένας. Ο επίσκοπος της κάθε περιοχής. Οι λαϊκοί θεολόγοι, που κηρύττουν και εξηγούν το ευαγγέλιο πράττουν προτεσταντισμό. Ο επίσκοπος κηρύττει και ορθοτομεί κι αυτός είναι ο γνωρίζων και ρυθμίζων. Αυτός είναι το επίκεντρο της εκκλησίας της περιοχής του και κανείς άλλος. Η Εκκλησία της Αυστραλίας είμαι εγώ κι όλοι εξαρτώνται από μένα. Κληρικοί και λαϊκοί. Οι πάντες. Και όποιος λέγει διαφορετικά κηρύσσει άλλο Ευαγγέλιο. Και τότε ανάθεμα έστω.
Ρυθμιστές της εκκλησίας είναι οι επίσκοποι κι αυτοί προήγαγαν και λάμπρυναν την εκκλησία στους αιώνες. Οι επισκοπικοί κατάλογοι είναι πνευματική συνέχεια κι αποτελούν την ιστορία και το παρελθόν της Εκκλησίας, η οποία πιστεύει ένα και μόνο Θεό. Ο Θεός είναι ένας. ‘’Πιστεύω σε ένα Θεό, πατέρα, παντοκράτορα . . ., λέγει το Πιστεύω μας. Σε ένα Θεό, τριαδικό όμως. Στην Αγία Τριάδα, που αποτελείται από τρία πρόσωπα. Όχι μορφές ή όψεις. Τρία πρόσωπα αυτόνομα, που συνυπάρχουν και αποτελούν τον ένα Θεό. Τα πρόσωπα αυτά είναι ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Ο Πατήρ γεννά. Ο Υιός γεννιέται και το Πνεύμα πέμπεται. Κανένα πρόσωπο δεν είναι μεγαλύτερο ή μικρότερο απ’ το άλλο. Όλα είναι ίσα κι όλα δρουν και ενεργούν σαν ένα πρόσωπο. Και η Εκκλησία είπε, ότι τα τρία πρόσωπα είναι ένα κατά την ουσία. Με κέντρο της ουσίας την αγάπη. Απέραντη αγάπη είναι ο Θεός. Γι’ αυτό κι αγάπη πρέπει να δεσπόζει την Εκκλησία.
Εκκλησία δεν είναι μόνον οι πιστοί, ούτε μόνον οι άνθρωποι. Εκκλησία είναι τα πάντα. Έμψυχα και άψυχα, τα οποία συνυπάρχουν στη δημιουργία του Θεού και τα οποία θα πρέπει εν καιρώ να ενωθούν. Να ξαναγυρίσουν στην αγκαλιά του Θεού, γιατί είναι η περιουσία του. Πρέπει να ξαναεπιστρέψουν όλα σ’ αυτό, για να τα καταστήσει κοινωνούς της θέωσής του. Έτσι κι ο τελευταίος κόκκος της κτιστής και της άκτιστης ύλης θα πρέπει να ξαναγυρίσει στην αγκαλιά του Θεού.
Ο Ορθόδοξος Χριστιανός δεν κρατάει τη χάρη του Θεού και το Πνεύμα και το φως της σωστής χριστιανοσύνης μόνον για τον εαυτό του. Το μεταδίδει και στους άλλους, για να τραφεί και να φωτιστεί ολόκληρο το σώμα της Εκκλησίας και των δημιουργημάτων του Θεού. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος είπε ότι, αν το στομάχι κρατήσει όλη την τροφή για τον εαυτό του και αν το μάτι δεσμεύσει για λογαριασμό του όλο το φως που συλλαμβάνει, τότε το υπόλοιπο σώμα δεν θα τραφεί και δεν θα φωτιστεί. Έτσι κι ο ορθόδοξος χριστιανός πρέπει να μεταδίδει την αλήθεια του υαγγελίου και των Συνόδων στους άλλους ανθρώπους. Στον κάθε άνθρωπο. Κι όποιος δεν πιστεύει στην αλήθεια του Ευαγγελίου δεν είναι χριστιανός. Κι ας πάει όπου θέλει. Και σεις, αν δεν πιστεύετε στας Συνόδους, να πάτε όπου θέλετε. Να πάτε στο ανάθεμα του Αποστόλου Παύλου.
Πολλοί κάνουν τον ιερέα και τον ιερωμένο. Φοράνε τα ίδια (με μας) ρούχα και νομίζουν πως είναι ιερείς, διατηρώντας ακόμα και εκκλησίες και κάνοντας και μυστήρια. Αν κοινωνήσετε σε άλλη εκκλησία εκτός απ’ την κανονική παίρνετε φωτιά κι όχι Χριστού Κοινωνία.
Ο επίσκοπος είναι εκείνος που θα δώσει τη σωστή ερμηνεία της Γραφής. Ο καθένας σήμερα, ακόμα κι ο πιο άσχετος σαν και σας, δίνει τη δική του ερμηνεία. Γι’ αυτό είπαν, ότι η Αγία Γραφή ενώνει όλους όταν είναι κλειστή. Τους διασκορπίζει δε μόλις ανοιχτεί. Η εκκλησία θα σου πει τι λέγει η Αγία Γραφή κι όχι εσύ μόνος σου. Και τη σωστή ερμηνεία την δίνει η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελείται από 14 αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Πολλές προσπάθειες έγιναν για την ένωση των Εκκλησιών. Όλων των Εκκλησιών που πιστεύουν στο Χριστό. Κι όλες αυτές οι προσπάθειες ξεκίνησαν απ’ την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Το 1902, το Οικουμενικό Πατριαρχείο έβγαλε την πρώτη περί ένωσης εγκύκλιο. το 1905 τη δεύτερη. Το 1920 την τρίτη, που απευθύνονταν προς όλες τις εκκλησίες του Χριστού και ζητούσε απ’ αυτές να ενωθούν. Και σήμερα συζητούμε την ένωση. Ένωση, όμως, κατά το πνεύμα του Χριστού κι όχι με συμβιβασμούς και παζάρια.
Το 1947 έγινε το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, κάτι σαν τον ΟΗΕ των κρατών, με πρωτοστάτη και πάλι την Ορθόδοξη Εκκλησία. Οι ιεράρχες μας είδαν, ότι οι πολιτικοί έκαμαν την ΚΤΕ αρχικά κι ύστερα τον ΟΗΕ και είπαν: Αυτοί κατάφεραν και ενώθηκαν. Γιατί να μην ενωθούμε και μεις;
{Σημείωση δική μας: Οι κηρύττοντες ανταγωνισμούς κοινωνικών και πολιτικών συστημάτων και πάλες τάξεων κατάφεραν και ενώθηκαν κάπως. Οι κηρύττοντες αγάπη διχάζονται από αιώνες}.
Από το 1980κι εδώ, γίνονται νέες προσπάθειες συνεννόησης, αλλά η Καθολική Εκκλησία επιμένει στις απόψεις της, παρ’ ότι εμείς οι Ορθόδοξοι τους βοηθήσαμε να δουν πολλές αλήθειες. Στις προσπάθειες αυτές της Εκκλησίας μας πήραμε και μεις (εννοεί τον εαυτό του) ενεργό μέρος.
Ταξιδάψαμε πολύ στην Ουψάλα, στο Βανκούβερ, στη Γενεύη κι αλλού. Αλλά, τα ταξίδια αυτά δεν είναι ταξίδια αναψυχής. Είναι ταξίδια επίπονα και κουραστικά. Ταξίδια προσπαθειών και εγρήγορσης. Ταξίδια που προσθέτουν νέες φροντίδες και νέα βάρη στα πολλαπλά καθήκοντά μας. Δεν είμαι ιεράρχης μιας μικρής και πανομοιογενούς περιοχής χωρίς προβλήματα, χωρίς αλλόδοξους, χωρίς την ύπαρξη ούτε ενός καθολικού. (Μάλλον εννοεί την περιοχή του Καντιώτη). Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ευρύτατη αρχιεπισκοπή και να παλαίψουμε με πολλά εμπόδια.
Ο Μάρκος ο Ευγενικός, ο μεγάλος εκείνος θεολόγος, που επ’ ουδένα λόγω δέχτηκε να υπογράψει το Σύμφωνο της Ένωσης των Εκκλησιών με τους όρους του πάπα . . . (εδώ το μικρόφωνο παθαίνει έντονες διαλείψεις και δεν ακούγεται καλά). . . Έτσι το έκριναν τότε οι Σύνοδοι. Τίποτα δεν θα κρίνετε εσείς οι άσχετοι. Θα το κρίνει η Σύνοδος (ομιλεί προκλητικά και απειλεί). Μεταννοείτε πριν μ’ αναγκάσετε να σας κόψω την επαφή με την εκκλησία και την θεία Κοινωνία. Ό,τι κάνετε θα πρέπει να είναι εν γνώσει του επισκόπου σας. ‘’Ο πράττων τι λάθρα του επισκόπου του, τον διάβολον διακονεί’’.

Εδώ κάπου τελειώνει η ομιλία του αρχιεπισκόπου κι αρχίζουν οι ερωτήσεις, τις οποίες προδηλώνει πως θα δεχθεί ευχαρίστως και στις οποίες προτίθεται να απαντήσει.
Στο μικρόφωνο έρχεται μια γυναίκα, που απ’ τα λεγόμενά της βγαίνει, πως κάποτε έκανε κατηχητικό σε κάποια περιοχή κι όλως τυχαία βρήκε ένα βιβλίο του Καντιώτη, βοήθημα στο μάθημά της κλπ.. Αναφέρεται στον Καντιώτη χωρίς να κάνει καμιά συγκεκριμένη ερώτηση.
Ο Στυλιανός απαντά: ‘’Αναφέρθηκες στον Καντιώτη, στο βθβλίο του κλπ. κλπ.. Ο Αυγουστίνος, όταν ήταν αρχιμανδρίτης, αρνήθηκε τότε που του έγινε πρόταση να βάλει υποψηφιότητα επισκόπου, γιατί έλεγε δεν ήταν κατά τη γνώμη του αρκετοί οι δώδεκα στην αρχή και τριάντα κατόπι επίσκοποι της Συνόδου που θα έκαμναν την εκλογή. Μάλιστα είχε πει, ότι θα πρέπει οι εκλογές των επισκόπων να γίνονται όχι μόνο από κληρικούς αλλά και από λαϊκούς. Αυτό μας εντυπωσίασε στην αρχή και θαυμάσαμε την δημοκρατική του ευαισθησία. Ύστερα από λίγο, όμως, τον καιρό της χούντας, δέχτηκε την απόφαση της αριστίνδην Συνόδου των δικτατόρων, που αποτελούνταν από 7 διαλλεγμένους από τη χούντα αρχιερείς και βγήκε επίσκοπος με 4 ψήφους. Αυτός είναι ο Αυγουστίνος. Είναι ο επίσκοπος των 4 ψήφων. Κι αν θέλετε να του το πείτε και να του το γράψετε.
Ο Αυγουστίνος είναι πονηρός. Ζητάει βοήθειες και του τις δίνουμε. Του ζητάμε έναν ιερέα που δεν τον χρειάζεται στην περιφέρειά του κι ούτε απαντά στα γράμματά μας. Δεν έχει καιρό να απαντήσει ο Καντιώτης στα γράμματα της αρχιεπισκοπής της Αυστραλίας. Έχει, όμως, καιρό να ξεσηκώνει με τα τηλεφωνήματά του τους παπάδες της Αυστραλίας.
Ο Καντιώτης είναι πονηρός και μας εξαπάτησε.
{Σημείωση δική μας: Δηλαδή είναι πονηρός, διαβολέας και απατεώνας. Να χαρακτηρισμοί από ιεράρχη προς ‘’άγιον αδελφόν’’ και να αρετές για ιεράρχη. Αυτά τα τρομερά κουσούρια πώς άραγε ξέφυγαν απ’ την προσοχή του Αγίου Πνεύματος την ώρα της εκλογής του Αυγουστίνου και της επιφοίτησής του επί της κεφαλής του ‘’Θεοπρόβλητου’’ Ιεράρχη;}.
Στη συνέχεια το λόγο παίρνει ένας νεαρός, ονόματι Διαμαντής, κουνιάδος όπως λένε του παπα-Ηλία απ’ την εκκλησία του Coburg. Ο Διαμαντής λέει ότι γνώρισε το σεβασμιότατο Στυλιανό στη Θεσσαλονίκη και θαύμασε την ανθρωπιά και το ήθος του κλπ. κλπ. και του ψάλλει αίνους και εγκώμια για αρκετή ώρα. Το ακροατήριο διαμαρτύρεται και ζητάει απ’ το νεαρό να σταματήσει τα θυμιάματα και να κάνει την ερώτησή του, αν έχει καμιά.
Ο νεαρός επιμένει στο χαβά του, παρ’ ότι οι γύρω του κληρικοί του συνιστούν να σταματήσει. Κάποτε κι ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος, ενοχλημένος ίσως απ’ τους ασταμάτητους επαίνους του Διαμαντή, νιώθει την ανάγκη να επέμβει και σηκώνεται όρθιος. Πλησιάζει σιγά-σιγά στο μικρόφωνο, προσπαθώντας να εκτοπίσει το θερμόαιμο μελωδό του απ’ αυτό, γιατί οι αίνοι τράβηξαν πολύ. Ο νεαρός φεύγει κι ο αρχιεπίσκοπος με τη σειρά του λέει λίγα κολακευτικά λόγια για το Διαμαντή (τον απροσδόκητο ίσως υμνωδό του) και τον ευχαριστεί.
Πολλοί ζητούν το λόγο κι ορισμένοι επιμένουν. Σε κάποιον, που όρθιος επιμένει έντονα να μιλήσει, ο σεβασμιότατος του λέει νευρικά.
- Δεν σου δίνω το λόγο εσένα.
- Μα πρέπει να μιλήσω κι εγώ, λέει δυνατά για να ακουστεί ο λαϊκός.
- Δεν σου δίνω το λόγο, επαναλαμβάνει έντονα ο αρχιεπίσκοπος και προσθέτει νευρικά. Ο ναός είναι της Ιεράς Αρχιεπισκοπής. Είναι δικός μου. Κι εγώ κάνω κουμάντο εδώ μέσα. Κάθισε κάτω αλλιώς θα σε βγάλω έξω.
Οι διαμαρτυρίες απ’ το πλήθος γίνονται εντονότερες. Ένας σηκώνεται κι ομιλεί για το Μάρκο τον Ευγενικό. Ο επίσκοπος Δέρβης, όμως, πληροφορεί το Στυλιανό, ότι ο ομιλών είναι παλιοημερολογίτης κι ο αρχιεπίσκοπος του αφαιρεί το λόγο, τον οποίο δεν του είχε δώσει. Εκείνος κατηγορεί το Ιερατείο. Ο αρχιεπίσκοπος τον διακόπτει προσθέτοντας.
- Ο αξιωματικός που φοράει το χακί δεν ελέγχεται για το τι κάνει όταν πάει σαν απεσταλμένος στο ΝΑΤΟ και σ’ άλλες αποστολές. (Ίσως να εννοεί, δεν ελέγχετε από σας). Εσείς γιατί θέλετε να ελέγχετε τους αρχιερείς;
Κάτι είπε κάποιος που δεν ακούστηκα καθαρά. Πολλοί χειροκροτούν.
- Όχι χειροκροτήματα προς τους ομιλητές μέσα στο ναό. (Φωνάζει ο αρχιεπίσκοπος).
- Δεν χειροκροτούμε τον ομιλητή, απαντά κάποιος δειλά, αλλά την αλήθεια.
Νέα χειροκροτήματα ξεσπούν. Πιο έντονα τώρα.
Ο αρχιεπίσκοπος κατηγορεί το ακροατήριό του σαν όχλο που κάνει φασαρία κατά σύστημα.
- Έχω να κάμω με κακόγνωσσους και κακοπροαίρετους, φωνάζει δυνατά και προσθέτει. Εγώ είμαι η Εκκλησία της Αυστραλίας κι όσοι δεν συμφωνούν, να κάμουν, αν θέλουν, έγγραφο στο Πατριαρχείο και να αναφέρουν τις απόψεις τους. Και συνεχίζει δυνατά. Παρ’ όλη τη ζέστη και παρ’ ότι ίδρωσα, επειδή επιμένω να φορώ το πατροπαράδοτο τιμημένο κι ιερό ράσο, θα ήθελα να μιλήσουμε ακόμα. Με τέτοιο πνεύμα, όμως, δεν μπορώ να συνεχίσω τη συζήτηση.
 Μ’ αυτά τα λόγια φεύγει ο αρχιεπίσκοπος απ’ το μικρόφωνο κι ο κόσμος φεύγει απ’ την εκκλησία. Έξω απ’ το ναό, συγκεντρωμένοι σε μεγάλα γκρουπς οι μέχρι προ ολίγου ακροατές, κρίνουν και επικρίνουν τα λόγια και τη στάση του αρχιεπισκόπου τους. Κάποιος παρατηρεί το συνομιλητή του για τα καυστικά επίθετα που μεταχειρίζεται χαρακτηρίζοντας το Στυλιανό και του συνιστά να χρησιμοποιεί ηπιότερη γλώσσα. Κι εκείνος του απαντά.
- Εδώ άγιος ιεράρχης αποκάτελε πονηρό και απατεόνα άγιο ιεράρχη και μάλιστα μέσα στο ναό και συ ζητάς ψύλλους στ’ άχυρα έξω απ’ το ναό;


ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 1988 ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

ΣΑΛΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ στο πανελλήνιο η αρχική στάση της αυστραλέζικης κυβέρνησης και ιδιαίτερα του υπουργού Πολιτισμού της μακρινής Ηπείρου, σχετικά με την εκεί προγραμματισμένη έκθεση των ευρυμάτων της αρχαίας Μακεδονίας. Ο χαρακτηρισμός αυτός των σπουδαίων και βαρυσήμαντων από κάθε άποψη αρχαιοτήτων, φαίνεται πως ξένισε τον Αυστραλό υπουργό Πολιτισμού και τον ώθησε, ώστε να εκδηλώσει τόσο έντονα και τόσο ανεδαφικά τις άδικες και αδικαιολόγητες αντιρρήσεις του. Το όλο θέμα προέκυψε από την παράβλεψη από μέρους του κυρίου υπουργού, μιας βασικής και ουσιωδέστατης ιστορικής αλήθειας.
Θα θέλαμε να πιστεύουμε, πως η άγνοια της ιστορικής αυτής πραγματικότητας και όχι κάποια πολιτική, κομματική ή άλλη παρεμφερής σκοπιμότητα ώθησε τους αρμόδιους της αυστραλέζικης κυβέρνησης στο να πάρουν αρχικά τη λανθασμένη και απαράδεκτη θέση που πήραν.
Είναι φανερό, για όσους γνωρίζουν από κοντά τα πράγματα, πως, εκτός από την άγνοια, την οποία εμείς δύσκολα θα μπορούσαμε να παραδεχτούμε σα μοναδικό και απόλυτο παράγοντα και άλλοι λόγοι και πιέσεις συνέβαλαν στο να πάρει ο κ. υπουργός της κατά τα άλλα φιλικής Αυστραλίας την τόσο εχθρική προς την ιστορία στάση του.
Οι λεπτομέρειες και τα επακόλουθα της πρόσκαιρης κρίσης είναι γνωστά σχεδόν σε όλους από τα πρόσφατα δημοσιεύματα των εφημερίδων και από τα σχετικά δελτία της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου, γι’ αυτό και δε θα ασχοληθούμε μ’ αυτά. Εκείνο που θα μας απασχολήσει, είναι τα αίτια που συνέβαλαν στο να φτάσουν τα πράγματα εκεί που έφτασαν και οι υπεύθυνοι για την τόσο χονδροειδή «ενημέρωση» του κ. υπουργού, σε ό,τι αφορά την πραγματικότητα του πανάρχαιου αυτού μακεδονικού χώρου.
Σπασμωδικές προσπάθειες της τελευταίας στιγμής για την απόδειξη (αν χρειάζεται!!) της ελληνικότητας και της προβολής της πραγματικής ιστορίας της Μακεδονίας, αρχαιολόγων και αρθρογράφων είδαν το φως της δημοσιότητας μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Βέβαια και νωρίτερα έγιναν, από ελληνικής πλευράς και άλλες αξιόλογες, πιο συστηματικές και πιο επιστάμενες απόπειρες αντικειμενικής διαφώτισης της κοινής γνώμης και ιδιαίτερα της ξένης, για το σοβαρό αυτό εθνικό θέμα και καταβλήθηκαν προσπάθειες, ώστε να χυθεί άπλετο επιστημονικό φως από Έλληνες, Αυστραλούς και άλλους ξένους επιστήμονες στο τόσο μεθοδικά διαστρεβλωμένο και έντεχνα συσκοτιζόμενο καθημερινά «μακεδονικό θέμα.» Και έντονα παραδείγματα αυτών των προσπαθειών, είναι το πρόσφατο (Φεβρουάριος 1988) επιστημονικό συνέδρειο, που έγινε στη Μελβούρνη, η ίδρυση στην ίδια πόλη, Ινστιτούτου Μακεδονικών Μελετών, τα τόσα ιστορικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν σ’ αυτό ή γράφτηκαν κατά καιρούς στον ελληνικό και ξένο Τύπο της Αυστραλίας.
ΟΛΕΣ ΟΜΩΣ ΑΥΤΕΣ τις καλές –αν και καθυστερημένες- προσπάθειες μιας αξιόλογης μερίδας Ελλήνων, επισκιάζει και αποδυναμώνει η συστηματικά, εγωιστικά και επίμονα καλλιεργούμενη διαίρεση των απόδημων, η οποία από πολλές σκοπιές κινούμενη, μεθοδεύεται από άγνωστες αλλά και ταυτόχρονα γνωστές δυνάμεις, που θρονιάστηκαν στην ελληνική παροικία της Αυστραλίας και επιμένουν εγωιστικά και με πείσμα να παίζουν το ρόλο του ηνίοχου και του οδηγητή δήθεν των 750 χιλιάδων Ελλήνων των Αντιπόδων. Στα κυκλώματα αυτά και στη διαίρεση Εκκλησίας και λαού, θα πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια της αδυναμίας της πολυάνθρωπης μεν, αλλά κατακερματισμένης, ελληνικής παροικίας, να προβάλει σθεναρή και προς όλες τις κατευθύνσεις αντίσταση στις ξενοκίνητες και αντεθνικές προπαγάνδες, οι οποίες, ούτε λίγο ούτε πολύ, έχουν το θράσος να επιχειρούν να ανατρέψουν ακόμα και αδιάσειστα ιστορικά στοιχεία, θεμελιωμένα από πληθώρα αδιάβλητων τεκμηρίων, που μας άφησαν διάσπαρτα και ριζωμένα στη μακεδονική γη τα προγονικά ελληνικά φύλα, που πέρασαν και έζησαν για χιλιετίες σ’ αυτήν.
Οι ισχυρογνωμίες, όμως, ο ετσιθελισμός και τα καμώματα ορισμένων «άνωθεν πεμφθέντων» «ηγετών» της παροικίας, διάβρωσαν και διαβρώνουν τη συνοχή του απόδημου Ελληνισμού της Αυστραλίας, άμβλυναν και αμβλύνουν το σθένος και την αντοχή του και μείωσαν και μειώνουν κάθε μέρα την ανθεκτικότητά του στα ορμητικά και στα καθημερινά εξογκούμενα κύματα της ξένης προπαγάνδας.
Τη διαβρωτική αυτή τακτική της ηγεσίας του απόδημου Ελληνισμού της Αυστραλίας τη γνωρίζουμε εμείς οι απόδημοι σε όλο της το μέγεθος, γιατί τη ζήσαμε σε όλη της την εξέλιξη και τη ζούμε σε όλη της την ένταση κάθε μέρα. Την είδαν από κοντά, όμως, και την έζησαν ως ένα βαθμό και στις λεπτομέρειές της και πολλοί αρμόδιοι της ελληνικής κυβέρνησης που επισκέφθηκαν την Αυστραλία τα τελευταία 5-6 χρόνια. Ιδιαίτερα ο σημερινός υπουργός Μακεδονίας – Θράκης κ. Σ. Παπαθεμελής, οι Έλληνες ακαδημαϊκοί και οι καθηγητές των πανεπιστημίων μας, που πήραν μέρος στο τελευταίο επιστημονικό συνέδριο, που έγινε στη Μελβούρνη και το οποίο προανέφερα –των οποίων ο κατάλογος είναι μακροσκελής, γι’ αυτό και δε θα τον αναφέρω- γνώρισαν και γεύτηκαν και οι ίδιοι την επικρατούσα εκεί θλιβερή κατάσταση των αυτοτιτλοφορούμενων «ηγετών» της παροικίας και είδαν απογοητευμένοι την αρνητική τους θέση, τις ασχήμιες των ενεργειών τους και την κατάπτωση του ήθους των τάχα πρωτοπόρων της πολυπληθούς αλλά εξαιτίας τους δεινοπαθούσας παροικίας μας.
ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΠΕΡΙΠΟΥ γεύση πήραν και οι υπουργοί Π. Βάλβης, Φ. Πετσάλνικος, Γ. Παπανδρέου, η Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού, οι κύριοι Γ. Ζίγδης, Ν. Ψαρουδάκης και άλλοι πολλοί, που επισκέφθηκαν παλαιότερα τη Μελβούρνη. Μάλιστα, ορισμένους από τους παραπάνω επισήμους είχαμε την ευκαιρία να τους ενημερώσουμε, όχι μόνο προφορικά αλλά και εγγράφως και να τους δώσουμε συγκεκριμένα στοιχεία για τα διαδραματιζόμενα στην Αυστραλία. Σχετική εικόνα μας δόθηκε η ευκαιρία να δώσουμε και στους άλλοτε  ή τώρα υπουργούς Γ. Γεννηματά, Α. Τρίτση, Ε. Κουλουμπή και λοιπούς.
Τι έκαμαν, όμως, για όλα αυτά ως τώρα οι αρμόδιοι; Στην ουσία τίποτα. Ποια μέτρα πήρε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Εκκλησία της Ελλάδας για να προλάβει, ή έστω να σταματήσει τη διάσυρση του ελληνικού και του ορθόδοξου ονόματος στο εξωτερικό, που τόσο έγκαιρα προβλέψαμε; Μάλλον κανένα. Έτσι, Πολιτεία και Εκκλησία, για να μη δυσαρεστήσουν «προσωπικότητες» (διάβαζε πέτρες σκανδάλων), αντί να αντιμετωπίσουν το τόσο οξύ και τόσο σοβαρό θέμα σθεναρά και κατά πρόσωπο, λοξοδρόμησαν.
Παρέκαμψαν έντεχνα τα εμπόδια, αντί να τα ισοπεδώσουν και αγνόησαν τα πάντα. Τώρα, φάνηκαν ξαφνιασμένοι και ενοχλημένοι από τη σφοδρότητα της ξένης προπαγάνδας και την ηθελημένη ιστορική άγνοια ξένων υπουργών. Ίσως μάλιστα, να ρίχνουν και ένα μέρος της ευθύνης στη μάζα των ξενητεμένων Ελλήνων της Αυστραλίας. Η μάζα, όμως, εγκαταλειμμένη συστηματικά στους ετσιθελισμούς ορισμένων, διαβρωμένη μεθοδικά και θρυμματισμένη σκόπιμα, χάνει τη συνοχή και το βάρος της. Η αντίστασή της γίνεται μικρή και η αντοχή της ελαττώνεται επικίνδυνα. Γι’ αυτό και επιβάλλεται, έστω και τη δωδεκάτη ώρα, πριν η αντοχή της εξανεμισθεί τελείως, να σπεύσουν να συμβάλουν οι αρμόδιοι της Ελλάδας στην ανασυγκρότηση και ανασύνταξη των τάξεων των ξενιτεμένων Ελλήνων και να τις παρατάξουν αχρωμάτιστες και ακομμάτιστες στις επάλξεις του έθνους. Και η ανασυγκρότηση πρέπει ν’ αρχίσει από τους υποτιθέμενους αρχηγούς της εκεί παροικίας.
Εμείς, η μάζα, είπαμε το παράπονό μας πολλές φορές ως τώρα. Το ξαναλέμε πάλι με περισσότερη ένταση και μεγαλύτερο πόνο, τώρα, μάλιστα, που μας δικαίωσαν, δυστυχώς, τα πράγματα. Οι σημερινοί ρυθμιστές της πορείας και του μέλλοντος της φυλής ας το ακούσουν και ας το προσέξουν. Αν κάποιος από αυτούς συγκινηθεί πραγματικά –κι ελπίζουμε πως σήμερα θα συγκινηθούν πολλοί- και θελήσει περισσότερα και πιο συγκεκριμένα στοιχεία, θα είμαστε στη διάθεσή του όσον καιρό βρισκόμαστε στην Ελλάδα και, για το καλό της ομογένειας, θα του τα προσφέρουμε ευχαρίστως και με κάθε γνωστή μας λεπτομέρεια.

No comments:

Post a Comment