Wednesday, March 16, 2011

Ομιλία Αλέκου Αγγελίδη στην Ίδρυση του Συνδέσμου Ελλ. Λογοτεχνών


 Ομιλία Αλέκου Αγγελίδη στην Ίδρυση του Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών και Συγγραφέων Αυστραλίας. 1993.

Η συσπείρωση η δική μας πρέπει να αποβλέπει στην ενίσχυση και δυνάμωση των προσπαθειών μας, των οποίων ο στόχος θα πρέπει να είναι το ζωντάνεμα της Παροικίας. Να καλλιεργεί, να τρέφει και να δυναμώνει τις παραδώσεις της Φυλής, να σταθεροποιεί τις βάσεις και να διευρύνει τους ορίζοντες του Ελληνισμού. Τα όρια της επίδρασης του έργου του λογοτέχνη πρέπει να είναι ευρύτερα των ορίων του περιβάλοντος όπου αυτός ζει και κινείται. Και, για να το πετύχει αυτό, θα πρέπει, όταν κρατά την πέννα του, να αφουγκράζεται το σφυγμό, όχι μόνο του παροικιακού αλλά και του απανταχού Ελληνισμού, ελλαδικού και ξενιτεμένου και να ενεργεί ανάλογα.
Εμείς δεν είμαστε εκλεγμένοι ή διορισμένοι απ’ την παροικία ή από κάποιο άλλο Οργανισμό ή Αρχή ή απ’ το ελληνικό κράτος, για να προσφέρουμε κάτι κομμένο στα μέτρα εκείνων που μας εξέλεξαν ή μας τοποθέτησαν. Είμαστε ελεύθεροι, να σκεφτούμε και να δράσουμε ελεύθερα. Ο μόνος περιορισμός που θα μας διέπει πρέπει να πηγάζει απ’ τη συνείδησή μας κι απ’ το ενδιαφέρον μας για τα γράμματα, τον απανταχού Έλληνα και την Ελλάδα, γιατί έχουμε τεράστια υποχρέωση στο Ελληνικό Έθνος, αν θέλουμε να λεγόμαστε ‘’Έλληνες Λογοτέχνες’’. Το αδέσμευτο, λοιπόν, ενδιαφέρον μας πρέπει να αποβλέπει στην αφύπνιση των μαζών για το καλό, στο καλό των γραμμάτων και στο καλό του Ελληνισμού. Και θα το πετύχουμε αυτό, όταν ο καθένας μας νιώθει πραγματικά σαν ένα κύτταρο, όχι κάποιου κομματικού Ελληνισμού αλλά του ζωντανού Ελληνικού Έθνους. Σαν ένα κύτταρο που βρίσκεται μακριά από κομματικές και άλλες φατριαστικές επιδράσεις. Ένα κύτταρο, που καρδιοχτυπά, αδημονεί και σπαρταρά να αφυπνίσει, να ζωογονήσει και να δημιουργήσει.
Εμείς δεν πρέπει να νιώθουμε σαν πρόεδροι κάποιου οργανισμού –ακόμα και  με την πιο καλή έννοια της λέξης- ή σαν υπάλληλοι προξενείων, ούτε σαν μητροπολίτες ή σαν παπάδες, ούτε σαν δάσκαλοι, με τη στενή φυσικά έννοια των όρων. Και δεν έχω τίποτα εναντίον των καλών αυτών ανθρώπων, που οι πλείστοι απ’ αυτούς αγωνίζονται πραγματικά και προσφέρουν θετικά το κατά δύναμη στην κοινή υπόθεση. Αλλά, όλοι αυτοί, όσο καλοπροαίρετοι κι αν είναι, είναι περιορισμένοι, λόγω της θέσης τους, μέσα στα δικά τους υπηρεσιακά όρια και δρουν με κάποια άλλη, διαφορετική σκοπιμότητα. Ενδιαφέρονται για τον Ελληνισμό με τον τρόπο που τους υποδεικνύουν οι εργοδότες τους και όσο τους επιτρέπουν τα επαγγελματικά-υπηρεσιακά τους περιθώρια, η καριέρα τους και οι προσωπικές και ατομικές τους βλέψεις, όσο αγνές κι αν είναι αυτές. Εμείς μπορούμε και πρέπει να σταθούμε πάνω από τέτοιες δεσμεύσεις, να γίνουμε ένα με τον ξενιτεμένο Ελληνισμό, γιατί είμαστε ο ξενιτεμένος Ελληνισμός. Να μείνουμε μακριά απ’ τις ψυχοφθόρες και ελληνοφθόρες κομματικές διαμάχες και τις εθνοκτόνες παροικιακές διαιρέσεις, τις μυλόπετρες δηλαδή του φθοροποιού κατεστημένου, που προσπαθούν να μας επιβάλουν, και να σταθούμε μακριά και πέρα απ’ τα στενά συμφέροντα των ποικίλων ‘’προεστών’’ και των αυτόκλητων και τοποθετημένων άνωθεν ηγητόρων μας.
Εμείς πρέπει να είμαστε το ζωντανό κύτταρο, που θα ζωογονεί και θα δυναμώνει και τα άλλα κύτταρα μέσα στο αδύνατο σώμα της παροικίας και αυτού ακόμα του Έθνους. Εμείς πρέπει να είμαστε οι άγκυρες, που θα συγκρατήσουν το θαλασσοδερνόμενο απ’ τα ποικίλα ιδιοτελή συμφέροντα καράβι της ταλαίπωρης παροικίας μας. Για το σκοπό αυτό, όμως, θα πρέπει να μας διακρίνει αδέσμευτο αγωνιστικό προοδευτικό πνεύμα και έξαρση. Να κατεχόμεθα από θάρρος και θέληση και με παρρησία και σθένος να λέμε τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη. Δεν πρέπει να ενδιαφερόμαστε για την προσωπική μας προβολή και για το ‘’εγώ’’ μας. ‘’Εγώ’’ μας, θα πρέπει να είναι η προώθηση και η πρόοδος της ελληνικής ιδέας και του ελληνικού πνεύματος. Να συνεργαζόμαστε στενά και ανυστερόβουλα με όλους, που προσπαθούν ειλικρινά για τον ίδιο σκοπό. Να μην επιδιώκουμε κάποιο βόλεμα στη χλιαρή καθημερινότητα, προσπαθώντας να αποσπάσουμε κάποιες κολακίες, ειλικρινείς ή ψεύτικες για κάποιο έργο μας. Να μην είμαστε μικροί αλλά να γίνουμε μεγάλοι. Να είμαστε διαφορετικοί απ’ τους τριγυρινούς μας. Όχι φυσικά εγωιστές και υπερφίαλοι. Αλλά προταγωνιστές και αγωνιστές καλών και ανώτερων και εθνικά χρήσιμων έργων.
Ένα ποίημα, ένα λογοτέχνημα, ένα τραγούδι εμψυχώνει και δυναμώνει τις καρδιές και τις συνειδήσεις περισσότερο από κάθε τι άλλο. Αρκεί να είναι πραγματικό, αληθινό και ανυστερόβουλο. Εμείς θα δείξουμε με την πέννα μας στον Ελληνισμό τη δύναμη του Ελληνισμού του. Να μην αποζητούμε μια θέση σε κάποια λογοτεχνική ανθολογία ή ένα κολακευτικό άρθρο σε μια εφημερίδα. Να αποζητούμε το ξύπνημα του ξενιτεμένου Έλληνα, καθώς και του Ελλαδίτη. Να προσπαθούμε, όσο μπορούμε, για το δυνάμωμα του κρίκου σύνδεσης των κομματιών του Ελληνισμού, μέσα κι έξω απ’ την Ελλάδα. Ποτέ, όμως, σε βάρος της Αλήθεια, της οποίας πρέπει, ο καθένας με τον τρόπο του, να γίνει διάκονος και υπηρέτης. Ας έχουμε σα σύνθημά μας: ‘’Μακάρι να μπορέσω να πετύχω έστω και στο ελάχιστο το ξεσκλάβωμα του μυαλού ενός συμπαροίκου μου απ’ τις μικρότητες, παρά να δω το όνομά μου στεγνό και στείρο σε κάποια λογοτεχνική ανθολογία. Μακάρι να ξεσκεπάσω, έστω και μια πτυχή της καταχωνιασμένης έντεχνα και επίμονα ελληνικής πραγματικότητας, σε ακόμα ένα συνάνθρωπό μου και ας μη με καλούν σε επίσημους δείπνους και τελετές και ας μη μου δίνουν πρώτες ή τιμητικές θέσεις στις διάφορες συγκεντρώσεις. Δεν τις θέλω. Προτιμώ να είμαι ελεύθερος και δημιουργικός, παρά φιλόδοξος και μάταιος’’.
Όλοι οι Έλληνες και πρώτοι εμείς, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος των κινδύνων που μας περιβάλλουν σε παροικιακό και εθνικό επίπεδο. Ιδιαίτερα για την παροικία μας η σωτηρία δε θα ‘ρθει απ’ τους Ελλαδικούς. Από κείνους θα ‘ρχονται κομματικές διαιρέσεις, φατριασμοί και εμπάθειες. Ή το πολύ-πολύ γλυκανάλατα πρωτοχρονιάτικα μηνύματα, για να μας αναστατώνουν ή να μας αποκοιμίζουν. Δεν θέλουν, τουλάχιστο προς το παρόν και δεν μπορούν να ασχοληθούν ουσιαστικά μαζί μας. Τους λείπει και η διάθεση και το κουράγιο. Επιπλέον και οι άμεσες βλέψεις τους είναι διαφορετικές απ’ τις δικές μας.
‘’Μη γεννάτε ζητήματα’’, συνιστούσε το κράτος των Αθηνών πριν απ’ την απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Βόρειας Ελλάδας στους προξενικούς και διπλωματικούς υπαλλήλους του, που έστελνε στις τουρκοκρατούμενες περιοχές και στις χώρες της Δύσης για να το αντιπροσωπεύσουν. Η αγωνιζόμενη Μακεδονία ζητούσε συμπαράσταση για λευτεριά και η Αθήνα συνιστούσε παθητικότητα και αδιαφορία. Ο Παύλος Μελάς και οι άλλοι αγωνιστές έχυναν το αίμα τους στα Μακεδονικά βουνά και οι επίσημοι των Αθηνών ζητούσαν να μάθουν προς τα πού πέφτει η Μακεδονία. Εμείς αγωνιζόμασταν κατά της επεκτατικότητας των Σκοπιανών και η Αθήνα μας έλεγε μέχρι και χθες ακόμα ότι δεν υπάρχει πρόβλημα. Μήπως επιμένει άραγε ακόμα στις απόψεις της;
Πρέπει να αγωνιστούμε για το ένωμα και τη ζωντάνια του απανταχού Ελληνισμού. Και προπαντός, πρέπει να κάνουμε την παροικία να ζήσει χωρίς Ελλαδίτικες ή Φαναριώτικες ενέσεις, χωρίς παπαδίστικα ξόρκια και χωρίς δηλητηριασμένους και φατριασμένους οργανισμούς. Τα ποικίλα κέντρα κάνουν και λάθη. Πραγματικά ή υστερόβουλα. Ας μην επαναπαυόμαστε εμείς στην κριτική μόνο των λαθών τους και ας μη νομίζουμε ότι κάνουμε ολόκληρο το χρέος μας, κατηγορώντας μόνο τα λάθη τους. Εμείς, μαζί με την ανωτερότητά μας, ας δείξουμε αγωνιστικότητα και καταφρόνια για τις μικρότητες των ανθρώπων. Σε κάθε κοινωνία λίγοι, ελάχιστοι άνθρωποι αποτελούν τα πραγματικά νεύρα της. Και αυτοί αποτελούν τη σπίθα που την κρατά ζωντανή και τη φωτιά που τη ζεσταίνει και την ξεσηκώνει. Γι’ αυτό κι εμείς, αν θέλουμε να είμαστε οι σπίθες και τα νεύρα της κοινωνίας μας, πρέπει τα λόγια μας και τα έργα μας να είναι ευθύβολα και πύρινα. Να είναι φωτιά, που θα κάψει τη σαπίλα, τα πρωτεία, τη διχόνοια και τη διαίρεση. Έχουμε χρέος να αποτινάξουμε το ραγιαδισμό απ’ την κοινωνία μας. Και ραγιάς σήμερα είναι εκείνος, που τρέμει να δει και να αντικρίσει την αλήθεια και δεν τολμά να αντικρούση τη σαθρώτητα και την ιδιοτέλεια που τον περιβάλλει.
Η θέλησή μας και το παράδειγμά μας να γίνει αφετηρία και παράγοντας στην ιστορική εξέλιξη του εδώ τουλάχιστο Ελληνισμού. Σκοπός μας να είναι η διαφύλαξη του ελληνικού ιδανικού και η αφύπνιση όλων εκείνων, που έχουν φθαρεί απ’ τη συμπεριφορά και τη νοοτροπία των ισχυρόγνωμων ψευτοηγητόρων τους. Σήμερα, με τα λόγια μας και το παράδειγμά μας, θα σπρώχνουμε τους αρχηγούς μας από πίσω για να προχωρούν προς τη σωστή κατεύθυνση. Αύριο, τα λόγια μας και το παράδειγμά μας θα γίνουν αρχηγοί και θα σέρνουν τον κόσμο πίσω τους. Οι έριδες και οι προστριβές, μαζί με τις ισχυρογνωμοσύνες και τις αρχομανίες, μας οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή και στον αφανισμό. Αυτό μας το διδάσκει μεγαλόφωνα η μακραίωνη ιστορία μας. Η αναλγησία και η επίμονη χειραγώγηση της παροικίας από αυτοπρόβλητους και άσχετους μ’ αυτήν  ηγέτες, βαλτώνουν κάθε μέρα και περισσότερο τα νερά της και τη βουλιάζουν όλο και βαθύτερα σε μια μουχλιασμένη λιμνοθάλασσα. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα οδηγητή και αρχηγέτη της παροικίας μας αν δεν προέρχεται απ’ αυτήν και αν δεν είναι γέννημα και σπλάχνο της. Ξενόφερτοι αρχηγοί και έξωθεν τοποθετημένοι ηγέτες είναι άσχετοι με την πραγματικότητα και απορριπτέοι. Την αλήθεια αυτή εμείς την ξέρουμε. Κι έχουμε καθήκον να την πούμε και να την διατυμπανίσουμε. Γιατί τη νιώθουμε, τη βλέπουμε και τη ζούμε. Τη συζητούμε κατιδίαν κάθε μέρα και την ψιθυρίζουμε αδιάκοπα μεταξύ μας. Δεν τολμούμε, όμως, όλοι να την πούμε ανοιχτά και να την φωνάξουμε όσο πρέπει. Και, για τη σιωπή μας αυτή, θα κριθούμε κάποτε απ’ την ιστορία. Η σιωπή μας δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά σαν παθητική αντίδραση κατά της προόδου. Τα πράγματα σήμερα είναι ξεκάθαρα. Κι απ’ την πραγματικότητα μας χωρίζει πλέον μια λεπτή γραμμή. Και λίγη, μια μικρή προσπάθεια μας χρειάζεται, για να ξεφύγουμε απ’ το μούδιασμα που μας κατέχει και να πηδήσουμε απ’ την άλλη μεριά της γραμμής. Να περάσουμε απ’ την αδράνεια στη δράση. Απ’ το τελμάτωμα στη δημιουργία.
Ίσως κάποιος πει: Μα εγώ θα σώσω την ελληνική ταυτότητα αυτού του τεράστιου κομματιού του Ελληνισμού; Θα προσπαθήσουμε πολλοί. Όλοι, κι όποιος τη διασώσει. Φτάνει να μη μένουμε αδιάφοροι και να μη νιώθουμε πως είμαστε καμωμένοι για ατομική προβολή μέσω κάποιας κοινότητας ή κάποιας ενορίας. Να νιώθουμε πως είμαστε καμωμένοι για την παροικία, για τον Ελληνισμό. Τότε θα γίνουμε ένα απ’ τα νεύρα του. Ένα απ’ τα ζωντανά κύταρά του. Στο μεγάλο έργο της προόδου επιδιώκεται πάντοτε η επιτυχία. Σήμερα ιδιαίτερα επιβάλλεται η επιτυχία. Βέβαια και η αποτυχία καμιά φορά δεν πάει χαμένη, γιατί μας ανοίγει τα μάτια. Τόσες όμως συμφορές και τόσες αποτυχίες που δοκιμάσαμε ως τώρα δεν στάθηκαν άραφε ικανές για να μας ανοίξουν πλέον τα μάτια;
Πρώτοι λοιπόν εμείς, ένας-ένας κι όλοι μαζί, πρέπει να δώσουμε το μεγάλο παράδειγμα. Με τα γραπτά μας και τα έργα μας να βροντοφωνάξουμε την αλήθεια, οσοδήποτε πικρή και οδυνηρή κι αν είναι και πρώτοι πρέπει να υψώσουμε το λάβαρο της παροικιακής αναγέννησης, χωρίς να επιδιώξουμε αρχηγίες, πρωτεία και πρωτοκαθεδρίες. Να περιφρονήσουμε τις ιδιοτέλειες και να απαλλαγούμε απ’ τις μικρότητες, αν πραγματικά σεβόμαστε τον εαυτό μας, αν πονούμε την παροικία και αν θέλουμε να υπηρετήσουμε ειλικρινά και θετικά τον Ελληνισμό. Έξω απ’την τροχοπέδη της ηγεσίας μπορούμε να προσφέρουμε ασύγκριτα περισσότερα στην ασύλληπτη αυτή ομορφιά που λέγεται Ελληνισμός.
Μ’ αυτό το πνεύμα και μ’ αυτούς τους στόχους, ας ενωθούμε όλοι μαζί κι ας κάνουμε την «Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών Μελβούρνης», ώστε να ισχυροποιηθεί η οντότητά μας, να δυναμώσει η συμβολή μας και να γίνει πιο δυνατή η φωνή μας και πιο σεβαστή η παρουσία μας κι εδώ και στην Ελλάδα.


Παρουσίαση του πρώτου Περιοδικού ‘’ΛΟΓΟΣ’’
απ’ τον Αλέκο Αγγελίδη

Κυρίες, δεσποινίδες και κύριοι. Αγαπητοί φίλοι.
Θα ήθελα, πριν αρχίσω την ομιλία μου, να εκφράσω τις ευχαριστίες μου και τις ευχαριστίες του Διοικητικού Συμβουλίου και ολόκληρου του Συνδέσμου μας, για το ενδιαφέρον και τη συμπαράσταση προς το έργο μας και την ευχή για ευόδωση των προσπαθειών και των σκοπών του περιοδικού μας, που εκδήλωσαν με επιστολές τους ή τηλεφωνικώς οι κύριοι κύριοι Δημήτριος Δόλλης, Γιώργος Καναράκης, Τάσος Τάμης, Μίμης Σοφοκλέους, Γιώργος Παπαδόπουλος, Σάββας Αυγουστάκης και άλλοι φίλοι μας και ταυτόχρονα να εκφράσω προς όλους σας την από μέρους τους λύπη, που, δυστυχώς, για διάφορους λόγους ανώτερους της θέλησής και της επιθυμίας τους, δε θα μπορέσουν να παραβρεθούν σήμερα μαζί μας στην ιστορική αυτή για το Σύνδεσμό μας εκδήλωση.
Τους ευχαριστούμε για το ενδιαφέρον και τους συγχωρούμε για την απουσία.
Στην αρχή θα ήθελα να αναφερθώ με συντομία στην έννοια και στη σημασία του όρου ‘’λόγος’’.
‘’ΛΟΓΟΣ’’

Η λέξη ‘’Λόγος’’ ήταν ένας όρος κοινός στην αρχαία ακόμα φιλοσοφία και στη θεολογία.
Και σήμερα δηλώνει την ιδέα μιας ενυπάρχουσας αιτίας στον κόσμο.
 Κάτω από διάφορες παραλλαγές συναντήθηκε με το Ινδικό, το Αιγυπτιακό και το Περσικό σύστημα σκέψης. Σαν ιδέα, όμως, προήχθη περισσότερο στην ελληνική και στην εβραϊκή φιλοσοφία και ο όρος είναι πιο συγκεκριμένος στην Αγία Γραφή, στον Ιωάννη και στην Καινή Διαθήκη. Κατά το ελληνικό πνεύμα, το οποίο έβλεπε τον κόσμο σαν ένα σύνολο κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, ήταν φυσικό να θεωρείται η λέξη αυτή σαν ένα παράγωγο αιτίας και μάλιστα αιτίας που ρύθμιζε τον κόσμο.
Επομένως, ο όρος λόγος, σαν δογματισμός, προείχε και διακρίνονταν λίγο ή πολύ απ’ την εποχή της ανατολής της αρχαίας ελληνικής σκέψης ως την έκλειψή της.
Ο όρος αυτός παρουσιάζεται αρχικά στο χώρο της φαντασίας και της σκέψης, σαν διαλογισμός, περνάει στο χώρο της ηθικής και της θρησκείας και οδηγεί την πορεία του μέσα από τρία συγκεκριμένα στάδια. Τα στάδια αυτά σημαδεύονται απ’ τα ονόματα του Ηράκλειτου της Εφέσου, των Στοϊκών και του Φίλωνα.
Η λέξη «Λόγος» παίρνει κατά πρώτον ενδιαφέρουσα έννοια στις θεωρίες του Ηράκλειτου (6ος π.Χ. αιώνας), ο οποίος προσπαθεί να ασχοληθεί περισσότερο με την αισθητική διάταξη του ορατού κόσμου.
Στη συνέχεια αποσπάται κάπως και, ως ένα βαθμό, απ’ την καθαρά υλική υφή, που του απέδωσαν οι πρόγονοι του Ηράκλειτου και παίρνει την έννοια και επενεργεί στη θεώρηση του κόσμου, σαν λόγος ανάλογος με τη συλλογιστική δύναμη του ανθρώπου. Απ’ τη μια μεριά ο λόγος ταυτίζεται με τη γνώμη και συνδέεται με τη δίκη, η οποία αργότερα φαίνεται να παίρνει τη σημασία διορθωτικών αποκλίσεων από τον παγκόσμιο νόμο, που ρυθμίζει τα άψυχα.
Απ’ την άλλη μεριά ξεχωρίζεται οπωσδήποτε και απ’ το ‘’αιθέριον πυρ’’ και από την ‘’ανάγκη’’, σύμφωνα με την οποία συμβαίνουν τα πάντα.
Ο Ηράκλειτος διακυρήσσει, ότι κανενός υλικού πράγματος η ύπαρξη δεν είναι δυνατό να διανοηθηθεί χωρίς το Λόγο. Χωρίς το λόγο δημιουργίας. Δεν ξεκαθαρίζει, όμως, αν το λόγο αυτόν τον θεωρεί υλικό ή άυλο. Έτσι, το αν ο λόγος κατέχεται από συνείδηση ή από εμπειρία, είναι ένα ερωτηματικό που εξηγείται ποικιλότροπα. Οι περισσότεροι, όμως, δίνουν στο ερώτημα αυτό αρνητική απάντηση.
Ο λόγος αυτός δεν είναι κάτι το εγκόσμιο, που βρίσκεται υπεράνω του κόσμου ή πριν απ’ αυτόν, αλλά εντός του κόσμου και αδιαχώρητο απ’ αυτόν.
Και η ψυχή του ανθρώπου είναι ένα μέρος του. Επομένως, είναι σχέση και αιτία και όχι έκφρασή του.
Και είναι αντικειμενική και όχι υποκειμενική αιτία. Και σαν νόμος της φύσης αντικειμενικός στον κόσμο δίνει εντολή και κανονικότητα στα πράγματα και δίνει στο σύστημα ορθολογιστική εξήγηση.
Η αδυναμία του Ηράκλειτου, να απελευθερωθεί απ’ τη φυσική υπόθεση των προγενέστερων εποχών, εμπόδισε τις σκέψεις του να επηρεάσουν τους μεταγενέστερούς του.
Με τον Αναξαγόρα έρχεται μια άλλη σκέψη, η οποία σιγά-σιγά θριαμβεύει πάνω στα όσα διακύρηξε ο Ηράκλειτος και περισσότερο στη σύλληψη του υπέρτατου, του πνευματικά πρωταρχικού.
Έτσι δημιουργείται η έννοια του Νου και όχι του Λόγου.
Στα Πλατωνικά και τα Αριστοτελικά συστήματα, η θεωρία των ιδεών ασχολείται με τον απόλυτο διαχωρισμό του υλικού κόσμου από τον κόσμο ανώτερης πραγματικότητας, ώστε να γίνεται πλέον σαφής η έννοια του όρου ‘’Λόγος’’.
Με τον Πλάτωνα ο όρος που χρησιμοποιήθηκε για να εκφραστεί το ‘’υπέρτατο’’, στο οποίο ανήκει και η ρύθμιση των πάντων, είναι ο ‘’Νους ή η ‘’Σοφία’’ και όχι ο λόγος. Ο λόγος, όμως, παρουσιάζεται σα συνώνυμο του Νοός.
Κατά δε τον Αριστοτέλη, το υπέρτατον που θέτει όλη τη φύση κάτω απ’ τη σκέψη και την οδηγεί προς ένα φυσικό τέλος, είναι ο Νους ή με άλλα λόγια το ίδιο το θείο πνεύμα.
Επειδή, λοιπόν, ο Λόγος είναι ένας όρος με πολλές έννοιες, γι’ αυτό και χρησιμοποιείται σε διάφορες φράσεις και εκδηλώνεται με διάφορες λέξεις, όπως ‘’ένεκα’’, ‘’ενέργεια’’, ‘’ενδελέχεια’’, ‘’ουσία’’, ‘’είδος’, ‘’μορφή’’ κλπ..
Στους Στοϊκούς ο όρος λόγος παρουσιάζεται σαν το κύριο και βασικό στοιχείο της θεωρίας τους.
Με την τελεολογική από μέρους τους θεώρηση του κόσμου οι Στοϊκοί τον καθιστούν ένα αναγκαίο και ενεργό φυσικό όργανο, που να διεισδύει παντού και να τον καθορίζει. Το λειτουργικό αυτό υπέρτατο οι Στοϊκοί το ονομάζουν Λόγος ή Θεός.
Αποτελείται γι’ αυτούς από ύλη και περιγράφεται με όρους που υποδηλώνουν εξίσου τη φύση και το Θεό.
Υπάρχει ταυτόχρονα ξεχωριστή θεώρηση του ‘’Λόγος Σπερματικός’’, δημιουργικός λόγος ή ο γενεσιουργικός νόμος του κόσμου, δηλαδή το κυριότερο στοιχείο επενέργειας στη νεκρή ύλη.
Επίσης και στον άνθρωπο υπάρχει ο ‘’λόγος’’, ο οποίος είναι το χαρακτηριστικό του γνώρισμα και ο οποίος είναι ενδιάθετος, εφόσον κάποια σκέψη κατοικεί μέσα του και προφορικός, εφόσον εκφράζεται με λόγια, με λέξεις.
Η διάκριση αυτή σε λόγο αναλογικό ((ratio) και λόγο αγορευτικό (oratio),  που συχνά χρησιμοποιήθηκαν απ’ το Φίλωνα και τους πατέρες την εκκλησίας, είχε αναφερθεί νωρίτερα με το διαχωρισμό του Αριστοτέλη σε ‘’εξωτερικό λόγο’’ και σε ‘’λόγο εντός της ψυχής’’.
Ο Λόγος των Στοϊκών είναι η αιτία στον κόσμο, η οποία είναι προικισμένη με νοημοσύνη, ανάλογα με τον άνθρωπο.
Ανάλογες ή και ποικίλες έννοιες παίρνει ο λόγος και στην Παλιά Διαθήκη, καθώς και στη φιλοσοφία των Εβραίων.
Ένα τέτοιο συγκερασμό ιδεών των Αρχαιοελληνικών εννοιών του ‘’Λόγος’’ με τις εβραϊκές απόψεις βρίσκουμε στις θεωρίες του Αλεξανδρινού Εβραίου Φίλωνα, ο οποίος δεν είναι εισηγητής νέων θεωριών, αλλά συζευκτής διαφόρων παραδεκτών απόψεων.
Ο Χριστιανισμός παραδέχεται την ορολογία λόγος με κάποια δική του ιδιαίτερη έννοια και θεωρεί το λόγο σαν προϋπάρχοντα στο Θεό, πριν απ’ τη δημιουργία του κόσμου.
Στα μαθηματικά, χρησιμοποιείται ο όρος λόγος, για να εκφράσει τη σχέση μεταξύ δύο ή περισσότερων αριθμών ή ποσοτήτων.
Στην ψυχολογία, λόγος είναι η υψηλότερη πνευματική ικανότητα του ανθρώπου, η οποία ταυτίζεται από ορισμένους επιστήμονες με τη διάνοια.
Στη φυσιολογία, είναι η χαρακτηριστική ιδιότητα του ανθρώπου, να εξωτερικεύει τα διανοήματα, τα συναισθήματα και τις επιθυμίες του με λέξεις, δηλαδή με ήχους, που αντιστοιχούν στα ίδια πάντοτε αντικείμενα ή ιδέες.
Το κέντρο του λόγου εδράζει στην τρίτη μετωπική έλικα του αριστερού ημισφαιρίου του εγκεφάλου, που λέγεται και έλικα του Μπροκά και η οποία θέτει σε λειτουργία τα όργανα του λόγου. Δηλαδή, τη γλώσσα για τον προφορικό και το χέρι για το γραπτό λόγο.
Εδώ, ας σημειωθεί, ότι και στις ξένες γλώσσες οι έννοιες αυτές εκφράζονται με τον ελληνικό όρο ‘’LOGOS’’.
Αρκετά, όμως, είπαμε για τη φιλοσοφική προέλευση και έννοια του ‘’Λόγου’’, καθώς και για τη μαθηματική, ψυχολογική και φυσιολογική σημασία του.
Η τέχνη του λόγου, δηλαδή ο έντεχνος χειρισμός του γραπτού λόγου, οριοθετεί την έννοια και το σημασιολογικό περιεχόμενο της λογοτεχνίας και αποδίδει το μέγεθος της γραμματολογίας και της φιλολογίας ενός συνόλου ή ενός λαού.
Για το πλούσιο αυτό περιεχόμενο της λέξης, που μπορεί να καλύπτει και να αποδίδει κάθε έννοια και άποψη, τη διαλέξαμε και μεις για τίτλο του περιοδικού μας.
Επειδή δε, κανένας άνθρωπος, όπως είπε και ο Τζιων Ντον, δεν είναι ‘’νήσος’’, δηλαδή δεν είναι ξεκομμένος απ’ το σύνολο, γι’ αυτό και κανένας λογοτέχνης δεν είναι απομονωμένος απ’ τους ομοίους του και απ’ το κοινωνικό σύνολο, έστω και αν αποτελεί μοναδικότητα στο λογοτεχνικό του είδος, αλλά αποτελεί μονάδα συμβολής στην όλη λογοτεχνική παραγωγή και φιλολογική επίδραση μιας εποχής.
Γι’ αυτό και θα πρέπει οι φιλοσοφικές του απόψεις και οι λογοτεχνικές του επιδόσεις και προσφορές να εκφράζονται ταυτόχρονα με τις προσφορές άλλων λογοτεχνών και να εξωτερικεύονται προς το κοινωνικό σύνολο, μαζί με τις γενικότερες προσπάθειες και τις ευρύτερες επιδόσεις του συνόλου των ομοίων του καιρού του, ώστε και το φάσμα των απόψεων να συνυφαίνουν και να διευρύνουν και να δίνουν ταυτόχρονα στους αναγνώστες και ποικιλία ιδεών, αλλά και δυνατότητα σύγκρισης και κρίσης της εκφραστικής τεχνικής των απόψεων και των ιδεών του καθενός.
«Ο ΛΟΓΟΣ» λοιπόν είναι το εκφραστικό όργανο όλων των μελών του Συνδέσμου μας, εξωτερικεύει όλες τις απόψεις τους και η Γραμμή του καθορίζεται πάντοτε απ’ τη Γενική Συνέλευση των μελών, η οποία εκλέγει και τη Συντακτική του Επιτροπή.
Στόχος του περιοδικού είναι να προβάλει την ελληνική λογοτεχνία και τα ελληνικά γράμματα γενικότερα εδώ στην Αυστραλία και το όνειρό του είναι να αποβεί σταδιακά ο συνδετικός κρίκος όλων των τμημάτων του ξενιτεμένου ελληνισμού, μέσα κι έξω απ’ την Αυστραλία.
Πρωταρχικός σκοπός μας είναι, να προβάλουμε τα έργα όλων των λογοτεχνών μας κι όχι να επιλέξουμε ορισμένα απ’ αυτά. Την αξιολόγηση του καθενός την αφήσαμε στην κρίση του αναγνώστη.
Κι αν σήμερα παρουσιάζονται μόνον ορισμένα απ’ αυτά στις σελίδες του, αυτό γίνεται λόγω και μόνο του περιορισμένου του χώρου. Πιστεύουμε, όμως, πως γρήγορα θα βρεθούμε στην ευχάριστη θέση να αυξήσουμε σημαντικά τον αριθμό των σελίδων του και να συμπεριλάβουμε σ’ αυτές έργα όλων των λογοτεχνών μας.
Και επειδή, ‘’κάθε αρχή και δύσκολη’’, το πρωτοξεκίνημα και η σχετική απειρία μας συμβάλλουν οπωσδήποτε στην εντόπιση διαφόρων ατελειών και μειονεκτημάτων στο πρώτο ιδιαίτερα τεύχος του. Γι’ αυτό και ελπίζουμε πως θα κριθούμε όσον αφορά την όψη του περιοδικού μας επιεικώς και πιστεύουμε πως και με τη βοήθεια τη δική σας, θα βελτιώσουμε την ποιότητά του γενικά στο μέλλον.
Γι’ αυτό και καλούμε τους αναγνώστες, να διατυπώσουν, εγγράφως αν είναι δυνατόν, τις παρατηρήσεις και τις απόψεις τους, ώστε να συμβάλουν εποικοδομητικά και να βοηθήσουν τις προσπάθειές μας για τη βελτίωση του περιοδικού και το καλό όλων μας.
Στην προσπάθειά μας αυτή ελπίζουμε ακόμα στη συμπαράσταση της Πατρίδας, το ενδιαφέρον της οποίας παραμένει ακόμα σε ωραίες φρασεολογίες και σε νεκρές αλλά καλοδιατυπωμένες υποσχέσεις.
Η ύλη, όπως θα διαπιστώσετε και σεις, αποτελείται κατά κύριο λόγο από ποιήματα και πεζογραφήματα, έργα των ξενιτεμένων λογοτεχνών μας.
Επιδίωξή μας είναι να διευρύνουμε και τις σελίδες, αλλά και την ύλη του περιοδικού, ώστε να παρουσιάζει μεγαλύτερη ποικιλία και να ασχολείται και με άλλα θέματα του πνεύματος, που έχουν σχέση με την ελληνική γλώσσα και τα ελληνικά γράμματα. Θέματα που διευρύνουν τις γνώσεις και που προβάλλουν τον ελληνικό πολιτισμό και το ελληνικό πνεύμα και εδώ στην Αυστραλία αλλά και όπου υπάρχει ελληνισμός.
Ο ΛΟΓΟΣ δίνει την ευκαιρία να ακουστεί ο λόγος όλων των λογοτεχνών μας, να γίνουν γνωστά τα ονόματα εκείνων που ασχολούνται λίγο ή πολύ με κάποια μορφή λογοτεχνίας και με τα ελληνικά γράμματα και να προβληθούν τα έργα τους.
Φυσικά, δεν είναι δυνατό να δημοσιευθούν όλα τα έργα σε μια φορά. Θα δοθεί, όμως, ευκαιρία, τηρούμενης κάποιας σειράς, ώστε η πνευματική παραγωγή του καθενός να φθάσει, αν είναι δυνατό, στα χέρια του κάθε Έλληνα τουλάχιστο της παροικίας μας.
Σε κείνο που πρωτοστατεί το περιοδικό μας, είναι ότι επιθυμεί να διεισδύσει στη βάση της παροικίας μας και να δώσει την ευκαιρία σε όλες τις πατριές της παροικίας μας, ώστε να προβάλουν τα ήθη και έθιμά τους και τις συνήθειες του τόπου τους στη δική τους γλώσσα και στη δική τους φρασεολογία, ώστε να αναζωοπυρώσουμε την εθνική μας λαογραφία και να τονώσουμε τις ρίζες μας.
Για το σκοπό αυτό και, για να γνωρίσουμε τη θυμοσοφία, τη σκέψη και τη λαογραφία των διαφόρων τμημάτων του λαού μας, δημιουργήσαμε ‘’Κυπριακή σελίδα’’ και Ποντιακή σελίδα’’ και θα δημιουργήσουμε σελίδες και άλλων διαμερισμάτων της πατρίδας μας, αν μας δοθούν έργα δημοσιεύσιμα και γραμμένα στη διάλεκτό τους.
Ένας άλλος βασικός σκοπός μας είναι και η προώθηση και επέκταση της ελληνικής λογοτεχνίας ή έστω κάποιας μορφής της στη βάση της παροικίας, ενθαρρύνοντας τις προσπάθειες νέων λογοτεχνών και προωθώντας τα έργα τους. Για το σκοπό αυτό και, για να ενθαρύνουμε τους νέους λογοτέχντες μας, δημιουργήσαμε και τη σελίδα ‘’Νέες Πέννες’’, την οποία εγκαινίασε με ένα εντυπωσιακό του πεζογράφημα ο 16χρονος –το νεαρότερο των μελών μας- Κωνσταντίνος Λευκός.
Του ευχόμαστε κάθε πρόοδο και επιτυχία και ελπίζουμε πως το παράδειγμά του θα ακολουθήσουν και άλλοι νεαροί λογοτέχνες μας. Πιστεύουμε επίσης ότι, όσο πιο πολύ απλώνονται τα ελληνικά γράμματα στη βάση της παροικίας, τόσο περισσότερο ενδυναμώνεται και ενισχύεται η αντίδραση του ξενιτεμένου ελληνισμού στη φθορά και στην αφομοίωση. Γι’ αυτό και στρεφόμαστε προς αυτήν την κατεύθυνση και προσπαθούμε να προωθήσουμε την ελληνική λογοτεχνία και το ελληνικό πνεύμα, όπου ελληνισμός.
Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο και γενικά παραδεκτό, πως κάθε κοινωνία στις μεγάλες στιγμές της και στις δύσκολες καμπές της ζωής της αποζητά τη συμπαράσταση της λογοτεχνίας, είτε αυτή συμβάλλει με ένα ποίημα, είτε με ένα τραγούδι, ένα θούριο, ένα θεατρικό έργο, μια σάτυρα κλπ..
Ο λογοτέχνης πρώτος πιάνει το σφυγμό της κοινωνίας στην οποία ζεί κι αυτός πρώτος εξωτερικεύει τα μηνύματα των καιρών του και με τα έργα του τα μηνύματα αυτά τα κάνει συνθήματα, θούριους και λάβαρα, τα οποία θερμαίνουν τις καρδιές και ατσαλώνουν τα νεύρα για μια πορεία έξαρσης, βελτίωσης και προόδου.
Και σήμερα, ο παροικιακός Ελληνισμός αλλά και ο απανταχού Ελληνισμός έχει ανάγκη από τέτοιες τονωτικές και εμψυχωτικές επιδράσεις.
Όπως και άλλη φορά τόνισα, ο λογοτέχνης δεν είναι μισθωτός υπάλληλος κανενός. Είναι ελεύθερος να εκφράσει τις σκέψεις του, τους οραματισμούς του, τις ανησυχίες και τους πόθους του. Η μόνη δέσμευσή του πρέπει να είναι η συνείδησή του, η αλήθεια και τα ιδανικά της πατρίδας του, τα οποία πρέπει πάντοτε με το λόγο του να υπηρετεί και για τα οποία πρέπει πάντοτε με την πέννα του να αγωνίζεται.
Το καθήκον αυτό η ξενιτιά για μας το έκανε εντονότερο και η μοίρα της δύστυχης παροικίας μας το έκαμε βαρύ κι ασήκωτο. Και το βάρος του δε θα σηκωθεί με τις πλάτες ενός, αλλά όλων μαζί. Γι’ αυτό και επιβάλλεται η συνεργασία όλων μας, ώστε ή κοινή προσπάθεια και η κοινή προσφορά, να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες που μας παρουσιάζει η ξενιτιά και τις αντιξοότητες που μας προσθέτουν οι κάθε είδους διχόνοιες και οι αναταραχές απ’ οπουδήποτε και αν προέρχονται αυτές.
Το έργο αυτό είναι βαρύ και δύσκολο, γι’ αυτό και ζητούμε τη συνεργασία όλων των Συνδέσμων και όλων των Οργανισμών της παναυστραλιανής παροικίας μας και πρώτοι προσφέρουμε το χέρι μας προς αυτούς.
Έτσι, πιασμένοι χέρι-χέρι όλοι οι πνευματικοί οργανισμοί, μαζί με τα κάθε είδους εκπαιδευτικά μας ιδρύματα, θα υπηρετήσουμε τον Ελληνισμό, θα φέρουμε το ποθούμενο αποτέλεσμα και θα πάμε μπροστά.
Προτρέπουμε λοιπόν σε όλα τα σχολεία μας και τα άλλα ιδρύματά μας, να προμηθευτούν το ΛΟΓΟ, ώστε και τους σκοπούς του να ενισχύσουν, αλλά και να γνωρίσουν τους λογοτέχντες μας και να προωθήσουν αυτό που λέγεται Ελληνική Ιδέα και Πνεύμα Ελληνικό.

No comments:

Post a Comment