Wednesday, April 6, 2011

ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ – ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ – ΠΡΑΣΙΝΟ


ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ – ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ – ΠΡΑΣΙΝΟ
‘’ΟΛΥΜΠΙΟ ΒΗΜΑ’’ Δημοσιεύτηκε από 10 – 3 -  84
κλπ..

Πολλά γράφτηκαν στις εφημερίδες ως τώρα και πολλά συνεχίζουν να γράφονται και να λέγονται γύρω απ’ το επίμαχο θέμα της δημοτικής αγοράς και του Δημαρχείου της Κατερίνης.
Ανάμεσα στις διάφορες απόψεις υπάρχουν και ευρείες θεωρήσεις του ζητήματος, όπως υπάρχουν και στενές, κοντόφθαλμες και κινούμενες από άλλα ελατήρια, είτε αυτά λέγονται άγνοια, μικροκομματισμός ή προσωπικά πάθη, είτε ισχυρογνωμοσύνη και ετσιθελισμός.
Καλά θα ήταν, το πράγμα να το είχαν δει και οι αρμόδιοι (σημερινοί και παλιότεροι άρχοντες και φορείς) και ο λαός ολόκληρος με διαφορετικό μάτι, με βλέμμα ευρύτερο και μέσα από πρίσμα κοινωνικότερο και γενικότερο και μάλιστα πολύ πιο νωρίτερα.
Και πρώτα-πρώτα, στην απόφαση, του τι θα γίνει στον επίμαχο χώρο της παλιάς γοράς και πώς θα αξιοποιηθεί η όλη περιοχή, θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη άλλα κοινωνικοπληθυσμιακά, περιβαλλοντολογικά και πολεοδομικά κριτήρια. Κριτήρια και βάσεις που θα μας παρέχει αυτόματα αυτή η ίδια η πραγματικότητα και τα οποία θα απέβλεπαν στον κατά το δυνατόν εξωραϊσμό και εκσυγχρονισμό της πόλης και στην προαγωγή της ποιότητας της ζωής των κατοίκων της.
Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους και η εκπόνηση του σχεδίου –κάποιου σχεδίου- για την οποιαδήποτε βελτίωση κι αξιοποίηση του χώρου, θα έπρεπε να είχε βασιστεί όχι αποκλειστικά και μόνο σε σημερινά δεδομένα αλλά σε στοιχεία που θα προκύψουν ύστερα από 30 ή 50 χρόνια. Και τούτο, γιατί τέτοια έργα, πολυδάπανα και ευρύτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος, δεν γίνονται για να εξυπηρετήσουν μόνο τις σημερινές ανάγκες κάποιου κοινωνικού συνόλου, αλλά συλλαμβάνονται, σχεδιάζονται και εκτελούνται με τέτοιες προβλέψεις, ώστε να είναι σε θέση να εξυπηρετούν τους χρήστες τους, όχι μόνο σήμερα αλλά και μελλοντικά.
Μια δημοτική αγορά π.χ. ή ένα δημοτικό μέγαρο, δεν πρέπει να χάνει τη λειτουργικότητά του, να ατονεί και να αρχηστεύεται μέσα σε λίγα χρόνια, μόλις οι κοινωνικές συνθήκες και μάλιστα οι βασικές (πληθυσμός, κυκλοφορία κλπ.) θα μεταβληθούν. Είναι δε γνωστό και σίγουρο, πως ο συντελεστής της μελλοντικής μεταβολής των κοινωνικών αυτών συνθηκών είναι κατά κανόνα κάποιο ακέραιο και θετικό πολλαπλάσιο των σημερινών στατιστικών στοιχείων. Άλλωστε, αυτό το βλέπουμε, το διαπιστώνουμε και το ζούμε εμείς οι ίδιοι κάθε μέρα.
Σήμερα, τα χωριά και οι πόλεις, επηρεασμένα λίγο ή πολύ απ’ την αλματώδη τεχνολογική εξέλιξη κι απ’ τις κάθε είδους επιστημονικές διαπιστώσεις, όχι μόνο μεταβάλλονται αισθητά αλλά και ουσιαστικά αλλάζουν όψη, ακόμα και μέσα σε μια δεκαετία. Τι προβλέψεις λοιπόν θα πρέπει να γίνουν και τι στοιχεία θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, όταν πρόκειται να αποφασιστεί η κατασκευή ενός έργου, που θα έχει ζωή πάνω από εκατό χρόνια; Πώς θα πρέπει να σχεδιαστεί, ώστε η λειτουργικότητά του και η προσφορά του στο κοινωνικό σύνολο να ανταποκρίνεται στις μελλοντικά αυξημένες οπωσδήποτε απαιτήσεις της κοινωνίας, της οποίας θα αποτελεί το κέτρο;
Στο σχεδιασμό της δημοτικής μας αγοράς και των κακόμοιρων των μαγαζιών της, ίσως λήφθηκαν υπόψη –αν λήφθηκαν- στοιχεία της περασμένης δεκαετίας ή και δεκαπενταετίας και επικράτησε οπωσδήποτε η παλιά κι απαρχαιομένη νοοτροπία. Αυτό βγαίνει εύκολα απ’ τις χρονολογίες σύνταξης των σχεδίων και των διαφόρων εγγράφων αλλά κι απ’ αυτό το ίδιο το σχέδιο.
Λέγω, ίσως να λήφθηκαν υπόψη κάποια στοιχεία, γιατί απ’ τα πράγματα φαίνεται, πως δε θα είχε εξεταστεί τότε σε βάθος κανένας απ’ τους παράγοντες που επηρεάζουν οπωσδήποτε το σχεδιασμό έργου μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος.
Εδώ γεννάται το ερώτημα, πώς είναι δυνατό σχέδια αναιμικά και ελλειπή από γεννησιμιού τους και βασισμένα πάνω σε ελλειπή στοιχεία κι αδύναμες νομοθεσίες να συνεχίζουν να εγκρίνονται αβασάνιστα και να προωθούνται ‘’ελαφρά τη καρδία’’ από υπηρεσίες του κράτους, ύστερα από οχτώ ή δέκα χρόνια, χωρίς να επισημαίνεται απ’ αυτές ούτε μια ατέλεια, ούτε μια έστω ασυμφωνία με την καινούργια, την ισχύουσα νομοθεσία;
 Και επιπλέον, πώς είναι δυνατό σήμερα να επιτρέπεται η εκτέλεση ελαττωματικών έργων; Έργων που σχεδιάστηκαν με βάση τα δεδομένα του ’70 ή του ’74 και να μην εφαρμόζονται οι ισχύουσες σήμερα περιβαλλοντολογικές, πολεοδομικές και κατασκευαστικές διατάξεις; Δηλαδή οι νέοι νόμοι ισχύουν και εφαρμόζονται μόνο για ότι θα σχεδιαστεί τώρα και δεν ισχύουν για ότι θα αρχίσει να χτίζεται σήμερα;
Αλλά και αν παραδόξως έτσι έχουν τα πράγματα, εμείς, οι αποβλέποντες στο κοινωνικό σύνολο, κοιτάζουμε πώς να μη σκαλώσουμε στο νόμο ή πώς να κάνουμε κάτι καλό, όμορφο και προπαντός χρήσιμο και ωφέλιμο στον τόπο μας;
Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν λοξοκοιτάζουμε το Νόμο και δεν προχωρούμαι κουμπωμένοι ανάμεσα στις διατάξεις του, προσπαθώντας να είμαστε εντάξει με τα ελάχιστα περιοριστικά τους όρια. Κάνουμε κάτι άλλο. Σκεφτόμαστε ευρύτερα. Προσπαθούμε, όσο γίνεται, να προβλέψουμε και να καλύψουμε προοπτικές μακροχρόνιες.
Χωρίς να ξεκινώ από καμιά κομματική τοποθέτηση –ανάθεμα αυτές τις τοποθετήσεις, έχουν κάψει πραγματικά τον τόπο- και δίχως κανένα ιδιαίτερο προσωπικό ή άλλο συμφέρον, κάνω μια καθαρά αντικειμενική θεώρηση του όλου ζητήματος και διατυπώνω τις απόψεις μου ξεκάθαρα και συγκεκριμένα. Ο απώτερος σκοπός μου δεν είναι να δυσαρεστήσω ή να κολακέψω κάποιον, ούτε να υπερβάλω ή να μειώσω τις προθέσεις και τις προσπάθειες κάποιου τρίτου. Σκοπός μου είναι, να προσπαθήσω να συμβάλω κι εγώ απ’ τη δική μου σκοπιά κι όσο γίνεται, ώστε η εξαιρετική κατά τα άλλα προσπάθεια των δημοτικών αρχόντων και των άλλων συναφών φορέων να μην πάει χαμένη ή αποδειχθεί σύντομα, αλλά εκ των υστέρων σα βεβιασμένη και ασύμφορη και καταντήσει, αν όχι τίποτε άλλο, τουλάχιστο δώρο άδωρο για την πόλη της Κατερίνης. Κι ας γίνω πιο συγκεκριμένος.
Πρώτα-πρώτα, αν το ερώτημα έμπαινε σκέτο και ξεκάθαρα ‘’κτίρια ή πράσινο;’’ χωρίς κανένα ενδοιασμό και χωρίς καμιά επιφύλαξη, θα έλεγα οπωσδήποτε πράσινο. Κι αυτό πιστεύω πως θα έλεγε και κάθε εχέφρων κάτοικος αυτού του τόπου, που αγαπάει τη φύση, θέλει να ζει κοντά της και γνωρίζει τις επιδράσεις και τις επιπτώσεις της στη ζωή τη δική του και στη ζωή των παιδιών του.
Θα ήθελα, όμως, να υπογραμμίσω τι εννοώ ‘’πράσινο’’, γιατί διαπίστωσα πως γίνεται κάποια σύγχυση μεταξύ των αντιμαχόμενων φορέων και των δημοτών στις έννοιες ‘’πράσινο’’ και ‘’ακάλυπτος χώρος’’.
Ένας χώρος ανοιχτός και άχτιστος, επιστρωμένος με τσιμέντο, άσφαλτο κλπ. δεν είναι ‘’πράσινο’’. Είναι μεν ανοιχτός και ακάλυπτος χώρος, όχι όμως πράσινο.
Λέγοντας πράσινο θα πρέπει να εννοούμε τη φυτεμένη με λουλούδια, δέντρα, χόρτο (γκαζόν ελληνικά) και διάφορα άλλα φυτά έκταση. Έναν χώρο που θα είναι σε θέση με τη φυσιολογική του επίδραση να μεταβάλει το διοξύδιο του άνθρακα του περιβάλλοντος σε οξυγόνο. Τέτοιο, λοιπόν, πράσινο εννοώ όταν αναφέρομαι στη λέξη αυτή. Και τέτοιο πράσινο θα ήθελα να αποκτήσει η Κατερίνη, όχι μόνο στον επίμαχο χώρο αλλά και σε άλλα σημεία της πόλης. Και τούτο, γιατί η πόλη μας, παρ’ ότι επαρχιακή, έχει πνιγεί βιαστικά και αμελέτητα στο τσιμέντο τις τελευταίες δεκαετίες. Σήμερα, αντί να ζει και να αναπτύσσεται μέσα στη φύση, αυτή από μόνη της φυλακίζεται κάθε μέρα και περισσότερο στα κάθετα κι ανέκφραστα ντουβάρια της και σφίγγει η ίδια με βιασύνη την ασφικτική θηλιά στο λαιμό της.
Αν θέλουμε να ξαλαφρώσουμε κάπως την πόλη μας απ’ την κατάρα της ασυδοσίας του παρελθόντος, να βελτιώσουμε τις συνθήκες διαβίωσης των δημοτών της και να προσφέρουμε κάποια ποιότητα ζωής στους κατοίκους της, σημερινούς και αυριανούς, ας βάλουμε σαν πρώτο μας μέλημα τη δημιουργία πράσινου. Πολύ πράσινου. Όσο περισσότερο γίνεται. Ακόμα-ακόμα, αν έχουμε τη δυνατότητα, να αποζημιώσουμε διάφορα οικοδομικά τετράγωνα, να τα κατεδαφίσουμε και να δημιουργήσουμε χώρους πράσινου, να το κάνουμε κι αυτό.
Βέβαια, μια τέτοια προσπάθεια κι ένα τέτοιο τόλμημα για τον τόπο μας και τη νοοτροπία του φαίνεται μάλλον σαν ουτοπία.
Ίσως η Κατερίνη θεωρείται κάπως προνομιακή, συγκριτικά με άλλες πόλεις του ίδιου μεγέθους και της ίδιας διαβάθμισης. Και τούτο, γιατί διαθέτει κι ένα πάρκο. Αυτά, όμως, για τα μέτρα τα δικά μας. Συγκρινόμενη με άλλες πόλεις του δικού της μεγέθους άλλων αναπτυγμένων κρατών, διαθέτει πράσινο σχεδόν μηδέν, γιατί το πάρκο της είναι σταγόνα στον ωκεανό μπροστά στην κατοικημένη έκταση της πόλης. Κι αν κατανεμηθεί ανάλογα με τους κατοίκους της, θα θεωρηθεί ποσοστό αμελητέο. Θα ήταν αστείο φυσικά να θεωρήσουμε σαν πράσινο κάποιο φυτεμένο στίγμα ή μια πρασιά κάποιας αυλής λίγων τετραγωνικών μέτρων.
Σήμερα, λίγο ή πολύ, όλοι σχεδόν κατανοήσαμε και κατά βάθος, έστω και σιωπηρά, πιστέψαμε πως ήρθε καιρός πια να κάνουμε κάποια αρχή και να εκσυγχρονίσουμε με κάθε μέσον και κάθε δυνατή προσπάθεια τον τόπο μας. Στις επιδιώξεις μας αυτές, όμως, θα πρέπει να έχουμε σα μέτρο σύγκρισης σύγχρονες πραγματικά πόλεις, οι οποίες να μας συγκινούν, να μας γοητεύουν, να μας έλκουν πραγματικά και να κινούν με ζωηράδα και θέληση τα βήματά μας και τις προσπάθειές μας προς την πρόοδο. Όταν έτσι έχουν τα πράγματα, δε θα πρέπει να επιδιώκουμε με κάθε τρόπο να πλησιάζουμε τα πρότυπά μας αυτά, εκμεταλλευόμενοι κάθε δυνατότητα που μας δίνεται και κάθε ευκαιρία;
Και τώρα μας δόθηκε μια άριστη ευκαιρία. Ας μην την αφήσουμε να μας ξεφύγει μέσα απ’ τα χέρια μας. Μια ψυχραιμότερη επανεξέταση του όλου ζητήματος, όχι μόνο δε θα έβλαπτε κανέναν αλλά θα ωφελούσε αφάνταστα όλους μας. Μια αναθεώρηση του όλου προγράμματος κάτω από ένα σύγχρονο πρίσμα θα δημιουργούσε κάτι που πραγματικά θα τιμούσε τους δημιουργούς του και τώρα και στο μέλλον.
Το να δημιουργούμε είναι ωραίο πράγμα. Το να δημιουργούμε, όμως, σωστά και μελετημένα είναι πολύ ωραιότερο.
΄Οπως η φλεγόμενη στην πυρακτωμένη άμμο έρημος έχει απόλυτη ανάγκη από μικροοάσεις, για να διατηρήσει κάποια ζωή στην αχανή έκτασή της, έτσι και η πνιγμένη στο μπετόν, στα καυσαέρια και στους θορύβους πόλη έχει άμεση ανάγκη πνευμόνων αναζωογόνησης, για να διατηρήσει στη ζωή τους διαβιούντες στο πνιγερό περιβάλλον της. Και οι ζωογόνοι αυτοί πνεύμονες δεν είναι παρά τα αλσύλλια και το πράσινο.
Ταυτόχρονα, ας ληφθεί υπόψη, ότι ο χώρος ‘’πράσινο’’, για να διατηρήσει το χαρακτήρα του και την αποστολή του, πρέπει να είναι και απαλλαγμένος από κυκλοφοριακούς συνωστισμούς, ηχηρούς θορύβους και ξεφωνητά και προπαντός από κακοσμίες και αναθυμιάσεις.
Στην περίπτωση της Κατερίνης όλα αυτά τα αρνητικά στοιχεία θα συμβρεθούν άφθονα στο μικρό αυτό χώρο του πράσινου, αν στη λιγοστή έκταση της παλιάς αγοράς χτιστεί το δημαρχιακό μέγαρο και προπαντός και μια νέα αγορά. Μια τέτοια συνύπαρξη θα έχει οπωσδήποτε αρνητικές επιπτώσεις. Τα προτεινόμενα καταστήματα θα αλλοιώσουν τελείως τον προορισμό του χώρου και θα μειώσουν αφάνταστα την επιβλητικότητα του Δημοτικού Μεγάρου.
Δυστυχώς, συνηθίζεται πολύ στην Ελλάδα, λόγω έλλειψης προγραμματισμού κι εδώ στην Κατερίνη έχει ιδιαίτερα επικρατήσει η τάση της ανεξέλεγκτης δημιουργίας μαγαζιών οπουδήποτε. Ακόμα και κάτω από κατοικημένους χώρους. Αυτό γίνονταν ως τώρα, είτε από έλλειψη νομοθεσίας ή από μη σωστή ή και καθόλου εφαρμογή των ισχυουσών κατά καιρούς διατάξεων.
Τώρα, όμως, που τα αποτελέσματα της επιστήμης βρίσκουν κάποια απήχηση και στον ελληνικό χώρο, τώρα που η νομοθεσία εκσυγχρονίζεται και λίγο-πολύ την τελευταία λέξη στη διαμόρφωση της πόλης την έχει η τοπική αυτοδιοίκηση –έστω κι αν είναι ακόμα υποτυπώδης- εμείς πάμε επίμονα να σκαρώσουμε μαγαζιά και κάτω ακόμα απ’ το δημοτικό μέγαρο. Και μάλιστα σ’ ένα χώρο του οποίου η στενότητα δε θα μπορούσε να εξυπηρετήσει ούτε κι αυτό το Δημαρχείο μοναχό του.
Το πράσινο και το Κυβερνείο μιας πόλης είναι τα βασικά σημεία, τα οποία, με το βάρος τους και τη μεγαλοπρέπειά τους και τον επισκέπτη θα συναρπάζουν, δημιουργώντας του ανάλογες εντυπώσεις για την όλη ποιότητα της πόλης, αλλά και τους πολίτες του ίδιου του τόπου θα ενδυναμώνουν ψυχικά, θα τους ενισχύουν ηθικά και θα τους προβάλουν ανάλογα και επάξια.
Ωραία πόλη, σημαίνει προοδευτικούς πολίτες. Και έντονο και πολύ πράσινο, σημαίνει ζωντανή πόλη και υγιείς κατοίκους.
Βέβαια και οι δρόμοι, τα κτίρια, οι πλατείες κλπ. είναι σπουδαίοι παράγοντες και παίζουν βασικό ρόλο στην ολοκλήρωση της πραγματικής εικόνας μιας πόλης. Αλλά, αφού οι συντελεστές ‘’δρόμοι’’, ‘’κτίρια’’, πλατείες’’ έχουν χαθεί πια για τη σημερινή τουλάχιστο έκταση της Κατερίνης, ας μην χάσουμε τουλάχιστον ό,τι άλλο μας προσφέρεται κι ας το αξιοποιήσουμε με όση περισσότερο σύνεση μπορούμε, προσπαθώντας έτσι να αναπληρώσουμε ό,τι είναι δυνατό  απ’ όσα χάσαμε, είτε από απρονοησία μας, είτε από έλλειψη διορατικότητας κατά το παρελθόν.
Δε θα προσπαθήσω να περιγράψω την εικόνα που θα παρουσιάζει αύριο ένα κτιριακό σύμπλεγμα ενός δημοτικού μεγάρου και 44 μαγαζιών, γιατί, λίγο-πολύ, είναι εύκολο να συλληφθεί από το μυαλό και τη φαντασία του καθενός. Ας αναλογιστούμε μόνο για λίγο όλοι μας απλωμένες πραμάτειες, κρεμασμένα κρέατα, βρόμικα ψαρόνερα, σάπια φρούτα, κάθε είδους σκουπίδια, φωνασκίες, διαλαλήσεις, κορναρίσματα και ξεφωνητά, οχλοβοή και κακοσμίες και θα συνθέσουμε στη φαντασία μας πολύ εύκολα το αύριο. Αν θέλουμε να ολοκληρώσουμε την αυριανή εικόνα της περιοχής, ας τοποθετήσουμε πάνω στο βρασμό της κίνησης και στον πυρετό της αγοράς και μέσα στις κάθε είδους αναθυμιάσεις το δημοτικό μέγαρο. Το Δημαρχείο μας. Νομίζετε ότι ένα τέτοιο εκνευριστικό και αποπνιχτικό περιβάλλον θα παρέχει συνθήκες αποδοτικότητας των δημοτικών υπαλλήνων: Νομίζετε πως ένα δημοτικό μέγαρο, περιζωμένο από κάθε είδους μικρομάγαζα θα είναι το καμάρι της αυριανής Κατερίνης; Γιατί άραγε οι σύγχρονες πόλεις χτίζουν τις δημοτικές τους αγορές σε ανοιχτές και ευρύχωρες εκτάσεις και μεταφέρουν τις παλιές (όπου υπάρχουν) προς τα έξω και μακριά από κεντρικά σημεία και μάλιστα Κυβερνεία και δημόσια κτίρια; Γιατί εμείς, κόντρα σ’ ό.τι κάνουν άλλοι πιο προοδευμένοι από μας και με περισσότερη πείρα απ’ τη δική μας, επιμένουμε στα παλιά μας συστήματα; Άλλωστε, υπάρχουν τόσα μαγαζιά που λειτουργούν στην γύρω περιοχή, που δεν χρειάζονται καθόλου επιπρόσθετα.
Δεν ξέρω αν ο Δήμος Κατερίνης διαθέτει υπηρεσία μελετών. Αν ζητηθεί μια υπεύθυνη κι αντικειμενική μελέτη γύρω απ’ την αναγκαιότητα της πόλης σε μαγαζιά, σύμφωνα με τον πληθυσμό και τις ανάγκες του, θα δούμε οπωσδήποτε με έκπληξη πόσα περίσσια ήδη έχουμε. Να πω ότι ο Δήμος προγραμματίζοντας ένα τέτοιο έργο, όπως είναι αυτό στα χαρτιά, αποβλέπει πρώτα στη δική του οικονομική ωφέλεια κι ύστερα στην ποιότητα ζωής των δημοτών του; Δεν μπορώ να το πω αυτό, γιατί είναι δύσκολο να το πιστέψω. Θέλω να πιστεύω, πως ο Δήμος Κατερίνης, με τις καλές του προθέσεις και την εκδηλούμενη δραστηριότητά του, θέλει ίσως να συνδυάσει ‘’το τερπνόν μετά του ωφελίμου.’’ Αλλά δυστυχώς, είτε λόγω περίσσιου ζήλου, είτε λόγω έλλειψης αναγκαίων ερευνών και απαραίτητων στοιχείων μπερδεύτηκαν τα ενδιαφέροντα και προβάδισε το ‘’ωφέλιμο’’, υπερκελίζοντας ουσιωδώς ‘’το τερπνόν’’.
Αν σήμερα πραγματικά δίνεται το προβάδισμα στο ‘’ωφέλιμο’’ και οι στόχοι παίρνουν πλέον καθαρά οικονομική χροιά και κατεύθυνση είναι πολύ εύκολο να αποδειχθεί, με λίγη μόνο έρευνα, πόσο ανοικονομική θα αποβεί ουσιαστικά η ανέγερση και η εκμετάλλευση αυτών των καταστημάτων.
Αν ληφθούν υπόψη απ’ τη μια τα τελικά κοστολόγια κατασκευών, οι τόκοι και οι αποσβέσεις δανείων, τα έξοδα συντήρησης και επισκευών μόνο κατά το χρονικό διάστημα της αποπληρωμής των χρεών κλπ. και απ’ την άλλη οι μηνιαίες εισπράξεις –έσοδα ενοικίασης των 44 καταστημάτων- το αποτέλεσμα θα βγει μόνο του.
Δυστυχώς, απ’ ότι ξέρω, οι λογαριασμοί αυτοί δεν έγιναν με βάση την τελική, την ολοκληρωμένη δαπάνη κατασκευής, γιατί αυτή είναι ακόμα άγνωστη και παραδόξως θα μείνει άγνωστη για πολύ καιρό ακόμα, αλλά έγινε με βάση τα αποτελέσματα της πρώτης δημοπρασίας της βασικής κατασκευής.
Και πάλι, δυστυχώς, γιατί εδώ στην Ελλάδα ένα έργο μπορεί να δημοπρατηθεί για εκατό εκατομμύρια π.χ. και να τελειώσει με τετρακόσια. Εκτός αυτού, πολλές βασικές μελέτες και δημοπρασίες δεν έγιναν ακόμη. Δεν έγιναν ακόμη μελέτες από συγκοινωνιολόγους ή άλλους ειδικούς, για να ερευνηθεί η κυκλοφοριακή ανθεκτικότητα των γύρω δρόμων που οδηγούν στο χώρο της προτεινόμενης δημοτικής αγοράς και του Δημαρχείου. Δεν έγινε διαπίστωση αν οι μικρόδρομοι αυτοί με τα σημερινά τους στενά περιθώρια είναι ικανοί να εξυπηρετήσουν αρκούντως μια αυξημένη κυκλοφοριακή κίνηση, όπως αυτή θα παρουσιαστεί μετά το πέρας της ανέγερσης της αγοράς και του δημοτικού μεγάρου και όπως θα εξελιχτούν τα πράγματα ύστερ’ από είκοσι και τριάντα χρόνια.
Τι προοπτικές υπάρχουν άραγε και τι δυνατότητες προβλέπονται για αναγκαίες στο μέλλον –άμεσο ή απώτερο- διανοίξεις και διαπλατύνσεις ενός ή περισσοτέρων απ’ αυτούς τους μικροδρόμους για την επιβεβλημένη κυκλοφοριακή εξυπηρέτηση του προτεινόμενου συγκροτήματος; Μήπως, αν χρειαστεί τέτοια μελέτη, θα γίνει αργότερα; Αργότερα, όμως, όταν το έργο θα έχει προχωρήσει, οι τυχόν δαπάνες κάποιας διάνοιξης οδού θα είναι πλέον αναπόφευκτες και απ’ τα πράγματα επιβεβλημένες, ανεξάρτητα απ’ το ύψος τους και άσχετα με την οικονομική στενότητα του Δήμου.
Ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους και για να αποφύγουμε τις εκ των υστέρων εξαναγκαστικές οικονομικές δεσμεύσεις, τέτοια βασικά ζητήματα ερευνούνται εκ των προτέρων και μελετούνται προσεχτικά, όχι μόνο πριν αρχίσουν οι κατασκευαστικές εργασίες αλλά πριν γίνει η εκπόνηση των οριστικών σχεδίων ή καλύτερα πριν ακόμα ληφθεί η οριστική απόφαση για την εκτέλεση του έργου.
Επίσης, δεν έγιναν μελέτες ακόμη για εγκαταστάσεις πυρόσβεσης, για την ολοκλήρωση του λιγοστού πράσινου στους γύρω χώρους, για τη σηματοδότηση των οδών και των διαβάσεων κλπ.. Όλες αυτές οι μελέτες και τα επακόλουθά τους είναι επιπλέον έξοδα, τα οποία, όταν θα προστεθούν στο αρχικό ποσό της πρώτης δημοπρασίας, θα ανεβάσουν τον τελικό προϋπολογισμό του όλου έργου σε τέτοια ύψη, που θα μας κάνουν οπωσδήποτε τότε να ξαφνιαστούμε και να αναρωτηθούμε: ‘’Μήπως θα ήταν προτιμότερο, αντί να πληρώνουμε εξαγορές και κατεδαφίσεις ιδιοκτήτων ακινήτων, να βρίσκαμε απ’ την αρχή κάποιους άλλους ανοιχτούς και κατάλληλους χώρους για δημοτική αγορά και δημοτικό μέγαρο και να χτίζαμε ό,τι θέλαμε και όπως το θέλαμε σωστό και άρτιο από τότε;
Θα είναι, όμως, αργά, γιατί θα έχουμε μπει στο χορό και δε θα μπορούμε να ξεφύγουμε. Και ή θα πληρώσουμε ξανά για να μπαλώσουμε ό,τι θα μπαλώνεται ή θα αναγκαστούμε να μείνουμε με κάτι ελαττωματικό, κολοβωμένο και αναχρονιστικό, που δε θα επιδέχεται κανένα διόρθωμα και καμιά επέκταση. Αλλά και πού να επεκτείνουμε αν οι ανάγκες μας μελλοντικά το απαιτήσουν; Εδώ προσπαθούμε να ‘’στριμώξουμε’’ σήμερα, θα έχουμε περιθώρια για επεκτάσεις αύριο;
Αν υποτεθεί ότι θέλουμε να εκσυγχρονίσουμε την Κατερίνη και να εφαρμόσουμε σύγχρονους πολεοδομικούς κλπ. κανονισμούς, θα έπρεπε να διαθέτουμε πάρκιγκ για 4 αυτοκίνητα για κάθε κατάστημα. Η προτεινόμενη αγορά δεν διαθέτει ούτε ένα. Τους 170 χώρους του υπόγειου πάρκιγκ, που προβλέπει η πρώτη φάση των έργων, θα καλύψουν μόνο τα αυτοκίνητα του προσωπικού των καταστημάτων και των υπαλλήλων του Δημαρχείου. Πού θα σταθμεύουν τα αυτοκίνητα των προμηθευτών, των πλασιέ και των πελατών που θα επισκέπτονται κάθε μέρα και κάθε ώρα την αγορά και πού των δημοτών που θα έρχονται στο  Δημαρχείο για υποθέσεις τους; Πώς θα αποσυμφορήσουμε την πόλη απ’ την πληθώρα των αυτοκινήτων που εισρέουν κάθε μέρα απ’ τα περίχωρα; Με το προτεινόμενο λοιπόν υπόγειο πάρκιγκ δεν γίνεται αποσυμφόρηση της περιοχής, όταν στον ίδιο χώρο χτιστεί και το Δημαρχείο και η αγορά, αλλά μπλοκάρισμα και συμφόρηση χειρότερη.
Θα ήταν επομένως προτιμότερο να προχωρήσει το Δημοτικό Συμβούλιο με τον ίδιο ζήλο που ξεκίνησε στην κατασκευή του υπόγειου πάρκιγκ στο χώρο της παλιάς αγοράς, επεκτείνοντάς το όσο επιτρέπει ο χώρος και να μεταβάλει ολόκληρη την ανοιχτή σήμερα έκταση των 7 περίπου στρεμμάτων σε πράσινο. Είναι δυνατό να φυτευτούν λουλούδια, χόρτο και θαμνώδη φυτά στο χώμα που θα απλωθεί κατάλληλα πάνω στο πάρκιγκ, αφού φυσικά ληφθούν πρώτα όλα τα απαραίτητα μέτρα για την αποφυγή υγρασίας στις οροφές της αποκάτω κατασκευής. Ενώ, σε χώρους όπου δεν υπάρχουν υπόγειες κατασκευές να μεταφυτευτούν δέντρα μεγάλης σχετικά ηλικίας, ώστε η όλη έκταση να αξιοποιηθεί και να πάρει την τελική της μορφή όσο πιο γρήγορα γίνεται. Αν τα δέντρα θα είναι οπωροφόρα ή όχι, θα εξαρτηθεί απ’ τις συστάσεις των ειδικών-γεωπόνων κι απ’ τη νοοτροπία και την αγωγή των πολιτών.
Όσον αφορά το Δημαρχείο, θα ήταν προτιμότερο να χτιστεί κάπου πιο έξω προς τις παρυφές της πόλης, σε μια έκταση ευρύχωρη, η οποία να διαμορφωθεί κι αυτή κατάλληλα, ώστε να είναι επάξια του μεγάρου που θα φιλοξενήσει. Και σ’ αυτή θα πρέπει οπωσδήποτε να δεσπόζει το πράσινο. Το δε πάρκιγκ των αυτοκινήτων να είναι διαρρυθμισμένο, ώστε να παρέχει άνεση και να είναι τοποθετημένο ανάμεσα σε δέντρα, θάμνους και δενδρύλλια, ώστε η παρουσία των πολυάριθμων αυτοκινήτων να μην επισκιάζει τη φυσική εικόνα του συνόλου.
Επειδή ένα σύγχρονο δημοτικό μέγαρο θα πρέπει να περιλαμβάνει ευρύχωρες και πολυθέσιες αίθουσες διαλέξεων, λαϊκών συνελεύσεων και πνευματικών εκδηλώσεων, είναι ανάγκη να υπάρχουν στη γύρω του κτιρίου περιοχή χώροι στάθμευσης για 500 τουλάχιστον αυτοκίνητα, με προοπτική μελλοντικής επέκτασης. Επομένως, ο χώρος που θα επιλεγεί θα πρέπει να είναι ευρύς και άνετος κι όχι να περιοριστεί σε 5 ή 10 στρέμματα.
Με τον τρόπο αυτό δίνουμε και μια ώθηση επέκτασης της πόλης. Είναι βέβαιο πως οι περιοχές γύρω και πέρα απ’ το Δημαρχείο θα οικοπεδοθούν και σύντομα θα κατοικηθούν. Έτσι και το Δημαρχείο με την απλοχωριά του γρήγορα θα βρεθεί μέσα σε κατοικημένη περιοχή αλλά και με μια καλή κατεύθυνση θα καθοδηγήσει από μέρους των αρχών, να δημιουργηθεί ένα νέο καλορυμοτομημένο τμήμα πόλης, το οποίο, απαλλαγμένο από συνωστισμούς και κολυμπώντας στο πράσινο, θα γίνει η απαρχή νέας και εκσυγχρονισμένης πόλης και θα αντικαθρεφτίζει μελλοντικά τις προσπάθειες κάποιων δημοτικών αρχόντων, που πρωτοστάτησαν κάποτε σε μια ανοδική πορεία της Κατερίνης.
Με την κατάλληλη προβολή και ώθηση απ’ την αυτοδιοίκηση και τους άλλους φορείς και με την οικονομική ευμάρεια που διακρίνει την Κατερίνη, η νέα πόλη μπορεί να δημιουργηθεί σε συγκριτικά μικρό χρονικό διάστημα. Τόσο που νομίζω ότι και οι ίδιοι οι εμπνευστές και πρωτεργάτες της θα προλάβουν να την καμαρώσουν.
Η ίδια τακτική θα είναι δυνατό να ακολουθηθεί και για τα άλλα δημόσια κτίρια (Νομαρχία, Δικαστήρια κλπ.), ώστε η πόλη να απλωθεί ανανεωμένη και σύγχρονη προς όλες τις ενδεδειγμένες κατευθύνσεις.
Ίσως ορισμένοι ισχυριστούν πως το Δημαρχείο και τα άλλα δημόσια κτίρια, χτιζόμενα στις παρυφές της πόλης, θα είναι μακριά. Μακριά από πού, όμως; Ότι, είναι μακριά για τον ένα συνοικισμό είναι κοντά για τον άλλο. Επομένως, οι έννοιες του ‘’μακριά’ και ‘’κοντά’’ είναι πολύ σχετικές και δεν πρέπει να μας επηρεάζουν στο σωστό σχεδιασμό και στη σωστή επέκταση της πόλης. Το μέτρο μακριά και κοντά είναι πολύ υποκειμενικό, στενά συμφεροντολογικό και ιδιαίτερα μικροπροσωπικό και δε θα πρέπει να ληφθεί σα μονάδα μέτρησης της εξάπλωσης και της βελτίωσης της Κατερίνης. Ούτε και οι ιδιοτελείς σκέψεις τίνος κτήματα βρίσκονται προς την α’ ή τη β’ περιοχή θα πρέπει να έχουν καμία θέση ή βαρύτητα στις κρίσεις και στις αποφάσεις μας. Γιατί κι αυτό είναι ένα συμφεροντολογικό κριτήριο, το οποίο με κανένα λόγο δε θα πρέπει να γίνει ο ρυθμιστής του εξωραϊσμού και της ανόδου της Κατερίνης. Πρέπει ο φραγμός του ατομικισμού να σπάσει και να εγκαταλειφθεί. Τα μικροσυμφέροντα ζουν όσο ζούμε κι εμείς οι μικροί άνθρωποι και παρέρχονται μαζί μας. Οι πόλεις, όμως, διατηρούνται, ζουν και γράφουν ιστορία επί σειράς γενεών και επί αιώνας αιώνων.
Έξω λοιπόν απ’ το ασφυτκικό κέντρο το Δημαρχείο, έξω και η αγορά, γιατί η συγκέντρωσή τους σε υπερκορεσμένες περιοχές θα κάνει την πόλη ασφυκτικότερη.
Και συγκεντρωμένη δημοτική αγορά σε μια πόλη που διαθέτει πληθώρα καταστημάτων δεν είναι απαραίτητη. Θα εξυπηρετούσε καλύτερα και τους κατοίκους και τους παραγωγούς της περιοχής μια λαϊκή αγορά που θα λειτουργούσε περιοδικά σε διάφορα σημεία της πόλης. Κάθε μέρα και σ’ άλλο συνοικισμό. Βέβαια κι εδώ οι χώροι θα επιλεγούν και θα διαμορφωθούν κατάλληλα, ώστε να τηρηθούν οι βασικοί τουλάχιστο κανόνες καθαριότητας του χώρου, υγιεινής της περιοχής και της μη διατάραξης της ησυχίας των κατοίκων.
Στη συνέχεια, θα πρέπει να σημειωθεί ότι στον καινούργιο χώρο, όπου κι αν επιλεγεί αυτός, δε θα πρέπει για κανένα λόγο να χτιστούν τα προβλεπόμενα στα σημερινά σχέδια μαγαζιά, γιατί οι ελλείψεις τους είναι πάρα πολλές, πολύ ουσιώδεις και δυσκολοθεράπευτες.
1)  Και πρώτα-πρώτα, ένα εμβαδόν 685 τετρ. μέτρων το μοιράζονται 44 μαγαζιά.
Αναλυτικότερα 35 απ’ αυτά έχουν εμβαδόν 14,58  τ.μ.  το καθένα
                              4                       ‘’           ‘’        19,44   τ.μ.           ‘’
                              2                       ‘’            ‘’       18,36   τ.μ.           ‘’
                              2                       ‘’            ‘’       17,82   τ.μ.          ‘’
                              1                       ‘’            ‘’       24.30   τ.μ.          ‘’
Το ελάχιστο εμβαδόν των 14,58 τ.μ. πρέπει να θεωρηθεί απαράδεκτο κι απορριπτέο, γιατί δεν παρέχει την απαιτούμενη άνεση και ευρυχωρία για την εύρυθμη λειτουργία ενός σύγχρονου καταστήματος οιασδήποτε μορφής.  Ούτε και περέχει σωστές και ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας στο εργαζόμενο προσωπικό. Τι λέει επ’ αυτού άραγε η Υγειονομική Υπηρεσία και το Υπουργείο Εργασίας και ποιες οι απόψεις των Εργατοϋπαλληλικών Ενώσεων;
2)  Δεν υπάρχει κανένας εργαστηριακός χώρος ή χώρος αποθήκης για κανένα μαγαζί, εκτός απ’ τα δύσχρηστα και άβολα πατάρια, τα οποία εξυπηρετούν κάπως ορισμένες μόνο κατηγορίες μαγαζιών, χωρίς να δίνουν τον απαιτούμενο χώρο, ούτε την άνεση και ευρυχωρία, όπως ταιριάζει σε σύγχρονα καταστήματα και χωρίς να πληρούν τους απαραίτητους χώρους υγιεινής. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, το ψαράδικο ή το φρουτάδικο να ανεβοκατεβάζει κάσες στο πατάρι, ούτε είναι εύκολο να σφουγγαριστεί και να καθαριστεί όπως πρέπει και ταχτικά ένας χώρος που βρίσκεται πάνω από ράφια και προθήκες γεμάτα με ακριβά πιθανόν εμπορεύματα, φαγώσιμα κλπ.. Επιπλέον, οι σκάλες που οδηγούν στα πατάρια έχουν σύμφωνα με την κλίμακα των σχεδίων φράρδος μόνο 70 εκατοστών. Είναι άραγε αυτό επιτρεπτό απ’ την ελληνική νομοθεσία;
3) Άλλο βασικό μειονέκτημα είναι, ότι όλες οι πόρτες των καταστημάτων έχουν άνοιγμα 80 εκατοστών και ανοίγουν προς τα μέσα, πράγμα αντικανονικό κι αντίθετο προς τους κανονισμούς πυρόσβεσης.
4)  Επίσης, όλες οι πόρτες των καταστημάτων που οδηγούν σε κάποια έξοδο, όπως και των δημοσίων καταστημάτων θα πρέπει να ανοίγουν προς τα έξω, ώστε να εξασφαλίζεται και να επιταχύνεται η έξοδος σε περίπτωψση φωτιάς ή άλλης έκτακτης ανάγκης. Αυτό είναι απαραίτητο και για ένα λόγο παραπάνω για τα προτεινόμενα καταστήματα της νέας αγορά, γιατί:
5)  Κανένα απ’ αυτά δεν διαθέτει και μια δεύτερη έξοδο κινδύνου. Η έλλειψη εξόδου κινδύνου είναι βασικότατο μειονέκτημα κι ιδιαίτερα σε καταστήματα που απασχολούν μισθωτούς εργατοϋπαλλήλους. Πώς θα θεραπευτεί αυτή η ουσιώδης ατέλεια αν το Υπουργείο Εργασίας και τα διάφορα Σωματεία αξιώσουν κάποτε τη δημιουργία δεύτερης εξόδου;
6)  Αν, όμως, οι πόρτες τους ανοίξουν προς τα έξω, όπως πρέπει, τότε, σύμφωνα με τα σχέδια, θα ανοίγουν πάνω στο πεζοδρόμιο, πράγμα αντικανονικό και ασυμβίβαστο για την κοινή λογική και την καθημερινή πρακτική. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι πόρτες, ανοίγοντας προς τα έξω, θα χτυπούν πάνω στους ανύποπτους διαβάτες και θα γίνονται πρόξενοι τραυματισμών και κακώσεων.
7)  Επιπλέον, πεζοδρόμια  τέτοιου φάρδους, πώς είναι δυνατό να διακινήσουν μια πελατεία 44 μαγαζιών σε μέρες και ώρες αιχμής; Και τούτο με βάση μόνο το σημερινό πληθυσμό της πόλης. Τι θα γίνει στο μέλλον;
8)  Η διαρρύθμιση του σχεδίου όπως έχει σήμερα καθιστά δυσχερέστατο τον εφοδιασμό των εσωτερικών ιδιαίτερα καταστημάτων με προϊόντα και εμπορεύματα. Όχι μόνο δεν υπάρχει ξεχωριστός για κάθε κατάστημα χώρος φόρτωσης και εκφόρτωσης αλλά δεν υπάρχουν ούτε και ομαδικοί τέτοιοι χώροι.
9) Όπως δεν υπάρχουν ειδικοί χώροι (έστω και ομαδικοί), απομονωμένοι και κατάλληλα προστατευμένοι, για τη συγκέντρωση των σκουπιδιών των μαγαζιών. Φανταστείτε το θέαμα και το φρακάρισμα των πεζοδρομίων από κάθε είδους σχισμένες σκουπιδοσακούλες, στραπατσαρισμένους σκουπιδοτενεκέδες και τσαλακωμένα χαρτονένια κυβώτια. Αναλογιστείτε τα αδέσποτα σκυλιά και τις γάτες και φέρτε στο νου σας κάθε είδους σκόρπια σκουπίδια, αποθρασυνμένες μύγες, ανυπόφορες οσμές. Κι όλα αυτά μπροστά στις προσόψεις των καταστημάτων και στη βάση και γύρω απ’ το καλλιμάρμαρο δημαχιακό μέγαρο.
10)  Θα έπρεπε να υπήρχε μικρή βοηθητική οδός στο πίσω μέρος κάθε σειράς μαγαζιών για την εξυπηρέτηση των δικών τους αναγκών.
11)  Δεν υπάρχει καμιά πρόβλεψη για την αποχέτευση των δαπέδων των μαγαζιών, ούτε και των εσωτερικών διαδρόμων του συγκροτήματος. Μήπως τα βρόμικα νερά απ’ το πλύσιμο και το σφουγγάρισμα των χασάπικων, των ψαράδικων και των λοιπών καταστημάτων θα διώχνονται με τις σκούπες και τις βούρτσες έξω απ’ τις πόρτες, όπως γίνεται σήμερα στη Μεγάλου Αλεξάνδρου κι αλλού;
Υπάρχει, όμως, στο σχέδιο πρόβλεψη που επιτάσσει να χρησιμοποιηθούν μάρμαρα Πεντέλης για την επίστρωση των δαπέδων κλπ. του συγκροτήματος. Και αναρωτιέται κανείς. Πώς είναι δυνατό στο Δημαρχείο της Κατερίνης, στο πιο αντιπροσωπευτικό μέγαρο της Πιερίας, να χρησιμοποιηθούν μάρμαρα άλλης περιοχής, τη στιγμή που ο Όλυμπος και τα Πιέρια κρατούν στα σπλάχνα τους ανεξάντλητες ποσότητες αρίστης ποιότητας μαρμάρων; Ο ‘’όνυχας του Ολύμπου’’, μάρμαρο σπάνιο, συναγωνίζεται επάξια το φημισμένο ‘’ασιατικό όνυχα’’. Μάλιστα, πρόσφατες έρευνες και διαπιστώσεις βεβαιώνουν πως πιερικά μάρμαρα χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και στο χτίσιμο αυτού του Παρθενώνα. Επιπλέον, αν θέλουμε συνδιασμό χρωμάτων, έχουμε εξαιρετικά πράσινα μάρμαρα, εφάμιλλα των αντίστοιχων αιγυπτιακών, καθώς και ποικιλία άλλων χρωμάτων.
12)  Επίσης, πώς θα φωτίζονται και θα αερίζονται τα εσωτερικά καταστήματα; Οι σκεπαστές στοές-διάδρομοι έχουν φάρδος 3,20 μ. και ύψος 5,5 μ. Είναι δυνατόν αυτά τα ανοίγματα να αερίσουν επαρκώς καταστήματα νωπών τροφίμων, τα οποία δεν διαθέτουν κανένα παράθυρο ή άλλο είδος φυσικού εξαεριστήρα; Μήπως προβλέπονται μηχανικοί αεριστήρες; Αν ναι, τι δυναμικότητας θα είναι αυτοί και πόσες ανακυκλώσεις θα κάνουν την ώρα; Τι θα στοιχίσει η εγκατάσταση τέτοιων μηχανημάτων και πού θα καταλήγουν οι έξοδοι του αερισμού; Αλλά και αν τα εξωτερικά καταστήματα, τα καταστήματα του περίγυρου, υποχρεωθούν να δημιουργήσουν τέτοια ανοίγματα-εξαεριστήρες, πώς θα θεραπευτεί η κατάσταση στα εσωτερικά;
13)  Στο σχέδιο δεν φαίνεται πουθενά το πάχος των διαχωριστικών τοίχων μεταξύ των καταστημάτων κι ούτε το είδος του υλικού απ’ το οποίο θα συνίστανται.
14)  Ποια ανθεκτικότητα στη φωτιά (σε ώρες αντοχής) θα πρέπει να έχουν οι τοίχοι που χωρίζουν δυο χώρους διαφορετικής απασχόλησης κι άλλου αντικειμένου; Δυο διαφορετικά καταστήματα; Τι λένε οι διατάξεις της πυροσβεστικής υπηρεσίας;  Δεν είδα πουθενά την έγκρισή της. Μήπως κι αυτή θα ερωτηθεί αργότερα;
15)  Επίσης, ποιας αντοχής τζάμια θα μπουν στα εσωτερικά καταστήματα, τα ευρισκόμενα εκατέρωθεν των σκεπαστών διαδρόμων και των οποίων η μεταξύ τους απόσταση είναι μόνο 3,60 μέτρα;
16)  Ένα άλλο τελείως απρόσεχτο τμήμα είναι τα W. Cs.
Εκτός απ’ το γεγονός ότι δεν προβλέπεται κανένα ξεχωριστό W.C. για κανένα μαγαζί κι αυτά τα ομαδικά που προβλέπονται είναι τόσο προχειροσχεδιασμένα, που απορεί κανείς πώς οι υπεύθυνες κι αρμόδιες για την έγκρισή τους αρχές τα ενέκριναν.
17) Και πρώτα-πρώτα, η τοποθέτηση των εισόδων σε σχέση με το δρόμο. Αλίμονο στο χρήστη οποιασδήποτε τουαλέτας κι ιδίως των γυναικών, αν κάποια στιγμή δεν κλείσει εκατό στα εκατό καλά και σίγουρα την πόρτα από μέσα. Γιατί, μόλις θα ανοίξει η εξώπορτα για να μπει ή να βγει κάποιος, θα βρεθεί κατάφατσα με το δρόμο κι εκτεθειμένος στα βλέματα των περαστικών. Φανταστείτε λοιπόν τι θα συμβεί, αν οι εξώπορτες ή κάποια απ’ τις εσωτερικές πόρτες ή και οι δυο παρουσιάσουν κάποιες βλάβες και ελαττώματα.
Με μια λοιπόν απλή ματιά διαπιστώνει κανείς πως με την αβασάνιστη αυτή διαρρύθμιση και διάταξη των θυρών, αν κάποιος βρεθεί στο δρόμο απέναντι απ’ τις εξώπορτες θα μπορεί ευκολότατα, οποιαδήποτε στιγμή σε κάθε άνοιγμά τους να έχει πλήρη θέα του εσωτερικού όλων των συγκροτημάτων W.C.
18) Επίσης, ερώτημα γεννάται, αν οι τοίχοι των 15 εκατοστών πάχους, χωρίς κανένα διάκενο ή άλλη πρόβλεψη μόνωσης, είναι ικανοί να απομονώσουν τους θορύβους των χώρων αυτών απ’ τα παρακείμενα καταστήματα. Ποιος θα θέλει να χτυπούν δίπλα του έξι καζανάκια ακατάπαυστα; Πώς θα νιώθει ο καταστηματάρχης εκείνες τις στιγμές μπροστά στους πελάτες του και τι θα αισθάνονται κι εκείνοι ταυτόχρονα;
Ύστερα απ’ τις παραπάνω διαπιστώσεις, δεν χρειάζεται νομίζω να προχωρήσει κανείς σε λεπτομερέστερες αναλύσεις κι ούτε είναι απαραίτητο να υπογραμιστούν κι άλλες επιπλέον ελλείψεις ή παραλείψεις και αβλεψίες για να δεχτεί: Το από κάθε άποψη ακατάλληλο του χώρου για το προτεινόμενο συγκρότητα. Το από πλευράς παροχής υπηρεσιών κι εξυπηρέτησης των κατοίκων αντεκδεικνυόμενο. Το από καλαισθητικής, υγειονομικής, πολεοδομικής και κατασκευαστικής πλευράς ακατάλληλο του κτιριακού συγκροτήματος της αγοράς. Και το από οικονομικής άποψης ασύμφορο των καταστημάτων και σαν κατασκευή και σαν εκμετάλλευση.
Λαμβανόμενων λοιπόν υπόψη όλων αυτών των βασικών αρνητικών στοιχείων, επιβάλλεται η αναθεώρηση του όλου έργου και η επανεξέτασή του πάνω σε νέες σύγχρονες βάσεις, με άλλες προοπτικές και άλλες επιδιώξεις, ώστε τα κτίρια κι όλα τα έργα που θα γίνουν στην Κατερίνη και τους κατοίκους να εξυπηρετούν άριστα και μακροχρόνια και την πόλη να λαμπρύνουν και να προβάλουν αλλά και τους πρωτεργάτες και τους κατασκευαστές τους να τιμούν επάξια και τώρα και μελλοντικά.
Οι σημερινοί δημοτικοί άρχοντες έχουν την ευκαιρία να αποθανατίσουν κατά δύο τρόπους τα ονόματά τους. Ας προτιμήσουν, όσο είναι καιρός, το σωστό.

No comments:

Post a Comment